Τρίτη 2 Μαΐου 2017

Τό κομποσχοίνι, ὅπλο προσευχῆςΤοῦ ἀρχιμ. Σαράντη Σαράντου

    

Τοῦ ἀρχιμ. Σαράντη Σαράντου
Κάποιο μοναστήρι μέ πολλούς μοναχούς τό ἐπισκέφθηκε ἐντεταλμένο ὄργανο τῆς τάξεως.  Ζήτησε τό Γέροντα τῆς μονῆς.  Ὁ Γέροντας νόμιζε ὅτι ὁ ἐπι σκέπτης θά ζητοῦσε νά ἐξομολογηθεῖ. Με τά ἀπό ὀλιγόλεπτη πνευματικοῦ ἐπιπέδου συνομιλία, διατυπώθηκε εὐθέως ἡ ἐρώτηση στό Γέροντα:
Γέροντα ἔχετε στό μοναστήρι σας ὅπλα;
Ἀμέσως ὁ γέροντας βγάζει ἀπό τήν τσέπη του ἕνα κατοστάρι κομποσχοίνι καί τοῦ ἀπαντᾷ.  Καί βέβαια παιδί μου ἔχουμε πολλά ὅπλα ἐδῶ.  Κάθε μοναχός ἔχει τό δικό του ὅπλο.  Ὁ «ἐντεταλμένος» τοῦ ἀπαντᾷ:  Ἀφῆστε τα Γέροντα αὐτά καί ἐπιτρέψτε μου μαζί μέ τή συνοδεία πού βρίσκεται ἐδῶ κοντά νά κάνουμε ἔρευνα στή Μονή σας, γιατί ἔχουμε καταγγελία ὅτι ἔχετε κρυμμένα ὅπλα.
Ναί, παιδί μου, λέγει ὁ Γέροντας, νά κάνετε ὅπου θέλετε ἔρευνα, μόνο σᾶς παρακαλῶ νά σεβαστεῖτε τήν ἱερότητα τοῦ χώρου καί τήν ἡσυχία τῶν πατέρων.
Πράγματι ἔγινε ἡ διατεταγμένη ἔρευνα καί βρέθηκαν στό μοναστήρι τριπλάσια τοῦ ἀριθμοῦ τῶν μοναχῶν «ὅπλα» διαφόρων μεγεθῶν.  Παρουσιάστηκε λοιπόν ὁ ὑ­πεύθυνος στό Γέροντα καί τοῦ ζήτησε συγγνώμη γιατί δέν βρέθηκε κανένα φονικό ὅπλο, ἀλλά πάμπολλα κομποσχοίνια.  Ὁ γέροντας τοῦ χάρισε ἕνα ἀπό κάθε μέγεθος μέ τήν παράκληση νά τά χρησιμοποιεῖ.  Ἔκτοτε ὁ ἀστυνομικός πήγαινε στό Γέροντα γιά νά μαθαίνει νά χρησιμοποιεῖ αὐτό τό ὅπλο καί νά ὠφελεῖται πνευματικά, ψυχολογικά, βιοτικά.
Ἡ διδασκαλία τοῦ Γέροντα περιλαμβάνει τά κάτωθι:
Ἐν πρώτοις χαίρομαι, παιδί μου, γιατί ἡ ἐν γένει συμπεριφορά σου ἦταν ἄψογη.  Ἔδειξες ὑποταγή τήν ὑπηρεσία σου πού σοῦ ἀνέθεσε αὐτήν τήν ἐντολή.  Ἡ ἔρευνα πού ἔκανες μαζί μου ἦταν ἐξονυχιστική, ἀλλά ἔδειξες τόν ἁρμόζοντα σεβασμό στούς πατέρες πού ἀσκοῦνται καί ἐργάζονται ἐδῶ καί σέ ὅλα τά πράγματα, ἀντικείμενα, σκεύη ἁπλᾶ καί ἱερά, στά πάντα.
Ἀντιλαμβάνομαι ὅτι ἔχεις τίς προϋποθέσεις γιά νά χρησιμοποιήσεις τό ὅπλο πού ἀσταμάτητα εἶδες νά χρησιμοποιεῖται στήν ἱερά μας Μονή.
Σοῦ ἀνέφερα, ὅτι εἶναι ὅπλο καί εἶναι ὅπλο κατά τοῦ Διαβόλου καί τῆς πολυμήχανης συνοδείας του.  Ἐμεῖς ὅμως δέν θά ἀσχοληθοῦμε μέ τό Διάβολο, παρά μόνο ὅπου χρειάζεται γιά νά καταλάβεις τή χρήση τοῦ κομπο σχοινιοῦ.
Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι, παιδί μου, δέν εἴμαστε μονοφυσῖτες.  Πιστεύουμε ὅτι ὁ Χριστός μας ὑπῆρξε καί ὑπάρχει ὡς τέλειος Θεός καί τέλειος, πραγματικός ἄν θρωπος.  Ἔτσι καί μεῖς ἔχουμε τήν ἀνθρώπινη φύση πάνω μας, ἀλλά μέ τά ἱερά Μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος, τοῦ Χρίσματος καί τῆς Θείας Εὐχαριστίας γινόμαστε καί πολῖτες τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Γιαυτό ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας γιά νά μᾶς ὁδηγήσει στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, χρησιμοποιεῖ πνευματικά γυμνάσματα, πνευματικές ἀσκήσεις.  Χρησιμοποιεῖ ὅμως καί ὑλικά μέσα γιά νά μετέχουμε στή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί στή Βασιλεία Του.
Χρησιμοποιεῖ τό νερό, τό κρασί, τό ψωμί, τό λάδι, τό θυμίαμα, τό θυμιατό, τά κουδουνάκια του, τά ἱερά σκεύη, τά ἄμφια, τίς εἰκόνες, τόν ἱερό Ναό.  Μαζί μέ αὐτά καί τό κομποσχοίνι.
Ἐπειδή ἡ προσευχή εἶναι το πιό δύσκολο ἔργο μας καί ὁ Νοῦς μας διασπᾶται ἀστραπιαῖα ὡς μεταπτωτικός, ἐφεῦρε ἡ Ἐκκλησία μας αὐτό τό ἁπτό ὑλικό μέσο πού μᾶς βοηθάει νά κάνουμε πιό προσεκτικά τήν προσευχή.  Ἔτσι ὄχι μόνο ὁ Νοῦς καί ἡ καρδιά πιό προσεκτικά μετέχουν στήν προσευχή ἀλλά μετέχει καί τό σῶμα μας.  Καί τό σῶμα ἔχει ἄμεση τή Χάρη τῆς προσευχῆς, γιά νά ἀντέχει στόν ἀγῶνα τῆς καθημερινότητας.  Ἄν τό σῶμα ἀσθενεῖ καί πάλι ἡ προσευχή μέ τό κομποσχοίνι τό βοηθάει νά ἀντέχει στήν ἀσθένεια καί μέ τήν παροχή τῆς θείας Χάριτος νά θεραπεύεται.
Τό κομποσχοίνι ὡς ὕλη προέρχεται ἀπό μαῦρες ὡς ἐπί τό πλεῖστον μάλλινες κλωστές.  Τό μαῦρο χρῶμα θυμίζει τό μαρτύριο τοῦ Κυρίου.  Ὁ Ἰουλιανός ὁ Παραβάτης ἀποκαλοῦσε εἰρωνικά τούς κληρικούς τῆς ἐποχῆς του μελανοχίτωνες, ἐπειδή φοροῦσαν μαύρους χιτῶνες, σύμβολο πένθους γιά τήν ἄδικη Σταύρωση τοῦ Κυρίου μας.  Συνεχίζουν μοναχοί καί κληρικοί τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ νά φέρουν πάνω τους τά μαῦρα ράσα, μή λησμονοῦντες τό μαρτύριο τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί χαίροντες γιατί, εἰκονίζοντες τό μαρτύριό Του, δίνουν τή σταυρική μαρτυρία πού ὁδήγησε στήν Ἀνάσταση.  Γιαυτό στίς ἱερές Ἀκολουθίες καί στή θεία Λειτουργία οἱ κληρικοί ἐκτός ἀπό τό ἕνα ἐσωτερικό μαῦρο ράσο πού οὐδέποτε ἀποβάλλουν, φοροῦν τά λαμπρά διαφόρων χρωμάτων ἱερά ἄμφια πού διαλαλοῦν τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Σταυροαναστάσιμη εἶναι ἡ ἔνδυση τῶν κληρικῶν. Ἀσφαλῶς σταυροαναστάσιμη θά πρέπει νά εἶναι καί ὁλόκληρη ἡ ζωή τους καί ἐντός τοῦ ἱεροῦ Ναοῦ ἐν ὥρᾳ ὑπηρεσίας καί ἐκτός αὐτοῦ διακηρύσσοντας παντοῦ, σέ κάθε ἀνθρώπινο στέκι τή σημασία τοῦ τιμίου Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου.
Εἴπαμε ὅτι ἡ ὕλη τοῦ κομποσχοινιοῦ εἶναι ἀπό μάλλινες κλωστές.  Μαλλί ἀπό κάποια ἀθῷα ζῷα, ἀπό πρόβατο ἤ κατσίκι.  Βλέπεις, παιδί μου, ὅλα θέλει νά τά ἐξαγιάσει ἡ Ἐκκλησία μας.  Κάνοντας τό κομποσχοίνι θά ἐννοήσεις κάποια στιγμή τί σημαίνει ὅτι ὁ Νέος Παράδεισος εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί ἀποστολική Ἐκκλησία, ἡ Ὀρθόδοξη ἀνά τήν Οἰκουμένη Ἐκκλησία.
Τώρα πρέπει νά μάθεις σωστά πῶς χρησιμοποιοῦμε τό κομποσχοίνι.  Τό κρατοῦμε μέ τό ἀριστερό μας χέρι.  Γιατί μέ τό δεξί κάνουμε τό Σταυρό μας σέ κάθε κόμπο πού ἐναλλάσσουμε μέ τό ἀριστερό χέρι.  Αὐτά τά κομποσχοίνια πού κάνουμε μαζί τό Σταυρό μας σέ κάθε κόμπο, τά ὀνομάζουμε σταυρωτά.  Ὅταν περνᾶμε τό κομποσχοίνι χωρίς ταυτοχρόνως νά κάνουμε σταυρούς, τά ὀνομά ζουμε περαστά.  Ὅποιο ἀπό τά δύο θέλεις καί μπορεῖς, μπορεῖς νά τό κάνεις, ἤ σταυρωτό ἤ περαστό.
Κάθε ἕνας κόμπος εἶναι πλεγμένος ἀπό ἐννέα σταυρούς.  Στά σταυρωτά κομποσχοίνια σέ κάθε κόμπο κάνουμε καί ἕνα σταυρό μέ τό χέρι μας.  Ἐννέα οἱ σταυροί κάθε κόμπου καί ἕνας ὁ σταυρός πού κάνουμε μέ τό χέρι μας, δέκα σταυροί.  Ἄν πολλαπλασιάσουμε τούς ἑκατό κόμπους ἐπί δέκα σταυρούς μᾶς δίνουν τό γινόμενο τῶν χιλίων σταυρῶν.  Γιά σκέψου, παιδί μου, τί χαρισματική δύναμη κρύβει ἕνα κομποσχοίνι τῶν ἑκατό κόμπων.  Καί νά φαντασθεῖς ὅτι οἱ μοναχοί ἔχουν ὡς καθημερινό κανόνα νά κάνουν μόνοι τους τριακοσάρια κομποσχοίνια, ὄχι ἕνα, ἀλλά πολλά, ἀνάλογα μέ τή βαθμίδα τοῦ μοναχισμοῦ στήν ὁποία βρίσκεται ὁ κάθε μοναχός.
Γιαυτό σοῦ παρομοίασα, ὅταν πρωτογνωριστήκαμε, τό κομποσχοίνι μέ τό ὅπλο.  Εἶναι πολύ δυνατό ὅπλο τό κομποσχοίνι.  Κρύβει ἀτομική ἐνέργεια πολλῶν μεγατόνων.
Πολλά θαύματα ἔχουν γίνει μέ τό κομποσχοίνι.  Ὀφείλονται στήν τόσο ἁπλῆ ἀφανῆ χαρισματική δύναμή του.  Τά πιό πολλά θαύματα εἶναι τά θαύματα νεκραναστάσεων ἀνθρώπων βαθιά πεσμένων στήν ἁμαρτία καί ἀνέλπιστα ἐπιστρεφόντων μέ μετάνοια στό Χριστό καί στήν Ἐκκλησία.  Δηλαδή κάποιος πιστός ἤ κληρικός ἀφιερώνει μερικά κομποσχοίνια γιά κάποιον ἀπομακρυσμένο ἀπό τή θεία Χάρη καί ὁ πρώην ἄσωτος ἐπιστρέφει ἐκ καρδίας στόν Κύριο.  Αὐτή θά πρέπει ἀσφαλῶς καί νά εἶναι ἡ βάση τῆς παιδαγωγίας μας πρός τήν ἐπερχόμενη γενιά τῶν νέων.  Ἡ προσευχή γιά τά παιδιά μας καί τά ἐγγόνια μας μέ τό κομποσχοίνι θά κάνει θαύματα στήν ἀγωγή τους.  Τόσο στήν κατά κόσμο προκοπή τους ὅσο καί στόν κατά Χριστό καταρτισμό τους τό κομποσχοίνι θά ἀνοίξει δρόμους, προοπτικές, διάκριση καί μέσα μας  καί μέσα τους, ὥστε νά μήν ὑπάρχουν ὀξεῖες ἀντιπαλότητες, ἀλλά ἔστω καί μετά ἀπό πόνο καί κλυδωνισμούς στίς σχέσεις μας, νά ἔρχεται ἡ ἐν Χριστῷ ἀγάπη καί ἀλληλο περιχώρηση.
Στό κομποσχοίνι μποροῦμε, στούς πρώτους τρεῖς-τέσσερις κόμπους, νά ἀναφέρουμε τό ὄνομα τοῦ παιδιοῦ μας, τοῦ δικοῦ μας ἤ οἱουδήποτε ἄλλου γιά τόν ὁποῖο θέλουμε νά προσευχηθοῦμε.  Συνεχίζουμε τό κατοστάρι κομποσχοίνι ἀναφέροντας φυσικά πρῶτα τό ὑπέρ πᾶν ὄνομα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ μέ τή συγκεκριμένη φράση «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ».
Εἶχα ἀκούσει στό ἁπλό κελί τοῦ ἁγίου Γέροντα π. Πορφυρίου νά λέει ψιθυριστά «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ» μόνο.  Τό ἐπανέλαβε μερικές φορές.  Μέ τήν ἀγάπη καί τή λατρεία πρός τό πρόσωπο τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ πού συνδέονταν αὐτές οἱ τρεῖς μοναδικές λέξεις, δημιουργοῦσαν, στόν κάθε πλησίον του εὑρισκόμενο καί συνομιλοῦντα ἀφύπνιση, πόθο, ἀγάπη καί λατρεία πρός τό πρόσωπο τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος δέν μᾶς ἀγάπησε ἔτσι ἀορίστως καί ὑπερβατικῶς, ἀλλά σταυρούμενος καί θανατούμενος.  Ἔτσι γίνεται μιά ἁγία μετάδοση ἀγάπης.  Ἀπό τόν Σταυρωθέντα καί Ταφέντα Κύριο ἔρχεται τό πλήρωμα τῆς ἀγάπης συνδυασμένης μέ τό Σταυρό, τήν Ταφή Του καί τήν Ἀνάσταση.  Αὐτή ἡ ἐν Χριστῷ ἀγάπη πλημμυρίζει τήν ψυχή, τήν καρδιά καί τό σῶμα τοῦ προσευχομένου.  Διά τοῦ προσευχομένου μεταδίδεται ἡ Ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ πρός αὐτόν γιά τόν ὁποῖο γίνεται ἡ προσευχή μέ τό εὐλογημένο κομποσχοίνι.
Λέγοντας ὁ πατέρας ἤ ἡ μητέρα, ὁ παπποῦς ἤ ἡ γιαγιά προσευχές γιά τά παιδιά τους μέ τό κομποσχοίνι μεταδίδεται ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ στά παιδιά.  Τήν ὥρα τοῦ κομποσχοινιοῦ πού πρωτίστως ἐπικαλούμαστε τό ὄνομα καί τό πρόσωπο τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, δημιουργεῖται ἡ καλύτερη υἱκή σχέση πρός τό Χριστό μας.  Σχέση εὐγνωμοσύνης καί δοξολογίας γιά τά ἄφθονα ὑλικά καί πνευματικά ἀγαθά, μέ τά ὁποῖα μᾶς κατακλύζει καί σχέση ταπεινῆς παράκλησης καί θεοφιλοῦς ζητιανιᾶς γιά τό καλό τῶν ἄλλων, δικῶν μας καί ξένων.  Μέσα στήν ἱερή ἡσυχία τῆς προσευχῆς μέ τό κομποσχοίνι βάζουμε καί τό ὄνομα τοῦ πιθανῶς ἀτίθασου ἤ παραστρατημένου παιδιοῦ μας.  Νοερά τό ἔχουμε μαζί μας.  Πνευματικά καί νοερά τό βάζουμε μπροστά στό Χριστό.  Μέσα σ’ αὐτήν τήν Τριαδική χαρισματική σχέση – ὁ Χριστός, ἐμεῖς, τό παιδί μας – χάνεται κάθε ἐμπάθεια, θλίψη, ἀπογοή τευση, ἐγωι σμός, ἐπιμονή κτλ.  Βλέποντας ὁ θυσιασθείς γιά χάρη μας Κύριος, ὅτι μέ ἀληθινή ἀγάπη καί ὄχι ἐγωιστική, προσευχόμαστε γιά τό παιδί μας ἤ γιά κάποιον ἄλλον, δίνει τή Χάρη Του καί γίνονται τά θαύματα τῶν νεκραναστάσεων πού προαναφέραμε.
Ἐκτός τούτου ὅμως ἄμεσα ὠφελεῖται ὁ ἴδιος ὁ ἐπικαλού μενος τό ὄνομα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἴτε τό ἐπικαλεῖται γιά δική του προσωπική ὠφέλεια εἴτε καί γιά ὠφέλεια κάποιου ἄλλου.
Ὁ Χριστός μας πολύ ἀγαπᾶ κάθε μέ πόνο προσευχόμενο ἄνθρωπο καί ἀρχοντικά, θεϊκά βοηθάει.  Πρωτίστως βοηθάει πνευματικά, ἀφοῦ θέλει νά ζοῦμε κατά Θεόν.  Ὁ ἴδιος χανόταν ἀπό τούς μαθητές Του καί παραδινόταν στήν προσευχή πρός τόν Πατέρα Του.  Μᾶς ἔχει διασωθεῖ αὐτή ἡ ὑπέροχη προσευχή Του πρός τόν Πατέρα Του, μετά ἀπό τήν ὁποία ἀπέκτησε, καί ὡς τέλειος πραγματικός ἄνθρωπος, τή δύναμη νά πεῖ ἐν ὑπακοῆ: «οὔχ ὡς ἐγώ θέλω ἀλλ’ ὡς Σύ», ὑπερβαίνοντας τήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία, ἐκ τῆς ὁποίας εἶχε πεῖ στόν Πατέρα του: «εἰ δυνατόν ἐστι, παρελθέτω ἀπ’ ἐμοῦ τό ποτή ριον τοῦτο».
Ἐμεῖς πού ὡς ἄνθρωποι κοινοί ἔχουμε τόσα πάθη, τόσες στεναχώριες, τόσες ἀρρώστιες, τόσα βάσανα, γιατί βαριόμαστε νά ξεκινήσουμε τήν προσευχή;
Πολλά πάθη μας καί πολλά ἁμαρτήματά μας θά εἶχαν διορθωθεῖ, ἄν μετά ἀπό τήν ἱερά ἐξομολόγηση κάναμε τό κομπο­σχοίνι μας εἰς ἴασιν ψυχῆς καί σώματος.
Τό κομποσχοίνι μᾶς θεραπεύει τήν ψυχή, κόβονται τά πάθη καί ζεῖ ὁ προσευχόμενος τή μυστική χαρά τῆς πνευματικῆς θεραπείας, ἀλλά καί τῆς ψυχολογικῆς θεραπείας.  Ὅλες οἱ ἀποτυχίες μας τῆς ζωῆς, ἄν ἔφταναν στό κομποσχοίνι, δέν θά μπλέκαμε μέ ἀπέλπιδες θεραπεῖες καί πολλά-πολλά φάρμακα.  Δέν ἀποφασίζουμε νά ἀγωνισθοῦμε μέ τό κομποσχοίνι, ἀλλά προτιμᾶμε νά τρέχουμε ἐναγωνίως στούς γιατρούς, στίς διάφορες ἀπόπειρες θεραπειῶν καί στά πολλά φάρμακα.  Ἀφήσαμε τό πρῶτο θεραπευτήριο, πού εἶναι τό κομποσχοίνι, γι’ αὐτό παγιωνόμαστε στόν ἀνθρώπινο τρόπο θεραπείας καί μάλιστα πολλές φορές τρέχουμε καί σέ ἐναλλακτικές ὕπουλες θεραπευτικές μεθόδους πού ὄχι μόνο δέν μᾶς κάνουν καλά, ἀλλά καί γινόμαστε χειρότερα πνευματικά καί ψυχολογικά.
Ἡ Ἁγία Γραφή λέγει «ὁ Θεός ἔδωκε τόν ἰατρόν».  Ὁ π. Πορφύριος συνιστοῦσε νά μήν ἐμπιστευόμαστε τήν ὑγεία μας στούς ἐναλλακτικούς.  Νά ἐμπιστευόμαστε τήν κλασσική ἰατρική, ἔλεγε ὁ Γέροντας, ὁ ὁποῖος ποτέ δέν ὑποτιμοῦσε τούς ἐπιστήμονες καί τήν ἐπιστήμη, ἀλλά μετά ἀπό τό Θεό.
Τό κομποσχοίνι ἄριστα μπορεῖ νά συνδυασθεῖ μέ τίς διάφορες ἱερές Ἀκολουθίες, ἀκόμα καί μέ τή Θεία Λειτουργία.  Πόσες φορές στίς ἱερές Ἀκολουθίες, μά καί στή θεία Λειτουργία ἀκόμα, ἀφαιρούμαστε.  Ὁ Νοῦς μας δύσκολα συμμαζεύεται.  Χρειάζεται καμτσίκι γιά νά συγκε ντρωθεῖ.  Αὐτή τήν ἱερή διακονία προσφέρει τό κομποσχοίνι.  Ὅταν τό κρατᾶς στό χέρι σου, θά θυμηθεῖς ἀκόμα καλύτερα νά τό χρησιμοποιήσεις ἀκόμα καί μέσα στή θεία Λειτουργία.  Μερικοί ὑποστηρίζουν ὅτι τό κομποσχοίνι καί ἡ εὐχή «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με» μέσα στή θεία Λειτουργία σέ μπερδεύουν.  Σκέπτεσαι, λέγουν, τήν εὐχή καί δέν προσέχεις στά λόγια καί στά τελούμενα τῆς θείας Λειτουργίας.
Ἡ ἀληθινή ἐν Χριστῷ ἐμπειρία ὅμως ἔχει ἀποδεί ξει ὅτι τρανώνεται ἡ προσευχή μας, ἀφοῦ ἐξυγιαίνεται καί τρανώνεται καί ἡ προσοχή μας.  Μπορεῖ βέβαια σέ μερικά σημεῖα τῆς θείας Λειτουργίας νά παύει, νά σιωπᾷ ἤ νά χαλαρώνει ἡ εὐχή μέ τό κομποσχοίνι.  Ἡ ἐνέργεια ὅμως τῆς εὐχῆς δίνει τά χαρίσματα πού προαναφέραμε, τῆς τρανῆς προσοχῆς καί τῆς νηπτικῆς καθαρῆς προσευχῆς, ἔρχεται ἡ θεία κατάνυξη στήν ψυχή, τήν καθαρίζει, τή χαριτώνει καί ὁ Νοῦς πιά παραμένει ἀκίνητος στή χαρά καί τή χάρη τῆς θείας Λειτουργίας, ἤ τῶν ἄλλων ἱερῶν Ἀκολουθιῶν.  Ψευδοδίλημμα ἑπομένως εἶναι ἤ τήν εὐχή «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με» θά λέμε ἤ τήν θεία Λειτουργία θά παρακολουθοῦμε.  Τό κομποσχοίνι καί ἡ εὐχή «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με» ἀλληλοπεριχωροῦνται, δένουν γερά τό Νοῦ καί τήν ψυχή μας μέ τήν καθαρή προσευχή καί τό ἀποτέλεσμα εἶναι πάντοτε θαυμαστό, ἀποτέλεσμα βαθιᾶς εἰρήνης, ταπεινοφροσύνης, χαρᾶς καί πληρότητας ἀπό τή μυστική παρουσία τοῦ Χριστοῦ, πού παρέχει μόνος Αὐτός τά παραπάνω Χαρίσματα, ἔστω ὡς δείγματα στήν ψυχή τοῦ προσευχομένου καί μέ τό κομποσχοίνι καί ἐκτός ἀλλά καί ἐντός τοῦ πανίερου ἱεροῦ μυστηρίου τῆς θείας Λειτουργίας.
Ὅλα τά παραπάνω τά συνειδητοποίησα ἐντονότερα στήν Ἀριζόνα, στήν ἱερά Μονή τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου, μέσα σέ μία Λειτουργία πού εἶχε ὅλο τό παρθένο, τό γνήσιο, τό αὐστηρό ἁγιορείτικο Τυπικό. Ἔβλεπα ὅλους τούς μοναχούς νά χρησιμοποιοῦν τό κομποσχοίνι τους σχεδόν καθ’ ὅλη τή διάρκεια τῆς θ. Λειτουργίας.  Μόλις ἔφθασε ἡ ὥρα τῆς μεταβολῆς τῶν τιμίων Δώρων, δέν περιγράφεται ἡ ἱερά ἡσυχία καί ἡ δύναμη τῆς μυστικῆς προσευχῆς τῶν μοναχῶν καί τῆς κατανυκτικότατης ψαλμωδίας τῶν ἱεροψαλτῶν.
«Σέ ὑμνοῦμεν, σέ εὐλογοῦμεν, σοί εὐχαριστοῦ μεν Κύριε…» ἀκούγεται νά προφέρει ἱερομελωδικώτατα ὁ προεξάρχων ἱεροψάλτης, καί μέχρι νά ἀκουσθεῖ τό «καί δεόμεθά Σου ὁ Θεός ἡμῶν» ξεφεύγουν ἀπό τά χείλη τοῦ Ἁγίου Γέροντος Ἐφραίμ μυστικότατα τρεῖς λέξεις: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ».  Ἀπετέλεσαν τό ἀποκορύφωμα ὅλης τῆς ἱερᾶς Ἀκολουθίας καί τῆς ἱεροτελουμένης θείας Λειτουργίας.  Πληρώθηκε ὅλος ὁ ἱερός χῶρος μέ ἀσύλληπτη χάρη πού ἀποτυπώθηκε στίς ψυχές καί στά πρόσωπα ὅλων τῶν συνδαιτημόνων αὐτῆς τῆς μεταμεσονυκτίου θείας Λειτουργίας.  Ἔμπρακτα τεκμηριώθηκε μέσα μου ἡ βεβαιότητα τῆς συνεργασίας και συλλειτουργίας τῆς εὐ χῆς «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με» καί τῆς θεόπνευστης Χρυσοστομικῆς θείας Λειτουργίας.
Πολύ χρήσιμο εἶναι καί γιά τήν προκοπή στήν παροῦσα ζωή ἀλλά καί γιά τήν ἑτοιμασία μας πρός τήν αἰώνια, οἱ νέοι μας καί οἱ νέες μας, εἰ δυνατόν καί τά μικρά παιδιά νά μαθαίνουν τή δύναμη τῆς εὐχῆς «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με» ἀλληλοπεριχωρούμενη μέ τήν ἄκτιστη ἐνέργεια τῶν πολλῶν πλεγμένων Σταυρῶν τῶν κόμπων τοῦ κομποσχοινιοῦ.  Ὅπλο ἀήττητο θά κατέχουμε ἅπαντες κατά τῶν μεθοδιῶν τοῦ διαβόλου, ὅπλο καί ἀσπίδα οὐράνιας προστασίας, θείας παραμυθίας, ἀντοχῶν καί πνευματικῶν ἀγώνων γιά τήν πορεία μας ἀπό τήν παροῦσα ἐπί γῆς στρατευομένη μας Ἐκκλησία πρός τήν θριαμβεύουσα, τή Βασιλεία τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ.
Μέ τήν εὐχή τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ μέσῳ τοῦ κομποσχοινίου ἐπιτυγχάνεται ἡ πολυπόθητη ἕνωση τοῦ Νοῦ καί τῆς καρδιᾶς.  Ὅλες οἱ ἐπί μέρους ψυχικές λειτουργίες τοῦ ἀνθρώπου συνενώνονται, ἀφοῦ πρωτίστως συγκροτεῖται μιά ἐνιαία ἀχώριστη ἑνότητα Νοῦ καί Καρδιᾶς.  Ὁ Νοῦς φωτεινός καί κεκαθαρμένος, κεκαθαρμένη Καρδία καί μαζί ὅλες οἱ ἐπί μέρους ψυχικές λειτουργίες καί δυνάμεις συγκροτοῦν τήν ἐν Χριστῷ ἀνα γεννημένη προσωπικότητα.
Γιαυτό καί οἱ ὀρθόδοξοι μοναχοί καί οἱ μοναχές δέν ἐγκαταλείπουν τό κομποσχοίνι συνεχίζοντες τή δοκιμασμένη ἁγία Παράδοση μέ κύριο ἐκφραστή αὐτῆς τῆς ἱερᾶς πνευματικῆς ἐργασίας τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ καί συνεχιστές ὅλους τούς μετά ἀπό αὐτόν Ἁγίους Πατέρες.
Ἔτσι ὁ Νοῦς συμμαζεμένος μέσα στήν καρδιά ζεῖ ἐν Χριστῷ, λογίζεται τό Χριστό, ὅπως καί ἡ καρδιά ζεῖ τίς δυνατές ἐμπειρίες, τήν ἄρρητη γλυκύτητα τῆς ἀκτίστου Χάριτος τῆς Παναγίας Τριάδος.  Τότε ὁ ἄνθρωπος ζεῖ ἀρχετυπικά, ὄχι μόνο τήν πρώτη πρό τῆς πτώσεως ζωή τοῦ Παραδείσου, ἀλλά καί τίς ἐν Χριστῷ ἀκατάπαυστες πνευματικές ἐμπειρίες πού δέν σταματοῦν, ὅπως δέν σταματοῦν καί οἱ ἐμπειρίες τῶν Ἁγίων καί τῆς Κυρίας Θεοτόκου.  Κατά τόν ἅγιο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή ἡ ἐν Χριστῷ πνευματική ζωή εἶναι ἀτελεύτητη στήν τελειότητά της.  Αὐτό τό θαῦμα τῆς ἀτελεύτητης  τελειότητας συνιστᾷ καί τή χαρά καί τήν πανευφρόσυνη δυναμική ὅλων τῶν πνευματικῶν ἀγώνων καί προσπαθειῶν τοῦ ἀγωνιζομένου ἐν Χριστῷ ἀνθρώπου.  Γιατί πρίν κἄν φθάσει ὁ ἐν Χριστῷ ἀγωνιστής σ’ αὐτήν τήν ἀτελείωτη τελειότητα, καί στήν ἀρχή καί στό μέσο καί σ’ ὅλους τούς ἐνδιάμεσους πειρασμούς καί σ’ ὅλες τίς ἐνδιάμεσες περιπέτειες, δίνει ὁ Κύριος δῶρα πνευματικά γιά νά ἐνισχύεται ὁ πιστός ἀγωνιστής πρός τό ἀτέλειωτο τέλος καί γιά νά προαπολαμβάνει μερικῶς ἤ ὅσο ὁ Κύριος ἐπιτρέπει, τήν πανευφρόσυνη μακαριότητα τῆς ἐν Χριστῷ πνευματικῆς ζωῆς.
Περνώντας λοιπόν τό ἕνα κομποσχοίνι μετά τό ἄλλο, διανύοντας ὅλη τήν ἀγωνιστική προσευχητική διαδρομή ἀντιλαμβάνεται ὁ ταπεινός δοῦλος τοῦ Θεοῦ, ὅτι καταξιώνονται ὅλα τά βήματα, ἕνα πρός ἕνα, ἕως ὅτου φθάσει στό ἀτέλειωτο τέλος τῆς ἐν Χριστῷ πληρότητος καί τελειότητος.
Νά γιατί οἱ ἅγιοι Πατέρες καί γενικῶς ἡ συνείδηση τῶν ἀληθινά πιστῶν δέν παραδέχονται τό νεόδμητο ὅρο καί τόν ἀποτρόπαιο θεσμό τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου.
Ὅσο κι’ ἄν τραυματισθεῖ, ὅσο καί ἄν ἀσθενήσει τό βιολογικό ὄργανο τοῦ Νοῦ, ὁ ἐγκέφαλος, ἀπό ὁποιαδήποτε αἰτία, ἡ ἐνέργεια τοῦ Νοῦ, ἡ περιουσία μιᾶς ζωῆς, ἡ μόρφωσή του, τό φῶς του, ἡ χάρη του δέν χάνονται.  Συμμαζώνεται ὁ Νοῦς ἐντός τῆς καρδιᾶς, κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ καί κατά τόν ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη καί ἔχει πλέον τή δική του δυναμική νά συνεργάζεται μέ τά τῆς καρδίας ἕως ὅτου ἐκπληρώσει τό κοινό χρέος τῆς παρούσης ζωῆς ἐντός τῆς στρατευομένης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί μεταβεῖ στήν αἰώνια, στή Βασιλεία τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ.
Σέ ἕνα μεσοδιάστημα, ἐκεῖ πού εἶναι ἕτοιμος ὁ ἀγωνιστής τοῦ Θεοῦ ἤ ἡ ἐν Χριστῷ ἀγωνίστρια νά τά ἐγκαταλείψει ὅλα γιατί δέν βλέπει εἰς ἑαυτόν πνευματική προκοπή ἀσφαλῶς καί ὁ πολύ καλός μας Κύριος, ὁ θυσιασθείς δι’ ἡμᾶς, δέν ἀφήνει τό φιλότιμο καί φιλόπονο πλᾶσμα Του, ἀλλά δροσίζει μέ τή χαρά τῶν δακρύων, πού εἶναι φίλημα Θεοῦ κατά τούς ἁγίους Πατέρες μας καί ἐγγύηση ὅτι θά ἔχει καί περισσότερη, ἀρχοντικότερη βοήθεια ἀπό τόν Πανοικτίρμονα Κύριο.  Βέβαια ὁ μισόκαλος δέν θά μείνει ἀπαθής μπροστά στήν πνευματική νηπτική ἐργασία τῆς εὐχῆς διά τοῦ κομποσχοινιοῦ.
Γιαυτό καί ὀφείλει, ἔχει ἀνάγκη, ὁ ἐργάτης αὐτῆς τῆς ἱερᾶς ἐργασίας νά πληροφορεῖ τόν πνευματικό ου πατέρα γιά τίς δυσκολίες, τούς πειρασμούς καί τά τυχόν περίεργα πού συναντᾷ στό διάβα αὐτοῦ τοῦ ἱεροῦ ἀγῶνα.
Ἔτσι θά φτάσει σ’ ἐκείνη τήν ὁριακή κατάσταση πού θά φτάσουμε κάποια «εὐλογημένη» στιγμή ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα.  Ὁ ἥλιος θά σκοτισθεῖ καί ἡ σελήνη δέν θά ἔχει πλέον νά δίνει τό παρήγορο φῶς της.  «…καί σεισμός μέγας ἐγένετο, καί ὁ ἥλιος μέλας ἐγένετο ὡς σάκκος τρίχινος, καί ἡ σελήνη ὅλη ἐγένετο ὡς αἷμα, καί οἱ ἀστέρες τοῦ οὐρανοῦ ἔπεσαν εἰς τήν γῆν, ὡς συκῆ βάλλει τούς ὀλύνθους αὐτῆς ὑπό ἀνέμου μεγάλου σειομένη, καί ὁ οὐρανός ἀπεχωρίσθη ὡς βιβλίον ἑλισσόμενον, καί πᾶν ὄρος καί νῆσος ἐκ τῶν τόπων αὐτῶν ἐκινήθησαν». (Ἀποκ. ς΄ 12-14) Χαμός θά γίνεται ἀπό παντοῦ, πανικός σ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους.  Ἐκεῖνος πού θά μπορέσει νά ἐπικαλεσθεῖ τό ὄνομα τοῦ Κυρίου «σωθήσεται» μᾶς διαβεβαιώνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος.  Γιά νά καταφέρει νά ἐπικαλεσθεῖ τό ὑπέρ πᾶν ὄνομα, τό ὄνομα τοῦ Κυρίου, θά πρέπει διά βίου νά ἔχει ἀσκηθεῖ σ’ αὐτό τό ἱερό ἔργο, ἔργο τῆς παρούσης ζωῆς, καί ἱερό ἔργο πού ἄκοπα, παραδεισιακά θά συνεχίζεται στήν αἰώνια μετά τοῦ Κυρίου μας ζωή.
Παραπλήσια προσωπική ἐμπειρία μου προέρχεται ἀπό τήν περιπέτεια τοῦ μακαριστοῦ πνευματικοῦ μου πατρός τοῦ π. Γεωργίου Πικριδᾶ.  Διαγνώστηκε ἄνοια μετά ἀπό τραυματισμό του σέ τροχαῖο.  Ἤ προϋπῆρχε ἡ ἄνοια καί ἐξ αὐτῆς λόγῳ ἐλλείψεως  προσο χῆς ἐπῆλθε ὁ τραυματισμός ἤ λόγῳ τραυματισμοῦ ἐπιδεινώθηκε ἡ ἄ νοια.  Προχωρώντας ὁ καιρός ἡ γενική του κατάσταση χειροτέρευε.  Κάποια χρόνια καθηλώθηκε στό σπίτι μή μπορώντας νά μιλήσει καθαρά καί νά περπατήσει.  Μόνο μέ τό «Πι» ἔκανε μερικά βήματα.
Ὡστόσο καθ’ ὅλο τό διάστημα τῆς περιπέτειάς του, τῆς ἄνοιας, ποτέ δέν ἀκούσαμε ἀπό τό στόμα του κάτι ἀνόητο.  Ὁ Νοῦς πλήρως ἀσθενής, ἀλλά ἡ ἐνέργεια τοῦ Νοῦ ὑγιεστάτη διά τῆς θείας Χάριτος πού εἶχε ἑλκύσει μέ τίς πολλές πνευματικές ἐν Χριστῷ ἐργασίες καί ἀσκήσεις.  Ἀνταποκρινόταν ἄριστα στό ἔργο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως πού δέν ἐγκατέλειψε μέχρι τά τέλη του, ἐφόσον καταλάβαινε ὁ ἴδιος ἀλλά καί ἐμεῖς ὡς ἐξομολογούμενοι ὅτι μποροῦμε νά ἀντλοῦμε ἀπό τήν ὑγιᾶ σοφία τοῦ τραυματισθέντος, ἀλλά μή ἀκρωτηριασθέντος ποιμαντικά πνευματικοῦ μας πατέρα.
Αὐτή ἡ κατάσταση συνεχίστηκε μέχρι τῆς τελευτῆς του, ἐνῷ ἐπέμενε καθημερινά, ἄρρωστος ἄνθρωπος, νά διαβάζει μόνος του ἤ μέ τήν πρεσβυτέρα του ὅλες τίς ἀκολουθίες τοῦ νυχθημέρου ἤ μερικές ἀπό αὐτές νά τίς ἀκούει καί νά συμμετέχει νοερά – πνευματικά ἀπό τό ραδιοφωνικό Σταθμό τῆς Πειραϊκῆς Ἐκκλησίας.  Μέχρι πού συνέβη καί τό ἔσχατο μοιραῖο ἀτύχημα.  Ἐγκαύματα ἀπό βραστό νερό τοῦ λουτροῦ ὑπῆρξαν αἰτία τῆς μαρτυρι κῆς, ἀλλά μακαρίας ἐξόδου του.
Στή διπλανή αἴθουσα τῆς Ἐντατικῆς τοῦ νοσοκομείου ἡ ἐλαχιστότητά μου καί ὁ π. Ἰωάννης Σαρρῆς τελούσαμε ἱερό Εὐχέ­λαιο ὑπέρ ἀποκαταστάσεως τῆς ὑγείας του καί αὐτός ὁ μακάριος θεούμενος ἄνδρας ἔψαλε εὐθυμῶν, ἐνῷ ἔσβηνε ὅλος ὁ κύκλος τῆς παρούσης ζωῆς καί ἀνοιγόταν στήν μετά τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ αἰώνια.
Ἄν ὑποτεθεῖ, ὅτι κάποιος κοσμικός ἄνθρωπος πού δέν τόν γνώριζε ἀπό πρίν, τόν ἐπισκεπτόταν πρίν ἀπό τό τέλος περίπου τῆς δοκιμασίας του, μέ ἔντονα ὀρθολογική κριτική διάθεση, θά μποροῦσε ἴσως νά τοῦ καταλογίσει «γεροντική ἄνοια», ὅταν τόν ἄκουγε νά λέγει βραδύγλωσσα μέν, ἀλλά αἰσιόδοξα, ὅτι σέ λίγο θά γίνω καλά, θά ξεμπερδευθεῖ ἡ γλῶσσα μου καί θά μπορῶ νά λειτουργῶ καί νά κηρύττω.  Ἐμεῖς αὐτονόητα δικαιολογούσαμε τήν «ἀφέλεια» αὐτή τοῦ ἀνδρός, γιατί εἶχε τήν ἀκλόνητη πεποίθηση ὅτι τελειώνει ὅσον οὔπω τό μικρό κατ’ αὐτόν μαρτύριο καί ἐπίκειται ἡ ἀτελεύτητη εὐφροσύνη τῆς αἰωνίου μακαριότητος.
Ἄλλο ἕνα παράδειγμα πού δείχνει τήν ἐνάργεια τοῦ Πνεύματος παρά τήν βιολογική βλάβη τοῦ ἐγκεφάλου εἶναι ἀπό τόν ἅγιο Γέροντα π. Πορφύριο.  Εἶχε πεῖ εἰς ἀνύποπτο χρόνο στήν ἐκλεκτή ἀδελφή Μ… νά κάνει μέ ἐπιμέλεια τά ὡς ἄνω ἀναφερόμενα πνευματικά της καθήκοντα γιά νά «ἔχει ἀπόθεμα ὅταν θά τή βρεῖ τό κακό στό κεφάλι».  Κανείς δέν μποροῦσε νά καταλάβει τί θά τῆς συμβεῖ.  Μετά ἀπό χρόνια ἀσθένησε μέ κακοήθη ὄγκο στόν ἐγκέφαλο, ἐξ αἰτίας τοῦ  ὁποίου ἀπεδήμησε εἰς Κύριον.  Ὁ σύζυγός της καθ’ ὅλη τή διάρκεια τῆς νόσου βρισκόταν στό πλευρό της καί συνεννοοῦντο μέ ἕναν ἄλλο μυστικό, χαρισματικό τρόπο.  Βεβαιώνει ὁ σύζυγος ὅτι ἦταν οἱ καλύτερες μέρες τῆς συζυγικῆς τους ζωῆς.
Στήν παροῦσα ταπεινή ἀναφορά μας, ἀσφαλῶς καί δέν μποροῦμε ἰατρικά καί ἐπιστημονικά νά προσεγγίσουμε τήν ἐγκεφαλική νόσο.  Ὅμως δέν μποροῦμε νά συμφωνήσουμε μέ τούς ὑποστηρικτές τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου.  Οἱ ὀξυνούστατοι καί πνευματέμφοροι ἅ γιοι Πατέρες μας βλέπουν εἰς βάθος τό θέμα τῆς νόσου τοῦ ἐγκεφάλου.  Θεόσδοτη οἰκονομία διατηρεῖ ἐντός τῆς Καρδίας τήν ἐνέργεια τοῦ Νοῦ, πού ἀποκτήθηκε μέ μόχθο, ἀσκήσεις καί Χάρη Θεοῦ καθ’ ὅλη τή διάρκεια τῆς ζωῆς.  Ποιός μπορεῖ νά ἐπέμβει, ἐκτός τῆς θείας βουλῆς, καί νά συντάμει αὐτήν τήν ἔσχατη συλλειτουργία Νοός, Καρδίας καί Θείας Χάριτος;
Κατά τή λειτουργία τοῦ κομποσχοινίου λέγοντας τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, μιλᾶμε στόν Κύριο μέ ἄκρα ταπείνωση.  Ψελλίζοντας τό «ἐλέησόν με» δέν ἐννοοῦμε τήν προσφορά κάποιου εὐτελοῦς δώρου ἀλλά τό «γεννηθήτω τό θέλημά Σου» δηλαδή τήν ἔλευση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.  Σύ γνωρίζεις ὡς τέλειος Θεός καί τέλειος Ἀναστημένος ἄνθρωπος τί εἶναι τό συμφέρον μου, ἐπίγειο, ὑπερκόσμιο καί αἰώνιο.  Σύ κάνε ὅ,τι καλύτερο νομίζεις τόσο γιά μένα, ὅσο καί γιά τούς ἀγαπημένους μου ἀνθρώπους, τούς ὁποίους ἀσφαλῶς καί ἀγαπᾶς ἀσύγκριτα περισσότερο ἀπό μένα, τούς ἀγαπᾶς θεϊκά.  Συνεργῶ καί ἐγώ ταπεινά μαζί Σου ζητώντας, ἀφοῦ Σύ εἶπες «αἰτεῖτε καί δοθήσεται, κρούετε καί ἀνοιγήσεται· πᾶς ὁ αἰτῶν λαμβάνει καί τῷ κρούοντι ἀνοιγήσεται».  Στό «ἐλέησόν με» τό με ἐννοεῖ ἐμένα, τόν ἐλάχιστο δοῦλο Σου, τούς δικούς μου, ὅλους τούς ἀδελφούς τῆς ἐν Χριστῷ ἀδελφότητος καί ὅλης τῆς Ἐκκλησίας μας.  Ὅσο δέ γιά τήν Πατρίδα μας πού ἀνηλεῶς σήμερα σφυροκοπεῖται πρός ἀφανισμό, μέ τό «ἐλέησόν με» ἐννοοῦμε μέ ἐν Χριστῷ ἀγάπη νά ἐλεεῖ ὁ Θεός καί τούς «εὐσεβεῖς» ἤ «ἀσεβεῖς» κυβερνῆτες μας, καί ὅλους ἐκείνους πού μέ τίς κακές τους ἤ καλές τους πράξεις καί κινήσεις μποροῦν τελικά νά ἀναγκασθοῦν ἤ νά εὐδοκήσουν νά φροντίσουν γιά τό καλό, τήν εὐημερία, τήν εὐταξία καί τή σωτηρία τῆς πατρίδος μας καί τῶν ἀγωνιστῶν-βιοπαλαιστῶν πολιτῶν της.

Λόγος ΙΕ΄ – Η Υπεραγία Θεοτόκος απευθύνεται στους κερδοσκόπους, στούς ασώτους και κάθε είδους κακούργους, οι οποίοι ελπίζουν να Την ευαρεστήσουν με κανόνες και ψαλμούς

 


Όταν δώ ότι με τα έργα σου εκτελείς τις εντολές του Υιού μου, ότι αποφεύγεις γενικώς κάθε κακό, την ασωτία, το ψεύδος, την υπερ­ηφάνεια, τον δόλο και την άδικη αρπαγή ξένης περιουσίας, θα με ευχαριστεί το «Χαίρε!» πού μου ψάλλεις συχνά, το οποίο είναι δημιούργημα του σοφού Θεού. Όσο όμως κάνεις αυτές τις πράξεις, και μάλιστα τις χαίρεσαι, όσο πίνεις χαρούμενα το αίμα των πτωχών με διπλούς τόκους και ρουφάς το μεδούλι από τα κόκαλά τους με αμέτρητα καταναγκαστικά έργα, μέχρι τότε δεν θα διαφέρεις για εμένα σε τίποτα από τον αλλόθρησκο, τον Σκύθη η τον οποιονδήποτε διώκτη του Χριστού, όσο και αν καυχιέσαι για το βάπτισμά σου. Δεν θα εισακούσω καθόλου τις προσευχές σου, έστω και αν μου ψάλλεις με ευχάριστη φωνή. «Έλεος θέλω και ου θυσίαν και επίγνωσιν Θεού η ολοκαυτώματα»[1].

Εσύ όμως σαν χοίρος παραδίδεσαι σε κάθε ασέλγεια και σαν άγριος λύκος αρπάζεις ξένες περιουσίες και αδικείς δυστυχισμένες χήρες. Είσαι πλεονέκτης σε όλα και πλήρης ανόμων πράξεων, σαν Τατάρος, καθώς διασκεδάζεις και μεθάς, παίζοντας πάντοτε το γούσλι[2] και απολαμβάνοντας αισχρά και ακόλαστα τραγούδια. Έχεις διώξει από την ψυχή σου εντελώς τον φόβο του Θεού, ελπίζεις δε να με ευχαριστήσεις με τους πολλούς κανόνες και τα στιχάρια, ψάλλοντάς τα με δυνατή φωνή; Δεν ακούς τον Απόστολο πού λέγει ότι όσοι πράττουν αυτά δεν κληρονομούν την βασιλεία του Θεού[3], αλλά μάλλον εκείνα τα πικρά βάσανα κάτω από την γή; Μην εξαπατάς τον εαυτό σου! Αν όμως επιθυμείς να γλυτώσεις από τα βάσανα και να κληρονομήσεις την βασιλεία του Θεού μαζί με όλους τους εναρέτους, τότε να απαρνηθείς όλες απολύτως τις κακές πράξεις σου και να αγαπήσεις ολόψυχα τις αρετές, να στηρίξεις την σκέψη σου στον φόβο του Θεού και στην αγάπη και την επιθυμία των ουράνιων αγαθών. Αλλιώς δεν θα μπορέσεις να γλυτώσεις από την τιμωρία ούτε να εξιλεωθείς πριν από την φοβερή Κρίση.
Αν δεν ακούσεις αυτές τις συμβουλές μου, ανόητε, και συνεχίσεις να παραμένεις στο άνομο ήθος σου, θα καταλάβεις την ανοησία σου, όταν βρεθείς αλυσοδεμένος χειροπόδαρα, επειδή δεν θα έχεις την κατάλληλη για τον πνευματικό γάμο ενδυμασία. Θα σε ρίξουν στα υποχθόνια ατελείωτα πύρινα βάσανα, όταν σαν τα άχρηστα ψάρια σε πετάξουν έξω, όπως εκείνον πού δεν ανατράφηκε στα καθαρά νερά της ευσεβείας, αλλά σε θολά αμαρτωλά έλη και ζούσε μέσα στην ασωτία, θεωρώντας ζωή για τον εαυτό του την απόλαυση της επιθυμίας και θα ακούσεις τα λόγια: «Αμήν λέγω υμίν, ουκ οίδα υμάς»[4]. Απομακρυνθείτε από μένα, αφού διαπράξατε την ανομία. Τότε θα κλείσει για εσένα η πύλη του νοερού γάμου, καθώς δεν δέχθηκες στο σκεύος σου το έλαιο, αλλά νικημένος από την φιλαργυρία δεν έπαψες ποτέ να αδικείς τους πάντες χωρίς λόγο και να μισείς τους πένητες. Τότε, ανόητε, θα μάθεις αληθινά και θα κλαίς μάταια και άσκοπα, όταν κατανοήσεις πλήρως ότι είναι αψευδείς αυτές οι εντολές του Υιού μου, με τις οποίες Αυτός προανήγγειλε την τιμωρία και τα αιώνια αγαθά. Έτσι, σε όσους ακούν τον λόγο Του έχει ετοιμασθεί η αγαλλίαση, ενώ στους ανυπάκουους το αιώνιο πύρ[5].
Επομένως, αν πράγματι επιθυμείς να έχεις την βοήθειά μου και να ευχαριστήσεις τον Θεό, τον Βασιλέα των όλων, τότε να προσπαθείς να μου ψάλλεις «Χαίρε!» με σωφροσύνη και ελεημοσύνη προς τους πένητες.
Πηγή: Άπαντα Αγίου Μαξίμου Γραικού, Αγίου Μαξίμου Γραικού Λόγοι, Τόμος Α΄, Μετάφραση: Μάξιμος Τσυμπένκο – Τιμόθεος Γκίμον, Έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 2011.

«Η φιλανθρωπία δεν καταδυναστεύει» Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ, ΙΕΡΟΘΕΟΣ, ΣΤΟ NEWSBOMB

«Η φιλανθρωπία δεν καταδυναστεύει»

«Η φιλανθρωπία δεν καταδυναστεύει»

 

Επίκαιρα και ανοιχτά θέματα συζήτησης αποτελούν πάντα η θρησκευτική ελευθερία και η ελευθερία συνείδησης.
Περιλαμβάνονται και περιγράφονται με σαφήνεια στην Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Παρά ταύτα, το ζήτημα επανέρχεται συχνά στη διεθνή επικαιρότητα μετά από εκδηλώσεις βίας και φανατισμού στο όνομα μιας θρησκείας, γι' αυτό και προκαλεί ενδιαφέρον και διαφορετικές τοποθετήσεις.

Της Παρασκευής Βονάτσου 

Στην Ελλάδα, η θρησκευτική ελευθερία είναι δικαίωμα που έχει κατοχυρωθεί με το άρθρο 13 του Συντάγματος. Επιπροσθέτως, υπάρχουν και οι σχετικές διατάξεις των άρθρων 3 και 16, παρ 2 του Συντάγματος που ρυθμίζουν περαιτέρω παραμέτρους.
Η συνταγματικά κατοχυρωμένη θρησκευτική ελευθερία συνιστά το δικαίωμα της θρησκευτικής ισότητας, δηλαδή το να τυγχάνει κάθε άτομο ίσης μεταχείρισης, ανεξαρτήτως θρησκευτικών πεποιθήσεων. Αυτή η πτυχή «διασταυρώνεται» και με την αρχή της ισότητας.
Για το δικαίωμα στη θρησκευτική ελευθερία έχει τοποθετηθεί με δήλωσή του ο Προκαθήμενος της Ελλαδικής Εκκλησίας, Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, ο οποίος έχει διευκρινίσει ότι «το ευρύτερο δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας είναι δικαίωμα θεμελιώδες σε κάθε ευνομούμενη και δημοκρατική Πολιτεία, όπως η ελληνική"
Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος: Σχολιάζει σύγχρονες πτυχές της ελευθερίας συνείδησης
mhtropoliths-naupaktou-Ierotheos
Μια σύγχρονη διάσταση, αυτή της θέσης που έχει η Εκκλησία και η θρησκεία στα ΜΜΕ και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αναλύει στη συνέντευξή του στο newsbomb, ο μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος.
Ο κ. Ιερόθεος, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, τοποθετείται με το θεολογικό του λόγο σε ζητήματα που ανακύπτουν μέσα στο σύγχρονο περιβάλλον, όπως το αν είναι σεβαστή η θρησκευτική ελευθερία από τα σύνολο των ΜΜΕ και αν υπάρχει τάση αποχριστιανοποίησης. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, πολλές φορές υπάρχει αμφισβήτηση του ρόλου της Εκκλησίας, «κυρίως μέσα στην προοπτική που υφίσταται ότι είδηση είναι η κακή είδηση».
Απαντώντας στην ερώτηση αν το φιλανθρωπικό έργο της Εκκλησίας μπορεί να προσελκύσει πιστούς, ο μητροπολίτης Ναυπάκτου σημειώνει ότι «το σημαντικό έργο δεν πρέπει να χρησιμοποιείται για συσπείρωση ανθρώπων για να γίνουν οπαδοί» και προσθέτει ότι δεν μπορεί κανείς να χρησιμοποιεί τη φιλανθρωπία για να καταργεί την προσωπική και θρησκευτική ελευθερία του ατόμου.
Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη του Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

«Η φιλανθρωπία δεν καταδυναστεύει»

- Μήπως τα Μ.Μ.Ε., υποσυνείδητα, φρενάρουν το δικαίωμα στη θρησκευτική ελευθερία; Μήπως δηλαδή παρουσιάζονται ως αναχρονιστικές, επιλογές όπως το να εκκλησιάζεται κανείς ή να δηλώνει ξεκάθαρα ότι πιστεύει και ότι είναι χριστιανός ορθόδοξος;
Κατ’ αρχήν θέλω να πω ότι πρέπει να σεβόμαστε τα δικαιώματα των ανθρώπων και τις θρησκευτικές τους ελευθερίες, όταν βεβαίως δεν καταστρατηγείται η ενότητα της κοινωνίας και των συνανθρώπων μας. Σε σχέση με την στάση των Μ.Μ.Ε. έναντι του δικαιώματος της θρησκευτικής ελευθερίας νομίζω ότι η πλειονότητα των Μ.Μ.Ε. ίσως δεν έχει πρόθεση να υπονομεύσει το δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας, αλλά επιδιώκει να εκφράσει τις απαιτήσεις της πλειοψηφίας των ανθρώπων που δεν θρησκεύονται ή ίσως δεν θέλει να προβάλλει τα ποικιλόμορφα θρησκευτικά μορφώματα. Πάντως, απαιτείται ωριμότητα ώστε ο άνθρωπος να συνδυάζει τα δικαιώματα με τα καθήκοντα, την ελευθερία με την αυτοδέσμευση, την θρησκεία με την κοινωνία, να συντονίζεται η ενότητα του συνόλου της κοινωνίας με την ελευθερία του ανθρώπου και η ελευθερία του ανθρώπου με την ενότητα του συνόλου.
- Υπάρχει τάση αποχριστιανισμού στα ΜΜΕ και αμφισβήτηση του ρόλου της Εκκλησίας; (παρουσιάζονται μήπως πολύ περισσότερο τα σκάνδαλα ή τα ευτράπελα και εκλείπει το πνευματικό στοιχείο;)
Τα Μ.Μ.Ε. είναι εργαλεία τα οποία προβάλλουν τις επιλογές –θετικές ή αρνητικές– αυτών που τα διευθύνουν. Γενικά υπάρχει στην κοινωνία μας μια τάση αποχριστιανοποίησης και μια προβολή ενός άλλου δυτικού πολιτιστικού προτύπου, και αυτό επηρεάζει και τους ανθρώπους που εργάζονται στα Μ.Μ.Ε. Από μερικούς υπάρχει και αμφισβήτηση του ρόλου της Εκκλησίας. Επίσης προβάλλονται περισσότερο τα αρνητικά που υπάρχουν και μέσα στην Εκκλησία, μέσα στην προοπτική που υφίσταται ότι είδηση είναι η κακή είδηση. Με ενοχλεί, όμως, το γεγονός ότι μερικοί αντί να προβάλλουν τα γεγονότα, τα παραποιούν εσκεμμένως, καθώς επίσης μερικοί άλλοι είναι «μονομανείς» με ιερά και αξιοσέβαστα πρόσωπα, ίσως γιατί «πουλάει» το θέμα.
MHTROPLITHS-NAYPAKTOY-AGIOY-VLASIOY-IEROTHEOS
- Το τελευταίο διάστημα δημιουργούνται σελίδες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με χριστιανικό περιεχόμενο, οι οποίες αναπαράγονται από τα προσωπικά προφίλ πολλών χρηστών. Πιστεύετε ότι μπορεί να συνεισφέρουν θετικά προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης του θρησκευτικού συναισθήματος; Είναι μια -μοντέρνα- πτυχή άσκησης του δικαιώματος της θρησκευτικής ελευθερίας;
Όταν παρατηρείται κενό στην ενημέρωση πάνω σε εκκλησιαστικά θέματα από τα γενικά και σοβαρά ΜΜΕ, τότε εμφανίζονται διάφοροι άνθρωποι που θέλουν να αναπληρώσουν αυτό το κενό, δημιουργώντας δικά τους μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Μερικοί από αυτούς κάνουν καλά την δουλειά τους, με σοβαρότητα και υπευθυνότητα. Άλλοι όμως δημιουργούν προβλήματα στην Εκκλησία με την επιθετικότητα, τον υπερβάλλοντα ζήλο, τις εμμονές τους, ακόμη και την σκοπιμότητα. Η λεγόμενη θρησκευτική ελευθερία δεν μπορεί να εκφράζεται ανεξέλεγκτα. Σκέπτομαι πολλές φορές ότι είναι καλύτερα να αδιαφορεί κανείς για εκκλησιαστικά ζητήματα που δεν τα γνωρίζει, παρά να ενδιαφέρεται με ιδιοτέλεια και σκοπιμότητα.
- Μπορεί η ενίσχυση του κοινωνικού έργου της Εκκλησίας, π.χ. τα συσσίτια, η αρωγή προς τις ευπαθείς κοινωνικά ομάδες, να «συσπειρώσει» τους πιστούς;
Το κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο της Εκκλησίας είναι υποχρέωση της Εκκλησίας προς τους ανθρώπους που έχουν ανάγκη και σε αυτούς συγκαταλέγονται και εκείνοι που είναι εκτός της Εκκλησίας. Η Εκκλησία βοηθά όλους τους ανθρώπους, που είναι δημιουργήματα του Θεού. Όμως, αυτό το σημαντικό έργο δεν πρέπει να χρησιμοποιείται για συσπείρωση ανθρώπων για να γίνουν οπαδοί. Το ακόμη χειρότερο πράγμα είναι να χρησιμοποιεί κανείς την φιλανθρωπία για να καταδυναστεύει τον άνθρωπο και να καταργεί την προσωπική και θρησκευτική ελευθερία του.
- Μήπως, μετά τα «ανοίγματα» που επιχειρήθηκαν τα τελευταία χρόνια, περνάει και πάλι περίοδο εσωστρέφειας η Εκκλησία; Μπορεί να συνδυαστεί η πνευματικότητα με μια εκκλησία περισσότερη «ανοιχτή»;
Η Εκκλησία εκφράζεται στον ιστορικό και κοινωνικό χώρο με τα διάφορα πρόσωπα που κάθε φορά την εκπροσωπούν. Καθένας έχει τα ιδιαίτερα χαρίσματά του τα οποία επηρεάζουν και τον τρόπο της ποιμαντικής του διακονίας. Αλλά αυτό που λέμε Εκκλησία δεν ταυτίζεται με τους Κληρικούς, με αυτό που φαίνεται, αφού στην Εκκλησία υπάρχει και αυτό που δεν φαίνεται. Και στο ανθρώπινο σώμα υπάρχουν πολλές λειτουργίες και όργανα που δεν φαίνονται, αλλά συντελούν στην υγεία ή την ασθένεια του σώματος. Έτσι, όπου υπάρχει πνευματική υγεία και ωριμότητα εκεί συνδυάζεται η πνευματικότητα με την κοινωνική προσφορά, εναρμονίζεται η εσωτερική ζωή με την εξωτερική δραστηριότητα, διαφορετικά επικρατεί αρρώστια.


Read more: http://www.newsbomb.gr/ellada/apokalypseis/story/530922/naypaktoy-ierotheos-h-filanthropia-den-katadynasteyei#ixzz4fu51R189

ΥΠΑΡΞΙΑΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑ Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος.




Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος. Στο βιβλίο αυτό ο συγγραφέας παρουσιάζει την σύγχρονη ψυχολογική σχολή της «λογοθεραπείας» του Victor Frankl που κάνει λόγο για νόημα ζωής. Παράλληλα παρουσιάζει τις κεντρικές θέσεις της Ορθόδοξης Ψυχοθεραπείας συγκριτικά με την «λογοθεραπεία» και καταλήγει ότι η Ορθόδοξη Παράδοση προχωρεί
πέρα και από την «λογοθεραπεία».
Πρόλογος.
Σε πολλά κείμενά μου, τα οποία έχουν δημοσιευθεί στο παρελθόν και άλλα που είναι αδημοσίευτα, παρουσιάζω την επικαιρότητα της Ορθοδόξου Παραδόσεως. Αυτό φαίνεται σε πολλούς τομείς και σε πολλές εκφράσεις της σύγχρονης ζωής. Σήμερα από πολλούς ανθρώπους που διψούν για την αλήθεια και την λύση των υπαρξιακών προβλημάτων αναζητάται η Ορθόδοξη Παράδοση.
Αυτό παρατηρείται σε όλες τις εποχές. Όταν διαβάζει κανείς πατερικά κείμενα βλέπει ότι οι άγιοι Πατέρες δεν έκαναν φιλοσοφία, δεν ήταν θεωρητικοί φιλόσοφοι και στοχαστές, αλλά ασχολούνταν με ποιμαντικά προβλήματα της εποχής τους. Κυρίως ήταν ποιμένες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας. Έτσι, τους απασχολούσαν τα προβλήματα των ανθρώπων που ποίμαιναν και προσπαθούσαν να τα λύσουν μέσα από την θεολογία της Εκκλησίας, τον αποκαλυπτικό λόγο. Γι’ αυτό και οι Πατέρες είναι πάντα σύγχρονοι. Στις σελίδες που ακολουθούν προσπαθώ να δω την σύγχρονη ψυχολογική σχολή που ονομάζεται «λογοθεραπεία», την επικαιρότητά της, και σε πολλά σημεία την ομοιότητά της με την Ορθόδοξη Παράδοση. Βέβαια, η Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία είναι Θεανθρωποκεντρική, ενώ η λογοθεραπεία, όπως θα παρουσιασθεί, είναι ανθρωποκεντρική. Όμως έχουν πολλά κοινά σημεία, αφού η λογοθεραπεία διαφοροποιείται από άλλες ψυχαναλυτικές σχολές και πλησιάζει περισσότερο προς την Ορθόδοξη Παράδοση, από πλευράς μεθοδολογίας και αρχών.
Ύστερα από την παρουσίαση των κεντρικών σημείων της λογοθεραπείας θα εκθέσω και τις κεντρικές θέσεις της Ορθοδόξου Ψυχοθεραπείας. Δεν θα επιδιώξω να κάνω πολλές συγκρίσεις μεταξύ των δύο, αλλά μέσα από την παρουσίαση των κεντρικών θέσεων, τόσο της λογοθεραπείας όσο και της Ορθόδοξης Ψυχοθεραπείας, θα βγουν μερικά συμπεράσματα μεταξύ των οποίων ότι η Ορθόδοξη Παράδοση προχωρεί πέρα και από την λογοθεραπεία.
Η ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ VICTOR FRANKL.
 Είναι γνωστό ότι στον δυτικό χώρο τα τελευταία χρόνια δημιουργήθηκαν διάφορες ψυχολογικές σχολές για να μελετήσουν τα προβλήματα που αναφύονται στον εσωτερικό χώρο του ανθρώπου. Γίνεται πολύς λόγος για ψυχανάλυση και ψυχοθεραπεία. Αυτό ήταν συνέπεια της κυριαρχίας του ορθολογισμού και της νοησιαρχίας κατά την αναγέννηση και τον διαφωτισμό. Όμως παρατηρήθηκε πολύ σωστά ότι ο άνθρωπος δεν εξαντλείται στην λογική, ούτε κέντρο του είναι ο ορθός λόγος, αλλά πέρα από αυτό υπάρχει και το λεγόμενο υποσυνείδητο, καθώς επίσης και άλλες δυνάμεις που καθορίζουν την συμπεριφορά του. Μέσα σε αυτήν την προοπτική αναπτύχθηκε η ψυχολογία και διάφορες ψυχολογικές σχολές στην Δύση. Μεταξύ των σχολών αυτών που καλλιεργήθηκαν τα τελευταία χρόνια συγκαταλέγεται και η λεγομένη λογοθεραπεία.
Όταν κάνουμε λόγο για λογοθεραπεία δεν εννοούμε την θεραπεία της δυσλεξίας, δηλαδή την θεραπεία διαφόρων ανωμαλιών που συμβαίνουν κατά την διατύπωση και εκφορά του λόγου, αλλά κάτι άλλο βαθύτερο. Στις επόμενες αναλύσεις θα μελετήσουμε συνοπτικά την παρουσίαση του βασικού εκφραστού της ψυχοθεραπευτικής αυτής μεθόδου, καθώς επίσης τί είναι η λογοθεραπεία, ποια είναι η διαφορά της από την ψυχανάλυση και την αναδρομική κίνηση, ποιες είναι οι βασικές αρχές της λογοθεραπείας και μερικά άλλα ενδιαφέροντα σημεία της.
Ο βασικός εκφραστής της λογοθεραπείας.
 Ο δημιουργός και εκφραστής της λογοθεραπείας είναι ο Victor Frankl ο οποίος γεννήθηκε το 1905, σπούδασε ιατρική και φιλοσοφία στο πανεπιστήμιο της Βιέννης, όπου πήρε και το δικτατορικό του δίπλωμα. Στην συνέχεια έγινε Καθηγητής της Νευρολογίας και της Ψυχιατρικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Βιέννης, πρόεδρος της Αυστριακής Ιατρικής Εταιρείας της Ψυχοθεραπείας και διευθυντής του Νευρολογικού τμήματος της Νοσοκομειακής Πολυκλινικής της Βιέννης, όπως και επισκέπτης καθηγητής για την καλοκαιρινή περίοδο του Πανεπιστημίου του Harvard και του Southen Methodist University.
Ο Victor Frankl δημοσίευσε μελέτη του για πρώτη φορά σε περιοδικό που εκδιδόταν από τον Freud, αλλά γρήγορα ανεξαρτητοποιήθηκε από αυτόν, διδάσκοντας τις δικές του θεωρίες για την ψυχοθεραπεία. Τα βιβλία του έχουν μεταφραστή σε πολλές γλώσσες, ο ίδιος περιόδευσε πολλές χώρες διδάσκοντας τις θεωρίες του για την λογοθεραπεία, ως την αληθινή ψυχοθεραπεία. Ο Victor Frankl δεν είναι ένας θεωρητικός επιστήμονας που κατοχύρωσε τις απόψεις για την λογοθεραπεία μέσα στο γραφείο του, αλλά είχε το σπάνιο, αλλά και τραγικό προνόμιο να αναπτύξει και εφαρμόσει τα κεντρικά σημεία της θεωρίας του στα στρατόπεδα συγκεντρώσεων του Άουσβιτς και του Νταχάου, όπου ήταν για τρία ολόκληρα χρόνια κρατούμενος.
Ήταν από τους λίγους που απέφυγαν τον θάνατο, και σ’ ένα σημαντικό του βιβλίο με τίτλο «αναζητώντας νόημα ζωής και ελευθερίας» και με υπότιτλο, που αποτελούσε τον βασικό τίτλο, όταν δημοσιεύθηκε, για πρώτη φορά, «από το στρατόπεδο του θανάτου στον υπαρξισμό», περιέγραψε τόσο την τραγικότητα της ζωής των στρατοπέδων αυτών, όσο και τον τρόπο με τον οποίο μπορούσε κανείς να υπερβεί αυτήν την τραγικότητα.
Το βιβλίο αυτό που κρίθηκε στην Αμερική ως το καλύτερο βιβλίο του έτους 1961-1962 γνώρισε επανειλημμένες εκδόσεις με αριθμό αντιτύπων δυόμιση εκατομμυρίων. Αυτός που έζησε στα στρατόπεδα συγκεντρώσεων και μπόρεσε να ωφεληθεί ο ίδιος, αλλά και να βοηθήσει τους άλλους, μπορεί να έχει λόγο, για τις απόψεις του, τις οποίες καλλιέργησε και επιβεβαίωσε εκεί, αλλά ανέπτυξε επιστημονικά στις μεταγενέστερες δημοσιεύσεις- μελέτες του. Άλλωστε, ο ίδιος δέχθηκε φοβερά κτυπήματα στο οικογενειακό του περιβάλλον, αφού ο πατέρας του, η μητέρα του, ο αδελφός του και η σύζυγός του αφανίστηκαν στα στρατόπεδα συγκεντρώσεων ή πέθαναν στους θαλάμους αερίων. Μόνο η αδελφή του διασώθηκε από αυτήν την οικογενειακή τραγωδία. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ο Gordon Allport, καθηγητής της ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο του Harvard, ο οποίος είναι από τους πιο διακεκριμένους συγγραφείς στον τομέα αυτόν και συνετέλεσε πάρα πολύ, ώστε η θεωρία του Frankl να περάσει στην Αμερική, έγραψε χαρακτηριστικά, προλογίζοντας το βιβλίο του Frankl: «ένα ψυχίατρο που ήρθε ο ίδιος προσωπικά σε επαφή με τέτοιες ακραίες καταστάσεις, ένα τέτοιο ψυχίατρο αξίζει τον κόπο να ακούσει κανείς. Αυτός καλύτερα από κάθε άλλον, πρέπει να είναι ικανός να εκφέρει απόψεις για τα ανθρώπινα πράγματα με σοφία και κατανόηση».
Το ότι πρέπει να προσεχθούν αυτές οι απόψεις δεν οφείλεται μόνο σε συναισθηματικούς λόγους, αλλά κυρίως σε επιστημονικούς και αντικειμενικούς. Γιατί, ναι μεν ταλαιπωρήθηκε ο ίδιος προσωπικά στα στρατόπεδα συγκεντρώσεων, αλλά όμως οι απόψεις του, όπως εκφράζονται και διατυπώνονται στα έργα του, τεκμηριώνονται επιστημονικά και συνιστούν σύγχρονες απόψεις της επιστήμης της Ψυχοθεραπείας στην Δύση.
Πάνω σε αυτό το θέμα ο Gordon Allport θα γράψει χαρακτηριστικά: «Οι απόψεις του Δρα Φράνκλ βρίσκουν μεγάλη και γνήσια απήχηση γιατί στηρίζονται σε τόσο βαθιές εμπειρίες που δεν μπορούν να εξαπατούν. Αποκτούν δε ακόμη μεγαλύτερο κύρος από το γεγονός ότι ο ίδιος κατέχει τώρα έδρα στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Βιέννης και από το γεγονός ακόμα της φήμης των κλινικών λογοθεραπείας που συνεχώς ιδρύονται σε όλο τον κόσμο, σύμφωνα με το πρότυπο της δικής του περιώνυμης Νευρολογικής Πολυκλινικής της Βιέννης».
Είναι πολύ σημαντική, κατά την γνώμη μου, η παρατήρησή του, την οποία διατυπώνει, ως συνέχεια των προηγουμένων: «Στην Ευρώπη σήμερα παρατηρείται μια σημαντική απομάκρυνση από τον Φρόιντ και μια συνεχώς διευρυνόμενη εξάπλωση της υπαρξιακής αναλύσεως, η οποία παρουσιάζει ποικιλία συγγενών μορφών. Η σχολή της λογοθεραπείας είναι μία από αυτές».
Πράγματι, όπως έχω παρατηρήσει από προσωπική μελέτη, στην Ευρώπη, αλλά κυρίως στην Αμερική, έχουν αναθεωρηθεί πολλές απόψεις της λεγομένης ψυχολογίας του βάθους και του υποσυνειδήτου, αφού αναπτύσσονται αφ’ ενός μεν αντίθετες τάσεις, όπως η αντιψυχιατρική, αφ’ ετέρου δε καλλιεργούνται άλλες σχολές, όπως η λογοθεραπεία, η θεωρία της θετικής σκέψης κλπ.
Βέβαια, εδώ δεν είναι ο κατάλληλος χώρος για να αναφερθούμε σε αυτό το γεγονός. Το θέμα είναι ότι η λογοθεραπεία θεωρείται πιο μοντέρνα πράξη από την ψυχανάλυση. Στην πραγματικότητα η λογοθεραπεία συνιστά την εισαγωγή της υπαρξιακής φιλοσοφίας στην ψυχολογία.
Είναι χαρακτηριστικός ο λόγος των James Crumbauch και Leonard Maholick ότι «η ψυχοθεραπευτική μέθοδος του Frankl, η λογοθεραπεία, είναι εφαρμογή των αρχών της υπαρξιακής φιλοσοφίας στην κλινική της άσκηση». Γι’ αυτόν τον λόγο σήμερα, που παρατηρείται έντονα έξαρση των υπαρξιακών λεγομένων προβλημάτων και ερωτημάτων, η λογοθεραπεία του Victor Frankl αποκτά μεγάλη επικαιρότητα. Και αν σκεφθούμε ότι αυτή η μέθοδος αντιμετωπίσεως των προβλημάτων πλησιάζει περισσότερο στην ορθόδοξη νηπτική παράδοση, που μπορούμε να αποκαλέσουμε Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία, δείχνει την ουσιαστική της προσφορά.
Τί είναι η λογοθεραπεία.
 Ύστερα από όσα προηγήθηκαν για τον εισηγητή και εκφραστή της λογοθεραπείας πρέπει να προχωρήσουμε στην απάντηση πάνω στο ερώτημα τί θεωρούμε, ως λογοθεραπεία. Και αυτό είναι σοβαρό, γιατί είναι ενδεχόμενο να την ταυτίσουμε με την θεραπευτική αντιμετώπιση των ασθενειών της προφοράς και εκφράσεως του λόγου, δηλαδή της δυσλεξίας.
Ο Victor Frankl επεξηγεί ότι στην αρχή, και μάλιστα στην δεκαετία του 1920, χρησιμοποίησε πρώτα τον όρο υπαρξιακή ανάλυση για να δηλώσει την μέθοδο ψυχοθεραπείας, που χρησιμοποιούσε. Επειδή, όμως, ο όρος αυτός χρησιμοποιήθηκε και από άλλον με διαφορετικό περιεχόμενο και επήλθε σύγχυση, γι’ αυτό και ο ίδιος τον αντικατέστησε με τον όρο «λογοθεραπεία». Βέβαια, εξ αρχής πρέπει να υπογραμμισθεί, ότι ο όρος «λογοθεραπεία» δεν εννοείται, ως θεραπεία της δυσλεξίας, όπως χρησιμοποιείται, εν πολλοίς σήμερα, αλλά με την βαθύτερη έννοια, όπως την χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι φιλόσοφοι.
Είναι γνωστό ότι στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία ο όρος λόγος έχει πολλές έννοιες και δεν εξαντλείται αποκλειστικά στον έναρθρο λόγο ή την λογική. Κατά τον Ηράκλειτο ο όρος λόγος σήμαινε το υπέρτατο πνεύμα που διαχέει το σύμπαν και καθορίζει τις σχέσεις των όντων, καθώς επίσης την δύναμη που υπήρχε στον άνθρωπο και του έδινε την δυνατότητα να διανοείται και να ομιλεί.  Ο λόγος, κατά τον Πλάτωνα, είναι η υπερτάτη ιδέα, που αποτελεί την ψυχή του παντός, κατά τον Αριστοτέλη είναι ο υπέρτατος θείος νους, και κατά τον Δημόκριτο ο λόγος είναι η υπερτάτη θεία αρχή, που διέπει τα πάντα και κυβερνά το σύμπαν.
Ο Victor Frankl επεξηγεί ότι ο όρος «λόγος» προέρχεται από την ελληνική γλώσσα και σημαίνει νόημα ή σκοπό, γι’ αυτό και η λογοθεραπεία δίνει έμφαση στο νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης, καθώς και στην αναζήτηση του ανθρώπου για ένα τέτοιο νόημα. Σε άλλο σημείο λέγει ότι «ο κόσμος των νοημάτων και αξιών μπορεί πολύ ορθά να ονομαστούν λόγος». Ο λόγος ως νόημα και σκοπός συνδέεται με την ιδέα, γι’ αυτό, όπως χαρακτηριστικά υπογραμμίζει, «η λογοθεραπεία είναι μια ψυχοθεραπεία προσανατολισμένη προς το νόημα και επαναπροσδιορίζει τον ασθενή προς το νόημα». Υπάρχει ένα άλλο πολύ ενδιαφέρον σημείο, που ξεκαθαρίζει ακόμη περισσότερο τα πράγματα και δηλώνει πώς εννοεί ο Victor Frankl τον όρο «λόγο».
Ισχυρίζεται ότι ο «λόγος» είναι βαθύτερος της λογικής, επομένως δεν ταυτίζεται απόλυτα με την ανθρώπινη σκέψη και λογική. Γράφει: «Ο Λόγος είναι κάτι βαθύτερο από την λογική», γι’ αυτό και κάνει λόγο για «υπέρ-νόημα», δηλαδή υπέρτατο νόημα που «ξεπερνά και υπερβαίνει τις πεπερασμένες διανοητικές ικανότητες του ανθρώπου». Σε ένα άλλο σημείο των γραπτών του φαίνεται ότι συνδέει τον λόγο με το πνεύμα. Γράφει: «Στην πραγματικότητα λόγος (logos) σημαίνει νόημα, όπως επίσης σημαίνει και πνεύμα (spirit)».
Και η λογοθεραπεία παίρνει την πνευματική ή την νοολογική διάσταση σε όλη της την έκταση. Οριοθετώντας ο Victor Frankl με αυτόν τον τρόπο την λέξη «λόγος», ισχυρίζεται ότι η λογοθεραπεία προσπαθεί να βοηθήσει τον ασθενή «να αποκαλύπτει τον υπολανθάνοντα λόγο της ύπαρξης του και ν’ αποκτά επίγνωση αυτού». Ο σκοπός της λογοθεραπείας είναι να οδηγήσει τον άνθρωπο στην εύρεση του δικού του νοήματος, του νοήματος της υπάρξεώς του. Βέβαια, με αυτό που λέγεται φαίνεται ότι η λογοθεραπεία είναι μια ψυχαναλυτική μέθοδος, αφού στρέφει τον άνθρωπο μέσα στο βάθος της ύπαρξής του. Όμως, αυτό γίνεται στην αρχή, γιατί ο βαθύτερος σκοπός της λογοθεραπείας είναι να κάνει τον άνθρωπο να ενδιαφέρεται και για πνευματικά θέματα, όπως ακριβώς είναι ο δυνάμει σκοπός της ύπαρξής του.
Θα δούμε στην συνέχεια ότι επιδιώκει να βγάλει τον άνθρωπο από τα στενά όρια των ενστίκτων και της θελήσεως. Γι’ αυτό η λογοθεραπεία δεν είναι απλώς μια υπαρξιακή ανάλυση, αλλά προχωρεί πέρα από αυτήν. Η λογοθεραπεία δεν είναι μόνο ανάλυση, αλλά και ψυχοθεραπεία. Αυτήν την διαφορά μεταξύ ψυχανάλυσης και ψυχοθεραπείας θα την δούμε σε άλλη ενότητα.
Εκείνο που πρέπει να λεχθεί εδώ είναι ότι η λογοθεραπεία δεν ασχολείται με το «είναι», αλλά με το νόημα, δεν ασχολείται με το ον,  αλλά με την ιδέα, τον λόγο. Για να μη φανούν λίγο κουραστικά αυτά που λέμε πρέπει να αναφέρουμε ένα παράδειγμα, που χρησιμοποιεί ο ίδιος ο Victor Frankl.
Κάποιος ηλικιωμένος στην Βιέννη υπέφερε από κατάθλιψη λόγω του θανάτου της γυναίκας του. Ο Frankl προσπάθησε να τον βοηθήσει στην κατάσταση που βρισκόταν. Του έκανε την ερώτηση: «τί θα συνέβαινε αν είχες πεθάνει πρώτος εσύ και η γυναίκα σου θα έπρεπε να επιζήσει;». Στην απάντηση εκείνου ότι η γυναίκα του θα υπέφερε πιο πολύ, ο Frankl του είπε, ότι του δόθηκε η ευκαιρία να σηκώσει αυτός, από αγάπη, τον πόνο που θα υπέφερε η γυναίκα του, αν έμενε εκείνη στην ζωή. Με αυτόν τον τρόπο, όπως σημειώνει, «ο γέρος ξαφνικά είδε την κατάστασή του με άλλα μάτια και επανεκτίμησε τον πόνο του μέσα από το νόημα της θυσίας, για χάρη της γυναίκας του».
Όταν ο Victor Frankl ανέφερε σε μια ομιλία του αυτό το παράδειγμα, ένας Αμερικανός ψυχαναλυτής του αντέταξε, ότι ο ασθενής εκείνος πονούσε πολύ από τον θάνατο της γυναίκας του, επειδή υποσυνείδητα την μισούσε, όσο ζούσε. Στην ένσταση αυτή ο Victor Frankl απάντησε πολύ εμφαντικά: «Αυτό μπορούσε να συμβεί, αν είχες τον ασθενή ξαπλωμένο στο ντιβάνι σου για 500 ώρες και αφού θα του είχες κάνει πλύση εγκεφάλου και θα τον είχες κατηχήσει μέχρι του σημείου να ομολογήσει: «Ναι γιατρέ, έχεις δίκιο, μισούσα τη γυναίκα μου... ποτέ δεν την αγάπησα». Και συνέχισε: «Εσύ μεν θα είχες πετύχει να στερήσεις απ’ αυτόν τον γέρο το μόνο πολύτιμο θησαυρό που του είχε απομείνει, ιδιαίτερα αυτή την ιδανική συζυγική ζωή, που είχανε χτίσει, τη δική τους πραγματική αγάπη..., όμως εγώ πέτυχα μέσα σ’ ένα λεπτό με μια ουσιαστική αντιστροφή της στάσης του –για να λέμε και την αλήθεια– να του δώσω παρηγοριά». Αυτό το παράδειγμα δείχνει περίπου πώς εργάζεται η λογοθεραπεία, ότι δίνει νόημα στην ύπαρξη του ανθρώπου. Αυτό θα το δούμε αναλυτικότερα σε άλλες ενότητες. Εδώ πρέπει να πούμε ότι η λογοθεραπεία του Victor Frankl δεν είναι απαραίτητο να ενταχθεί μέσα σε θρησκευτικά πλαίσια. Δεν τα αποκλείει, αλλά δεν την περιορίζει εκεί.
Ωστόσο προσπαθεί να αλλάξει την προσωπικότητα του ανθρώπου με το να τον βοηθήσει να βρει ένα νόημα, το δικό του νόημα για την ζωή. Η επικαιρότητα, αλλά και η αξία της λογοθεραπείας φαίνεται από την παρατήρηση του Frankl, ότι πολλές φορές ο ψυχίατρος βλέπει μπροστά του ανθρώπινα προβλήματα, παρά ειδικά κλινικά συμπτώματα, συναντά ανθρώπους που, ενώ παλαιότερα πήγαιναν, για να λύσουν αυτά τα προβλήματα στον παπά, τον πάστορα και τον ραβίνο  τώρα καταφεύγουν στις κλινικές, τα ιατρεία και τους ψυχιάτρους.
Ο Victor Frankl έχει παρατηρήσει ότι ο σύγχρονος άνθρωπος πάσχει κυρίως από υπαρξιακά προβλήματα. Επανειλημμένως στα κείμενά του κάνει λόγο για υπαρξιακό κενό, που σημαίνει ότι οι άνθρωποι αμφισβητούν, ότι η ζωή έχει κάποιο νόημα. Δεν βρίσκουν νόημα για την ζωή τους. Με τον όρο «υπαρξιακό κενό» εννοεί «την εμπειρία της ολικής στέρησης ή απώλειας ενός ύστατου νοήματος στην ύπαρξη του ανθρώπου, που κάνει την ζωή ν’ αξίζει».
Κατά την λογοθεραπεία αυτό το υπαρξιακό κενό, μαζί με άλλα αίτια, μπορεί να προκαλέσει νευρώσεις που καλούνται, όπως θα δούμε σε άλλη ενότητα, νοογενείς νευρώσεις. Γι’ αυτό, καμιά ψυχανάλυση ή ψυχοθεραπεία, όσο τέλεια κι αν είναι, δεν μπορεί να βοηθήσει τον άνθρωπο, αν δεν συνεργήσει ουσιαστικά η λογοθεραπεία. Το υπαρξιακό κενό, δηλαδή όταν ο άνθρωπος φθάσει στο σημείο να παραδεχθεί, ότι η ζωή δεν έχει κανένα νόημα, οδηγεί στην υπαρξιακή απελπισία και το υπαρξιακό άγχος.
Οι άνθρωποι που διακατέχονται από αυτό το υπαρξιακό άγχος «εκδηλώνουν μια εσωτερική κενότητα και μια κουφότητα, όπου τα νευρωτικά συμπτώματα αφθονούν». Σε περιστάσεις υπαρξιακού κενού ο άνθρωπος οδηγείται και στην επιθυμία σεξουαλικής αναπλήρωσης. Νομίζει ότι με την σεξουαλική πράξη θα μπορέσει, να ξεφύγει αυτό το κενό που αισθάνεται. Έτσι και αυτή η επιθυμία απολαύσεως της ηδονής πολλές φορές έχει αφορμή την υπαρξιακή πείνα.
Όπως παρατηρεί ο Frankl «στις περιπτώσεις αυτές του υπαρξιακού κενού μπορούμε να παρατηρήσουμε, ότι η σεξουαλική ορμή αποχαλινούται». Δεν έχω, βέβαια, πρόθεση, στην πρώτη αυτή ενότητα να εξαντλήσω το θέμα της αξίας της λογοθεραπείας και της διαφοράς της από την ψυχανάλυση και τις άλλες ψυχοθεραπείες. Αυτό θα το δούμε πιο κάτω.
Εκείνο που θα ήθελα να παρατηρήσω είναι ότι λογοθεραπεία είναι η ψυχοθεραπεία εκείνη που αποβλέπει στο να δώσει στον άνθρωπο ένα νόημα ζωής, που είναι στον καθένα διαφορετικό, το οποίο νόημα δεν εξαντλείται στα όρια της βιολογικής του συγκροτήσεως. Και αυτό, γιατί οι λογοθεραπευτές έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι αναδρομές ή ψυχαναλύσεις δεν μπορούν να βοηθήσουν αποτελεσματικά τον άνθρωπο, αν δεν συνδράμει η λογοθεραπεία, με όλο το υπαρξιακό της περιεχόμενο.
Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
Συγγένεια μεταξύ λογοθεραπείας και νηπτικής θεολογίας.
Η ανάλυση της λογοθεραπείας του Frankl έχει δείξει ότι οι βασικές αρχές της συγγενεύουν πολύ με τις απόψεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Η μελέτη για πολλά έτη των ψυχολογικών σχολών, που επικρατούν σήμερα, με έκαναν να ενθουσιασθώ με τις απόψεις της λογοθεραπείας του Frankl. Αυτό δεν σημαίνει ότι σε μερικά σημεία δεν βρίσκει κανείς διαφορές από την ορθόδοξη νηπτική παράδοση, αλλά εκείνο που πρέπει να σημειώσουμε είναι ότι υπάρχουν πολλές ομοιότητες.
Όταν πριν δέκα χρόνια έγραψα βιβλίο με τίτλο «Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία» δέχθηκα επικρίσεις, επειδή χρησιμοποίησα αυτόν τον τίτλο, για τον λόγο ότι θα μπορούσε να γίνει σύγχυση με την θύραθεν λεγομένη ψυχοθεραπεία. Με την ανάλυση όμως της λογοθεραπείας του Frankl φαίνεται, ότι ο όρος «Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία» δεν είναι καθόλου άσχετος, αφού η πραγματική ψυχοθεραπεία συνδέεται με την προσφορά νοήματος για την ζωή.  
Ακριβώς δε η ορθόδοξη θεολογία προσφέρει το μεγαλύτερο νόημα, που είναι η θέωση, η κοινωνία και ενότητα με τον Θεό. Μέσα από την προοπτική αυτή φαίνεται η μεγάλη αξία και σημασία της νηπτικής παραδόσεως, της λεγομένης Ορθόδοξης Ψυχοθεραπείας στην σύγχρονη εποχή.
Βέβαια, κατά την συγγραφή του βιβλίου αυτού με τίτλο «Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία», ενώ είχα την δυνατότητα να κάνω συγκρίσεις με άλλες ψυχαναλυτικές σχολές που επικράτησαν και επικρατούν στον δυτικό χώρο, δεν ήθελα να κάνω καμιά συσχέτιση και σύγκριση. Ο βαθύτερος σκοπός μου ήταν να παρουσιάσω μόνο την ορθόδοξη αντίληψη για την ψυχοθεραπεία, χωρίς να κάνω συγχύσεις, συγκρίσεις και άλλες παρόμοιες ενέργειες. Σε μια εποχή που παραθεωρείται από πολλούς ψυχιάτρους η ορθόδοξη νηπτική παράδοση ήθελα να παρουσιάσω τα βασικά της στοιχεία. Νομίζω ότι η προσπάθειά μου αυτή δικαιώθηκε, γιατί από τότε μέχρι σήμερα δέχομαι πολλές θετικές κρίσεις, και ιδίως μάλιστα όταν το βιβλίο αυτό μεταφράστηκε στην αγγλική γλώσσα. Πολλοί παρετήρησαν, ότι οι απόψεις που παρουσιάζουν οι Πατέρες στα κείμενά τους και στα οποία γίνεται λόγος για την διάκριση μεταξύ νου και λογικής, για τον τρόπο αντιμετωπίσεως των λογισμών, για τον ορθόδοξο ησυχασμό, για την γνώση του Θεού, για την Ορθοδοξία ως θεραπευτικής επιστήμης, είναι σύγχρονες αναζητήσεις, και επομένως ό,τι μοντέρνο κυριαρχεί σήμερα στον δυτικό χώρο.
Μέσα στα πλαίσια αυτά κλήθηκα, να δώσω ομιλίες – διαλέξεις, σε ξένες χώρες, ιδίως στον Καναδά και την Αμερική. Από την μελέτη της λογοθεραπείας του Frankl φαίνεται καθαρά η συγγένεια που υπάρχει μεταξύ λογοθεραπείας και Ορθοδόξου Ψυχοθεραπείας. Βέβαια, η λογοθεραπεία κινείται σε ουμανιστικά πλαίσια, όμως παρά ταύτα υπάρχουν πολλά κοινά σημεία. Όπως είδαμε ο Frankl κρίνει τις προηγούμενες ψυχαναλυτικές σχολές, χωρίς βέβαια να τις παραθεωρεί τελείως. Έχει την αίσθηση ότι τις συμπληρώνει και τις ξεπερνά. Δίνει προτεραιότητα στο νόημα που πρέπει να υπάρχει στην ζωή του ανθρώπου. Αυτό το νόημα είναι εκείνο που προσδιορίζει την ύπαρξη του ανθρώπου, και κάνει τον άνθρωπο να αντιμετωπίζει το βασικό του πρόβλημα, που είναι το υπαρξιακό κενό.
Ακριβώς εδώ βλέπουμε ότι και η Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία προσφέρει ένα τέτοιο μεγάλο νόημα που είναι η θέωση, δηλαδή η κοινωνία του ανθρώπου με τον Θεό. Η Ορθόδοξη Παράδοση διακηρύττει ότι η ηδονή και οι σεξουαλικές επιθυμίες δεν είναι εκείνες που πρέπει να κατευθύνουν, καθορίζουν και να καθοδηγούν τον άνθρωπο. Το ίδιο πρέπει να δη κανείς και σε άλλα θέματα, όπως στην ελευθερία του ανθρώπου, στις λεγόμενες νοογενείς νευρώσεις, αφού ο Frankl κάνει την διάκριση μεταξύ νοογενών και ψυχογενών νευρώσεων, στην ανάληψη του πόνου και την υπέρβαση του θανάτου, στην αξία των θετικών λογισμών για την ζωή του ανθρώπου κλπ.
Σε όλα αυτά τα σημεία βλέπουμε ομοιότητες μεταξύ της λογοθεραπείας και της Ορθοδόξου Ψυχοθεραπείας. Πιο κάτω θα τονίσουμε μερικά τέτοια κοινά σημεία, χωρίς βέβαια να κάνουμε μεγάλη ανάπτυξη. Εδώ, εκείνο που πρέπει να σημειωθεί είναι ότι υπάρχει συγγένεια μεταξύ της ορθοδόξου θεολογίας και της λογοθεραπείας του Frankl, κυρίως στην μέθοδο θεραπείας του ανθρώπου. Πρέπει κανείς να είναι τελείως άσχετος για να μην αντιληφθεί αυτήν την πραγματικότητα. Με την ευκαιρία αυτή πρέπει να υπογραμμίσω μια αλήθεια που την θεωρώ πολύ σημαντική. Συνήθως σήμερα ταυτίζουμε και συγχέουμε τα ψυχολογικά με τα πνευματικά. Υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες τα ψυχολογικά φαινόμενα, που συνδέονται με τις συναισθηματικές καταστάσεις, τα χαρακτηρίζουμε και τα αποδίδουμε με τον όρο «πνευματικά». Μπορεί κανείς, για παράδειγμα, να αισθάνεται μια συναισθηματική φόρτιση από διάφορα γεγονότα, μια χαρά, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι έλευση της Χάριτος του Θεού, και βέβαια, δεν ταυτίζεται απόλυτα με την κατάνυξη και την χαρμολύπη για την οποία κάνουν λόγο οι Πατέρες της Εκκλησίας.
Επίσης, υπάρχουν πνευματικές καταστάσεις, όπως τις συναντούμε στα έργα των Πατέρων της Εκκλησίας, και στα Συναξάρια, οι οποίες όμως δεν είναι ψυχολογικής και συναισθηματικής προέλευσης, αλλά ενέργεια της Χάριτος του Θεού, καρπός του Αγίου Πνεύματος. Καίτοι δεν ταυτίζονται απόλυτα τα ψυχολογικά με τα πνευματικά, καίτοι η ψυχολογική κατάσταση του ανθρώπου δεν ταυτίζεται, ούτε συγχέεται με την πνευματική του κατάσταση, εν τούτοις όμως επηρεάζεται πολύ. Δηλαδή, όταν ο άνθρωπος λάβει την Χάρη του Θεού, τότε αλλοιώνεται όλη η ύπαρξή του, αναγεννάται βαθμιαίως, κατά διαφόρους βαθμούς, όλη η ψυχοσωματική του συγκρότηση. Μέσα στην πορεία της αναγεννήσεως, οπωσδήποτε συγκαταλέγεται και η μεταμόρφωση των ψυχολογικών γεγονότων και καταστάσεων. Ο αείμνηστος μεγάλος Γέροντας Σωφρόνιος, ομιλεί για περιπτώσεις ανθρώπων, που ενώ βρίσκονταν σε ολοκληρωτική κατάρρευση, και ήταν αρκετά τραυματισμένοι, όταν πήγαν στο Άγιον Όρος και άρχισαν να θεραπεύονται, τότε σιγά σιγά άλλαζε η όψη τους, άλλαζε και όλη τους η συμπεριφορά και η ψυχοσωματική συγκρότηση. Αυτό το παρατηρούμε όλοι μας.
Βέβαια, η χαρακτηριολογία, δηλαδή ο χαρακτήρας του ανθρώπου παραμένει, δεν εξαφανίζεται, αλλά και αυτός με την μετάνοια μεταμορφώνεται. Τα ψυχικά τραύματα, οι τραυματικές εμπειρίες της παιδικής ηλικίας, όπως άλλωστε ισχυρίζεται και ο Victor Frankl, δεν καθορίζουν απόλυτα την ελευθερία του ανθρώπου, καθώς επίσης θεραπεύονται με την αγάπη των φορέων της αγωγής, με την ελευθερία, την οποία διαθέτουν, ως άνθρωποι, με την θέληση για νόημα, αλλά και με το ιδιαίτερο νόημα που θα βάζουν στην ζωή τους, και κυρίως με την ενέργεια της Χάριτος του Θεού. Όταν, παρά ταύτα, υπάρχουν μερικές περιπτώσεις που χρειάζονται ειδική φροντίδα και μέριμνα, τότε έχουν τον λόγο οι παιδοψυχίατροι.
Εκείνο που πρέπει να υπογραμμισθεί είναι ότι δεν είναι δυνατόν τα πορίσματα, από την μελέτη μερικών αρρωστημένων καταστάσεων, να καθολικοποιούνται, να προσαρμόζονται σε όλες τις περιπτώσεις. Πάντως, εκείνο που έγινε μέχρι τώρα φανερό είναι ότι η λογοθεραπεία του Frankl, ως προς την μέθοδο και την οντολογία, ομοιάζει με τον τρόπο και την μέθοδο, αλλά και την προοπτική της Ορθοδόξου Ψυχοθεραπείας, δηλαδή με την μέθοδο της νηπτικής παραδόσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Οι βασικές αρχές της νηπτικής θεολογίας.
Μιλώντας για την αξία της ορθοδόξου νηπτικής θεολογίας πρέπει να εκθέσουμε τις βασικές θεολογικές αρχές της. Βέβαια, δεν προτίθεμαι να κάνω εδώ μεγάλη ανάπτυξη, αφού ο αναγνώστης μπορεί να τα βρει όλα αυτά ανεπτυγμένα και τεκμηριωμένα σε άλλα μου βιβλία. Απλώς θα ήθελα να υπογραμμίσω μερικά σημεία τα οποία δείχνουν την συγγένειά της με τα βασικά σημεία της λογοθεραπείας του Frankl, αλλά και την ανωτερότητά της.
Πρώτον. Η ορθόδοξη θεολογία ασχολείται με την θεραπεία του ανθρώπου. Ο άνθρωπος ευρισκόμενος μακριά από τον Θεό είναι άρρωστος. Η ασθένεια δεν είναι μόνο σωματική και ψυχολογική, αλλά κυρίως υπαρξιακή. Αφού ο άνθρωπος είναι εικονικόν όν και το πρωτότυπό του είναι ο Χριστός, αυτό σημαίνει, ότι έξω από τον Θεό είναι άλογος, και γι’ αυτό πρέπει να λογοποιηθεί. Με αυτήν την έννοια μπορούμε να μιλάμε για λογοθεραπεία. Ο άνθρωπος, νεκρωμένος πνευματικά, απομακρυσμένος από τον Λόγο Χριστό πρέπει να επιστρέψει σε Αυτόν. Και αυτή η θεραπεία δεν γίνεται ανεξάρτητα από τον Λόγο Χριστό, που έγινε άνθρωπος για να θεραπεύσει τον άνθρωπο.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία θεωρείται και είναι πνευματικό θεραπευτήριο, πνευματικό Νοσοκομείο, που θεραπεύει τον άνθρωπο. Τα μυστήρια και η άσκηση, όλη η μέθοδος που διαθέτει, αποβλέπει σε αυτόν τον μοναδικό και ουσιαστικό σκοπό. Είναι φοβερό να έρχεται κανείς στην Εκκλησία για να θεραπευθεί, και αντί να βρίσκει νοσοκομείο, να συναντά ένα πολυτελέστατο ξενοδοχείο, και αντί να συναντά γιατρούς - θεραπευτές, να βρίσκει σερβιτόρους και στοχαστές.
 Δεύτερον. Η ορθόδοξη ανθρωπολογία κάνει διάκριση μεταξύ νου και λόγου, που είναι δύο παράλληλες ενέργειες της ψυχής. Ο λόγος είναι προφορικός και ενδιάθετος, η λογική διατυπώνει την εμπειρία του νου, αφού ο νους είναι ο πυρήνας της υπάρξεώς του, είναι ο οφθαλμός της ψυχής. Μερικές φορές στα κείμενα της Αγίας Γραφής και των Πατέρων ο νους ταυτίζεται και συνδέεται με την καρδιά. Όταν κάνουμε λόγο για καρδιά δεν εννοούμε μόνο το σωματικό όργανο, αλλά τον εσωτερικό εκείνο χώρο, ο οποίος ανακαλύπτεται με την εν Χάριτι άσκηση και στον οποίο αποκαλύπτεται ο Θεός. Με αυτήν την προοπτική μπορούμε και εμείς να κάνουμε διάκριση μεταξύ νοογενών και ψυχογενών νευρώσεων. Όταν ο νους του ανθρώπου είναι σκοτισμένος και ταυτίζεται με την λογική, τότε αναπτύσσονται οι λεγόμενες νοογενείς νευρώσεις. Η νέκρωση του νου, ο σκοτασμός και η φθορά του συνιστούν ένα είδος νευρώσεως.
Τρίτον. Ο βαθύτερος σκοπός του ανθρώπου είναι η θέωση. Μπορούμε να πούμε ότι η ζωή του Ορθοδόξου Χριστιανού προσδιορίζεται από αυτό το απόλυτο νόημα. Θέωση δεν είναι τίποτε άλλο παρά η κοινωνία και ενότητα του ανθρώπου με τον Θεό, δηλαδή αυτό που ο Θεός είναι κατ’ ουσίαν ο άνθρωπος να γίνει κατά μετουσίαν. Είναι δυνατόν να επιτευχθεί αυτή η θέωση, ακριβώς γιατί υπάρχουν τρεις ουσιαστικοί παράγοντες, ήτοι: ο άνθρωπος είναι δημιουργημένος κατ’ εικόνα του Λόγου του Θεού, υπάρχει ο Θεάνθρωπος Χριστός, στον οποίο ενώθηκε υποστατικά η θεία με την ανθρώπινη φύση, στο Πρόσωπο του Λόγου, και υπάρχει η Εκκλησία η οποία είναι το Σώμα του Θεανθρώπου Χριστού.
Βέβαια, εκτός από αυτό το απόλυτο νόημα, υπάρχουν και άλλα σχετικά που είναι η κάθαρση, η άσκηση στην καθημερινή ζωή, η αγάπη προς τον πλησίον, η ορθόδοξη αντιμετώπιση διαφόρων κοινωνικών και οικογενειακών γεγονότων και καταστάσεων. Όμως, όλα τα λεγόμενα σχετικά νοήματα πρέπει οπωσδήποτε να προσδιορίζονται, να ελέγχονται και να εμπνέονται από το απόλυτο νόημα, από τον απόλυτο σκοπό που είναι η θέωση. Οπωσδήποτε η θέωση, που συνιστά το λεγόμενο υπερνόημα, το απόλυτο νόημα, δημιουργεί μία ένταση. Αλλά όσο μεγαλύτερη είναι η ένταση, όπως θα έλεγε ο Frankl, όσο μεγαλύτερο είναι το νόημα, τόσο και θεραπεύεται ο άνθρωπος, αφού είναι γνωστόν ότι ο άνθρωπος αρρωσταίνει όχι από το μεγάλο νόημα, αλλά από την ανυπαρξία νοήματος, από το λεγόμενο υπαρξιακό κενό.
Επομένως, ο λόγος για θέωση δεν είναι πολυτέλεια για την ζωή του ανθρώπου, αλλά εκείνο που τον καθορίζει, δεν τον αφήνει να εξαντληθεί σε συναισθηματικές καταστάσεις και να πέσει στον ηθικισμό και την λογικοκρατία. Με άλλα λόγια δεν πρέπει κανείς να περιορίζεται σε μια φυσική ισορροπία, την λεγομένη από τον Frankl «ομοιοστασία», αλλά να προχωρεί στην δυναμική πορεία, στην ένταση, που μπορεί να χαρακτηρισθεί, ως «νοοδυναμική».
Τέταρτον. Η Ορθόδοξη Παράδοση γνωρίζει πολύ καλά τις συνέπειες της αμαρτίας του Αδάμ, αφού μετά την άρνηση του θελήματος του Θεού, μετά την ανυπακοή στην εντολή του Θεού και την απώλεια της κοινωνίας με τον Θεό, εισήλθε ο θάνατος στην ζωή του ανθρώπου, αλλά και η φθορά σε ολόκληρη την κτίση. Ο πόνος, οι ενοχές, που συνδέονται αναπόσπαστα με τον θάνατο, είναι μια πραγματικότητα. Η υπέρβαση του πόνου, του θανάτου και της αμαρτίας γίνεται με την ένωση με τον Θεάνθρωπο Χριστό. Ο Λόγος του Θεού ενηνθρώπησε, δηλαδή προσέλαβε το φθαρτό και θνητό σώμα, ακριβώς για να νικήσει την αμαρτία, τον θάνατο και τον διάβολο και να δώσει την δυνατότητα στον άνθρωπο να τα υπερβεί με την Χάρη Του. Ο πόνος είναι ένα μεγάλο πρόβλημα που συνδέεται αναπόσπαστα με την φθορά της φύσεως και είναι αποτέλεσμα της προπατορικής αμαρτίας.
Η Εκκλησία δεν έχει σκοπό να τον αρνηθεί, αλλά να τον υπερβεί με την δύναμη του Χριστού. Στην εκκλησιαστική εμπειρία βλέπουμε την ευεργετική αξία του πόνου. Δια της βιώσεως του πόνου ανοίγονται οι ορίζοντες του πνεύματος του ανθρώπου. Κάθε πόνος, κάθε δοκιμασία έχει το ιδιαίτερο νόημα και σκοπό. Εάν η ηδονή γέννησε τον πόνο, τώρα πρέπει ο άνθρωπος με την εν Χριστώ βίωση του πόνου να ξεπεράσει την ηδονή. Αλλά η βίωση και υπέρβαση του πόνου επιτυγχάνεται με την βίωση της πνευματικής ηδονής, που συνίσταται στην ανάπτυξη των εσωτερικών αισθήσεων.
Πέμπτον. Ένα από τα βασικά σημεία στα οποία δίνει μεγάλη προσοχή η ορθόδοξη νηπτική θεολογία είναι στο θέμα των λογισμών. Όταν κάνουμε λόγο για λογισμούς εννοούμε τις σκέψεις που συνδέονται με τις εικόνες, οι οποίες προέρχονται από την φαντασία και τις αισθήσεις. Ο αγώνας και η προσπάθεια έγκειται στο να μη κατεβούν οι λογισμοί μέσα στην καρδιά και γίνουν επιθυμία. Οι λογισμοί λέγονται έτσι γιατί πρέπει να παραμένουν απλοί λογισμοί, μέσα στον χώρο της λογικής και να μη συνδέονται με τα πάθη. Έτσι, λοιπόν, η όλη ασκητική κίνηση και διάθεση είναι να αποσυνδεθούν οι λογισμοί από τα πάθη, δηλαδή από σύνθετοι λογισμοί να γίνουν απλοί, και αφού βγουν από την καρδιά, να παραμείνουν στην λογική.
Πολλοί Πατέρες της Εκκλησίας, παλαιοί και σύγχρονοι, αντί να καταναλώνονται στον κυκεώνα της διακρίσεως των λογισμών, και στην αυτοανάλυση, εξασκούνται στην ανάπτυξη θετικών λογισμών. Σε κάθε γεγονός και δυσκολία της ζωής τους τοποθετούν καλούς λογισμούς, πολλές φορές θέτουν αντίθετους λογισμούς από αυτούς που τους προσφέρει ο κόσμος των αισθήσεων και των φαντασμάτων, αλλά και τα πονηρά πνεύματα, και έτσι ελευθερώνονται. Οι λογισμοί είναι έμμονες ιδέες που βασανίζουν τον άνθρωπο. Η ελευθέρωση από αυτές τις έμμονες ιδέες συνιστά την θεραπεία και την απόλαυση της πραγματικής ελευθερίας.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας ασχολήθηκαν επισταμένως με τα καταστρεπτικά αποτελέσματα των λογισμών, και μάλιστα των λεγομένων συνθέτων εμπαθών λογισμών. Είναι δυνατόν ο άνθρωπος με την εμμονή του σε τέτοιους λογισμούς να καταλήξει ακόμη και στην σχιζοφρένεια. Η ελευθέρωση επιτυγχάνεται με την προσευχή, την απόρριψη και περιφρόνηση των κακών λογισμών, κυρίως με τους θετικούς λογισμούς. Με αυτόν τον τρόπο, ακόμη και σωματικές ανωμαλίες και ασθένειες, που είναι αποτελέσματα των ενεργειών των κακών λογισμών, θεραπεύονται. Επομένως, οι θετικοί λογισμοί και η απόλυτη πεποίθηση στον Θεό, η εμπιστοσύνη στην αγάπη και το ενδιαφέρον Του για μάς, θεραπεύουν από ψυχοσωματικές ανωμαλίες, που είναι καρποί της ελλείψεως της νηπτικής και ησυχαστικής ζωής.
Έκτον. Η Χάρη του Θεανθρώπου Χριστού θεραπεύει τον άνθρωπο, μέσα στην λειτουργική, μυστηριακή και ασκητική ατμόσφαιρα της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Όμως στην προσπάθεια αυτή σπουδαίο ρόλο παίζουν οι διακριτικοί πνευματικοί Πατέρες. Όπως ο Μωυσής καθοδηγούσε τον Ισραηλιτικό λαό από την γη της Αιγύπτου στην γη της επαγγελίας, έτσι και οι πνευματικοί Πατέρες καθοδηγούν τον νέο λαό της Χάριτος από την γη της δουλείας στον χώρο της ελευθερίας. Μέσα στα πλαίσια αυτά πρέπει να κάνουμε λόγο για πνευματικούς θεραπευτές.
Κατά την Ορθόδοξη Παράδοση οι πραγματικοί θεραπευτές είναι οι άγιοι, οι οποίοι στην γλώσσα της εκκλησιαστικής παραδόσεως λέγονται θεούμενοι, γιατί μετέχουν κατά διαφόρους βαθμούς της θεοποιού ενεργείας του Θεού. Οι άγιοι είναι οι «πάσχοντες τα θεία» και όχι οι «διανοούμενοι τα θεία’. Αυτοί ζουν το απόλυτο νόημα, την θέωση, και στην συνέχεια οδηγούν τους ανθρώπους προς αυτόν τον σκοπό. Δεν αγνοούν την πραγματικότητα στην οποία βρίσκεται ο άνθρωπος, δεν αρκούνται στις ιδιαίτερες συνθήκες ζωής, αλλά με διαφόρους τρόπους που χρησιμοποιούν, προσπαθούν να τον βγάλουν από τις τραγικές καταστάσεις τις οποίες διέρχεται.
Για να είναι κάποιος ορθόδοξος θεραπευτής πρέπει να γνωρίζει ποια είναι η πνευματική κατάσταση και ασθένεια του ανθρώπου, που πρέπει να τον οδηγήσει, δηλαδή ποια είναι η πνευματική υγεία, και ποιά ειδική και γενική μέθοδο θεραπείας πρέπει να χρησιμοποιήσει για τον σκοπό αυτό. Ακριβώς αυτό κάνουν οι θεούμενοι Πατέρες. Οι θεούμενοι διακριτικοί πατέρες εργάζονται περισσότερο ως ιατροί, που θεραπεύουν τον άνθρωπο, παρά ως νομικοί σύμβουλοι και νομοθέτες. Βλέπουν την ασθένεια των συγκεκριμένων ανθρώπων, και προσπαθούν να τους θεραπεύσουν, να τους βοηθήσουν να αποκτήσουν καλό οφθαλμό και στην συνέχεια τους αφήνουν να πορεύονται τον δρόμο τους. Δεν παραβιάζουν την ελευθερία των πνευματικών τους παιδιών, αφού δεν έχουν την διάθεση να αποκτήσουν οπαδούς. Τους υποδεικνύουν τον υψηλό στόχο στον οποίο πρέπει να φθάσουν, αφού αυτό συνδέεται στενά με την οντολογία της υπάρξεώς τους, τους υποδεικνύουν ακόμη και τα θεραπευτικά μέσα, καθώς επίσης τους βοηθούν σε στιγμές αδυναμίας.
Μπορούν οι θεούμενοι, οι διακριτικοί πατέρες, να προσαρμόζουν την θεραπεία σε κάθε άρρωστο, έχουν την δυνατότητα να εξασκήσουν αυτό το σοβαρό και υπεύθυνο έργο, ακριβώς γιατί οι ίδιοι τους είναι θεραπευμένοι, είναι ολοκληρωμένες προσωπικότητες. Ο ορθόδοξος ησυχασμός Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι επίκαιρη σήμερα κυρίως για τον ησυχασμό τον οποίο διαθέτει. Η νηπτική θεολογία που αποτελεί την βάση της ορθοδόξου θεολογίας, που είναι η προϋπόθεση των Οικουμενικών Συνόδων, μπορεί να αποτελέσει τον κοινό συνδετικό κρίκο με όλα τα ψυχαναλυτικά ρεύματα που αναπτύχθηκαν και αναπτύσσονται στην Δύση.
Η μεγάλη προσφορά της νηπτικής θεολογίας και του ορθοδόξου ησυχασμού φαίνεται κυρίως σε δύο σημεία.
Το πρώτον, ότι η νηπτική θεολογία μπορούμε να πούμε, μιμούμενοι τον Frankl, διακρίνεται για την θεολογία του βάθους και την θεολογία του ύψους. Είδαμε προηγουμένως ότι ο Frankl αναλύοντας την ψυχανάλυση του Freud λέγει ότι η ψυχολογία του βάθους, όπως την ανέπτυξε ο Freud, πρέπει να συμπληρωθεί με την ψυχολογία του ύψους, και γι’ αυτό κατέληξε στην λογοθεραπεία, με την οποία προσφέρει ένα νόημα στον άνθρωπο, το οποίο νόημα βρίσκεται έξω από την ύπαρξή του. Μελετώντας κανείς προσεκτικά την νηπτική παράδοση της Εκκλησίας, τον λεγόμενο ησυχασμό, διαπιστώνει ότι κινείται μέσα στα ίδια πλαίσια, με την διαφορά ότι δεν κάνει λόγο για ψυχολογία του βάθους και του ύψους, αλλά για θεολογία του βάθους και του θεολογία του ύψους.
Όταν διαβάσει κανείς τα νηπτικά κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας καταλαβαίνει πολύ καλά ότι οι Πατέρες, με την δύναμη και ενέργεια της θείας Χάριτος, βλέπουν όλες τις κινήσεις των παθών στον χώρο της καρδιάς, αλλά και τις ενέργειες των δαιμόνων. Επίσης, ελέγχουν όλες τις κινήσεις των λογισμών και έχουν την δυνατότητα να κάνουν διάκριση μεταξύ των λογισμών που προέρχονται, άλλοι από τα πάθη, άλλοι από φυσικά γεγονότα, άλλοι από τον διάβολο και άλλοι από τον Θεό. Ταυτόχρονα, όμως, θα διαπιστώσει ότι εκεί γίνεται λόγος για υψηλές καταστάσεις θεοπτίας και Αποκαλύψεως. Το λεγόμενο νόημα, ο βαθύτερος σκοπός του ανθρώπου είναι πολύ υψηλός, αφού αναφέρεται στην όραση του ακτίστου Φωτός, και την ένωση με τον Θεό.
Έτσι, αυτό το νόημα είναι απόλυτο. Και όσο απόλυτο είναι τόσο και δημιουργεί ένταση, που έχει μεγάλα θεραπευτικά αποτελέσματα.
Το δεύτερο σημείο είναι ότι στα κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας γίνεται λόγος για την ελευθερία του ανθρώπου, αλλά και την Χάρη του Θεού. Η θεραπεία και η σωτηρία του ανθρώπου είναι καρπός συνεργείας, δηλαδή ενέργειας της θείας Χάριτος και συνεργείας του ανθρώπου. Ο άνθρωπος έχει αυτεξούσιο, ελευθερία, που είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα της προσωπικότητός του. Τίποτε δεν μπορεί να του καθορίσει απόλυτα την προσωπικότητά του, αν ο ίδιος δεν το θελήσει. Καίτοι η ανθρώπινη ελευθερία είναι περιορισμένη, αφού κινείται μέσα στα πλαίσια του δεδομένου της υπάρξεως, εν τούτοις όμως έχει μια δυνατότητα επιλογής. Ο άνθρωπος είναι εθελότρεπτος. Όμως, η θεία Χάρη είναι εκείνη που βοηθά την ελευθερία στην θετική της ανάπτυξη και θεραπεύει καταστάσεις που ο άνθρωπος αισθάνεται αδύνατος να υπερβεί.
Στην Ορθόδοξη Παράδοση δεν μπορούμε να κάνουμε λόγο για αυτοϊκανοποίηση ή αυτοέκφραση, για αυτοπραγμάτωση και για αυθυπέρβαση. Περισσότερο γίνεται λόγος για υπέρβαση, αλλά όμως με ένα διαφορετικό χαρακτήρα και περιεχόμενο. Γίνεται οπωσδήποτε υπέρβαση των πολλών δεδομένων και καταπιέσεων, αλλά αυτό δεν γίνεται με την ανθρώπινη δύναμη. Η υπέρβαση επιτυγχάνεται με την δύναμη και ενέργεια της θείας Χάριτος και την συνέργεια του ανθρώπου. Επομένως, στον ορθόδοξο ησυχασμό γίνεται λόγος για ελευθερία, για υπέρβαση, αλλά αυτό δεν πραγματοποιείται με τις ανθρώπινες δυνάμεις. Η υπέρβαση γίνεται από το «υπερνόημα», που οπωσδήποτε βρίσκεται έξω από την ύπαρξη του ανθρώπου, αλλά δεν ταυτίζεται με κάποια αφηρημένη ιδέα. Το υπερνόημα είναι η θέωση που γίνεται με την Χάρη του Θεού. Εδώ φαίνεται και η ανωτερότητα της Ορθοδόξου Παραδόσεως, από κάθε άλλη ψυχανάλυση, αλλά και λογοθεραπεία.
Θα ήθελα στην συνέχεια να δούμε μερικές χαρακτηριστικές διδασκαλίες των Πατέρων της Εκκλησίας στις οποίες γίνεται λόγος για την ορθόδοξη θεολογία του βάθους, αλλά και την ορθόδοξη θεολογία του ύψους. Πρέπει να μνημονεύσουμε το πνευματικότατο βιβλίο του αγίου Ιωάννου του Σιναΐτου, που λέγεται Κλίμαξ, και στο οποίο βρίσκονται όλες οι βασικές θέσεις για τον ορθόδοξο ησυχασμό. Το βιβλίο αυτό εκφράζει όλο το γνήσιο ησυχαστικό πνεύμα της Ορθοδόξου Παραδόσεως, όπως φαίνεται στα κείμενα της Αγίας Γραφής, των Πατέρων των πρώτων αιώνων, αλλά και των μεταγενεστέρων εποχών, το οποίο πνεύμα είναι η βάση της ορθοδόξου θεολογίας.
Ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης σε πολλά σημεία στο βιβλίο του καθορίζει σε τί συνίσταται ο ορθόδοξος ησυχασμός. Μερικές φράσεις του είναι ενδεικτικές και χαρακτηριστικές. Επειδή υπάρχει ησυχία σωματική και ησυχία ψυχική, αναφέρεται και στα δύο αυτά είδη ησυχαστικής ζωής. Κατ’ αρχάς, η ησυχία του σώματος χαρακτηρίζεται ως επιστήμη και κατάσταση ηθών και αισθήσεων. Λέγεται επιστήμη, γιατί πρόκειται για γνώση και μέθοδο δια της οποίας αποκτά κανείς την ψυχική ησυχία.
Ο άγιος Ιωάννης γνωρίζει ότι δια των αισθήσεων έρχονται οι εικόνες στην λογική και στην φαντασία, και στην συνέχεια δημιουργούνται διάφορες ανωμαλίες. Έπειτα, η ησυχία της ψυχής είναι επιστήμη λογισμών. Οι λογισμοί λέγονται έτσι γιατί πρέπει να παραμένουν στην λογική και να μην εισέρχονται μέσα στην καρδιά, δηλαδή να μην αιχμαλωτίζουν τον νου του ανθρώπου, και να μη συμπλέκονται με τα πάθη, οπότε τότε λέγονται σύνθετοι λογισμοί. Προχωρεί ακόμη περισσότερο για να πει, ότι η ησυχία είναι και απόθεση προς καιρόν των νοημάτων, που δεν συνδέονται με το πνεύμα, ώστε να μη γίνει αιτία ο νους, να χάση τα μεγαλύτερα και τα τελειότερα. Ο νους του ανθρώπου πρέπει να ελευθερωθεί από κάθε φαντασία και έννοια, ώστε ελεύθερος να πορευθεί στην συνάντηση με τον Θεό.
Επί πλέον, ησυχαστής είναι εκείνος ο οποίος προσπαθεί τον ασώματο νου, ο οποίος στην πτωτική κατάσταση ρέπει προς τα έξω, να περιορίσει μέσα στην καρδιά. Εδώ βρισκόμαστε στην μεγαλύτερη βίωση του ησυχασμού, γιατί από αυτήν την κατάσταση ο νους ανέρχεται στην όραση του Θεού. Τότε ο άνθρωπος αυτός ουσιαστικά επαναλαμβάνει τον λόγο της Παλαιάς Διαθήκης: «εγώ καθεύδω και η καρδία μου γρηγορεί». Πρόκειται, δηλαδή, για μια διαρκή εγρήγορση της καρδιάς. Η απόκτηση της ησυχίας του σώματος και της ψυχής είναι αρίστη προϋπόθεση, για την απόκτηση της διακρίσεως.
Οι άγιοι Πατέρες δίνουν μεγάλη σημασία στην αρετή της διακρίσεως, γιατί δι’ αυτής μπορεί να ξεχωρισθεί το κτιστό από το άκτιστο, το διαβολικό από το θεϊκό, το κατά φύσιν από το παρά φύσιν. Ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης ορίζοντας την διάκριση λέγει, ότι είναι λύχνος μέσα στο σκοτάδι, επιστροφή των πεπλανημένων, φωτισμός όσων έχουν μυωπία. Τονίζει, όμως, εμφαντικά ότι η διάκριση έχει σχέση με την πνευματική ηλικία και κατάσταση του ανθρώπου. Άλλη διάκριση έχουν οι αρχάριοι, άλλη οι μεσαίοι και άλλη οι τέλειοι. Το γεγονός είναι ότι η διάκριση ουσιαστικά συνδέεται με το χάρισμα της ορθοδόξου θεολογίας.
Σε όλο το βιβλίο του ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης, ιδιαιτέρως στο περίφημο κεφάλαιο «περί διακρίσεως λογισμών και παθών και αρετών», παρουσιάζει σπουδαία κείμενα στα οποία φαίνεται η διάκριση μεταξύ των λογισμών, των αρετών, των παθών, των σατανικών ενεργειών και των θεϊκών ελλάμψεων.
Θα ήθελα απλώς να αναφέρω μερικά παραδείγματα.
Κάπου λέγει ότι μερικοί άνθρωποι έχουν από την φύση τους κλίση προς την εγκράτεια, την ησυχαστική ζωή, την πραότητα, την κατάνυξη, και άλλοι κατά τον αγώνα για την απόκτηση αυτών, έχουν αντίπαλο την φύση τους. Οι δεύτεροι, αν και νικώνται, εκτιμώνται περισσότερο. Αλλού λέγει ότι άλλη είναι η απόγνωση από το βάρος της συνειδήσεως και το πλήθος των αμαρτιών, που συνδέεται με την αφόρητη λύπη και την αδιαφορία, και άλλη είναι η απόγνωση που προξενείται από την υπερηφάνεια και την οίηση, γιατί στον υπερήφανο υπάρχει η εντύπωση, ότι δεν έπρεπε να αμαρτήσει. Η πρώτη απόγνωση θεραπεύεται με την εγκράτεια και την ευελπιστία, ενώ η δεύτερη με την ταπείνωση και με το να μη κατακρίνει. Διακριτικός ο ίδιος πνευματικός πατέρας λέγει κάπου ότι υπάρχει περίπτωση τα πάθη να υποκρίνονται τις αρετές. Δηλαδή, άλλοτε η φιλαργυρία υποκρίνεται την ταπείνωση, από την άποψη ότι λόγω ταπεινώσεως προτρέπει να μην ελεούμε τους άλλους για να μη πέσουμε στην κενοδοξία. Άλλοτε όμως η κενοδοξία και η φιληδονία μας προτρέπουν προς την ελεημοσύνη.
Γενικά, στον άγιο Ιωάννη τον Σιναΐτη και στο υπέροχο βιβλίο του, που επονομάζεται Κλίμαξ, διακρίνουμε την μεγάλη αξία του ησυχασμού και της διακρίσεως, αφού δι’ αυτού, και κυρίως δια της Χάριτος του Θεού που βιώνουμε δια του ησυχασμού, γνωρίζει κανείς το βάθος του εσωτερικού του κόσμου, τα βαθύτερα κινήματα της ψυχής και του λεγομένου υποσυνειδήτου. Επειδή δε αυτή η εργασία γίνεται με την Χάρη του Θεού, γι’ αυτό και δεν οδηγεί προς την απόγνωση και την απελπισία. Δεν πρόκειται για μια ψυχανάλυση, αλλά για μια πραγματική ψυχοθεραπεία.
Στον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή βλέπουμε πάλι την ησυχαστική ζωή της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ο άγιος Μάξιμος είναι πραγματικός ησυχαστής, που βλέπει τον ησυχασμό μέσα από την ορθόδοξη ανθρωπολογία και την ορθόδοξη θεολογία, γι’ αυτό και είναι γνήσιος. Ο άγιος Μάξιμος δεν είναι ένας ψυχολόγος με την ουμανιστική έννοια του όρου, αλλά ένας θεολόγος. Μεταξύ των πολλών που μπορούμε να εντοπίσουμε στην διδασκαλία του αγίου Μαξίμου είναι και η σχέση μεταξύ ηδονής και οδύνης, αφού η ηδονή είναι γεννήτρια της οδύνης, και γι’ αυτό η βίωση της οδύνης είναι αναιρέτις της ηδονής. Τόσο στην διδασκαλία του αγίου Μαξίμου όσο και στην διδασκαλία των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας φαίνεται αυτή η σχέση μεταξύ ηδονής και οδύνης.
Κατά την διδασκαλία του αγίου Μαξίμου, με την παρακοή του Αδάμ προήλθε η γένεση της φύσεως από την ηδονή. Με την παράβαση της εντολής του Θεού από την Εύα προξενήθηκε η γένεση της ανθρώπινης φύσεως από την οδύνη. Οπότε έχουμε εκούσια ηδονή και ακούσια οδύνη. Ο Χριστός με την ενανθρώπησή Του θέλησε να ελευθερώσει τον άνθρωπο τόσο από την εκούσια ηδονή όσο και από την ακούσια οδύνη. Γι’ αυτό συνελήφθη χωρίς σπέρμα, ώστε να απαλλάξει τον άνθρωπο από την ηδονή, και γεννήθηκε χωρίς οδύνη για να ελευθερώσει τον άνθρωπο και από την οδύνη.
Όχι μόνο με την γέννηση, αλλά και με τα πάθη Του ο Χριστός θεραπεύει τα δικά μας πάθη. Ο πόνος του Χριστού κατά την διάρκεια των Παθών και του Σταυρού θεράπευσε τα πάθη των ανθρώπων. Η πλευρά του Αδάμ, δηλαδή η Εύα που προήλθε από την πλευρά του, του πρότεινε την ηδονή και τον οδήγησε, με την δική του συγκατάθεση, έξω από τον Παράδεισο. Στην συνέχεια ο Χριστός, που είναι ο νέος Αδάμ, υπέμεινε την οδύνη στην πλευρά Του, δια της λόγχης, και έτσι έβαλε τον άνθρωπο στον Παράδεισο. Με αυτόν τον τρόπο η οδύνη θεραπεύει αυτό που προξένησε η ηδονή. Γι’ αυτό, όπως λέγει ο άγιος Μάξιμος, πρέπει να αγαπήσουμε τον πόνο της σαρκός και να μισήσουμε την ηδονή της.
Σε άλλο σημείο ο άγιος Μάξιμος θα μας πει ότι, επειδή απατηθήκαμε από την ηδονή, προτιμήσαμε τον θάνατο από την αληθινή ζωή. Τώρα πρέπει να υπομείνουμε τον πόνο του σώματος που σκοτώνει την ηδονή. Με αυτόν τον τρόπο θα επανέλθουμε στην προηγούμενη κατάσταση, αφού θα αφανισθεί ο θάνατος που προήλθε από την ηδονή και θα αποκτήσουμε την ζωή την οποία χάσαμε (Φιλ. β', 94-95). Με αυτήν την διδασκαλία, καθώς και άλλες παρόμοιες φαίνεται η ευεργετική παρουσία του πόνου στην ζωή του ανθρώπου. Οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί γνωρίζουν ότι ο πόνος δεν είναι φυσική κατάσταση στον άνθρωπο, που δόθηκε από την αρχή από τον Θεό, αλλά όπως και ο θάνατος, έτσι και αυτός είναι παρά φύσιν κατάσταση, που ήλθε στην φύση μετά την διάπραξη της αμαρτίας. Γι’ αυτόν τον λόγο ο άνθρωπος δεν επιδιώκει να περιθωριοποιήσει την οδύνη, τον πόνο, αφού είναι ακούσιος, αλλά τον δέχεται με την θέλησή του, τον αντιμετωπίζει με «φιλόσοφον» γνώμη και δι’ αυτού του τρόπου οδηγείται στον θάνατο της ηδονής, και στην υπέρβαση του υπαρξιακού θανάτου, που είναι αποτέλεσμα και καρπός της ηδονής. Έτσι, λοιπόν, μέσα στον ποικίλο πόνο που δέχεται ο άνθρωπος στην ζωή του, βλέπει ένα μεγάλο νόημα, σκοπό.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς είναι ένας μεγάλος ησυχαστής Πατέρας, ο οποίος έκανε πολυχρόνιο αγώνα για την θεολογική τεκμηρίωση και διάσωση του ησυχασμού. Και, φυσικά, όταν κάνουμε λόγο για ησυχασμό εννοούμε τον τρόπο και την μέθοδο θεραπείας του ανθρώπου, οπότε πρόκειται για την πραγματική μέθοδο της Ορθοδόξου Ψυχοθεραπείας. Δεν πρόκειται στο σημείο που βρισκόμαστε να αναλύσουμε διεξοδικά όλη την διδασκαλία του για τον ορθόδοξο ησυχασμό, αλλά να υπογραμμίσουμε μόνο μια πραγματικότητα. Στην διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά φαίνεται καθαρά ότι τα λεγόμενα πάθη δεν είναι μερικές παρέμβλητες καταστάσεις και ενέργειες της ψυχής, τις οποίες πρέπει να αποβάλλουμε, αλλά οι φυσικές καταστάσεις και ενέργειες της, οι οποίες με την κακή χρήση τους από εμάς, κινούνται παρά φύσιν. Γι’ αυτό τώρα με τον ασκητικό αγώνα, κυρίως όμως με την Χάρη του Θεού, πρέπει να τις μετατρέψουμε, ώστε να ενεργούν κατά φύσιν και υπέρ φύσιν.
Είναι γνωστόν ότι ο Βαρλαάμ, με τον οποίο ήλθε σε διάλογο ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ισχυριζόταν ότι η αγιότητα και τελειότητα είναι αδύνατον να επιτευχθούν «άνευ διαιρέσεως και συλλογισμού και αναλύσεως», γι’ αυτό και συνιστούσε, σε εκείνον που θέλει να αποκτήσει την τελειότητα, να επιδοθεί και να διδαχθεί τις διαιρετικές, συλλογιστικές και αναλυτικές μεθόδους. Με αυτό, βέβαια, εννοούσε περισσότερο την φιλοσοφία, αλλά είναι γνωστό ότι η φιλοσοφία στην αρχαία Ελλάδα είχε έντονο και ψυχολογικό θεραπευτικό χαρακτήρα, αφού επεδίωκε να απαλλάξει τον άνθρωπο από την ενοχή, τα διάφορα υπαρξιακά προβλήματα που τον απασχολούσαν, ακόμη δε και την εσωτερική ακαθαρσία.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς αναιρώντας αυτήν την τοποθέτηση έλεγε ότι η τελειότητα δεν επιτυγχάνεται με τέτοιες διαιρετικές, συλλογιστικές, και αναλυτικές μεθόδους, αλλά με έναν άλλο απλό τρόπο. Ο άνθρωπος προσπαθεί να καταστήσει τον νου του, «άτυφον και απόνηρον» με την επίμονη μετάνοια και την σύντονη άσκηση. Μόνο μέσα από την κάθαρση του νου μπορεί κανείς να γνωρίζει την πτωχεία του πνεύματος, να αποκτήσει την αληθινή αυτογνωσία. Αυτό σημαίνει ότι οι άγιοι Πατέρες δεν συνιστούν μια ψυχανάλυση και αυτογνωσία, αλλά μια θετική μέθοδο θεραπείας, που συνίσταται στην κάθαρση του νου από τα πάθη, τις εικόνες, τους λογισμούς. Τότε ακριβώς γνωρίζει τον εαυτό του και θεραπεύεται.
Αυτήν την θετική ενέργεια συναντούμε τόσο στον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά όσο και σε άλλους αγίους της Εκκλησίας μας. Η ψυχή του ανθρώπου διαιρείται σε τρεις δυνάμεις, ήτοι το λογιστικό, το επιθυμητικό και το θυμικό. Όταν οι δυνάμεις αυτές δεν λειτουργούν κατά φύσιν, αλλά παρά φύσιν, τότε αναπτύσσονται τα αντίστοιχα πάθη. Η μέθοδος της ορθοδόξου θεραπείας έγκειται στο να τοποθετήσουμε στο λογιστικό την νήψη και την προσευχή, στο επιθυμητικό την εγκράτεια, και στο θυμικό την αγάπη. Με αυτόν τον απλό τρόπο θεραπεύονται οι δυνάμεις της ψυχής, και λειτουργούν κατά φύσιν και υπέρ φύσιν.
Έτσι, λοιπόν, η μέθοδος των αγίων Πατέρων μας είναι απλή, αλλά και ολοκληρωμένη. Αντί να εισερχόμαστε οτον δαιδαλώδη κόσμο του λεγομένου υποσυνειδήτου, πράγμα το οποίο μπορεί να εμπλέξει ακόμη περισσότερο τα πράγματα, αφού είναι ενδεχόμενο να υποστούμε πανικό από την εύρεση των θηρίων που ευρίσκονται εκεί, αντί να ασχολούμαστε με τις ασυνείδητες λανθάνουσες τραυματικές εμπειρίες, οι οποίες είναι ενδεχόμενο να προέρχονται από την εμβρυακή και βρεφική ηλικία, αντί να απογοητευόμαστε βλέποντας όλες τις κληρονομικές καταβολές, κάνουμε μια θετική ενέργεια και βλέπουμε μεγάλα θεραπευτικά αποτελέσματα.
Άλλωστε, είναι γνωστόν ότι στην Ορθόδοξη Παράδοση δεν ομιλούμε για συσσωρευμένα απωθημένα βιώματα, αλλά για ασθένεια των φυσικών δυνάμεων της ψυχής που πρέπει να θεραπευθούν. Ο νους του ανθρώπου δεν είναι το σύνολο των απωθημένων παραστάσεων και εικόνων, αλλά ο οφθαλμός της ψυχής, ο οποίος όταν αρρωσταίνει, χρειάζεται θεραπεία.
Στον άγιο Συμεών τον νέο Θεολόγο βλέπουμε και την κατάληξη του ορθοδόξου ησυχασμού, που είναι η θέα του ακτίστου Φωτός, η θέα του Ιδίου του Θεού, ο οποίος γεμίζει την καρδιά και όλο το σώμα του θεόπτου με ανέκφραστη ηδονή, χαρά και ευφροσύνη. Σε πολλά ποιήματά του, καθώς επίσης και σε κατηχήσεις του παρουσιάζει την αλήθεια ότι εκείνος που φλέγεται από την αγάπη του Θεού, διακρίνεται για μια αδιάλειπτη αναζήτηση του κάλλους του Θεού. Όταν δε αξιωθεί να δει τον Θεό, τότε παύουν όλα τα προβλήματα, σταματούν όλες οι δυσκολίες, γιατί τότε βιώνει την πραγματική μακαριότητα.
Θα ήθελα να παρουσιάσω ένα θαυμάσιο ποίημά του.
Κατ’ αρχάς φαίνεται η αγάπη και ο έρωτας προς τον Θεό. «Κατά τούτο τιτρώσκομαι τη αγάπη εκείνου, καθ’ όσον δ’ ουχ οράταί μοι εκτήκομαι τας φρένας, τον νουν, και την καρδίαν μου φλεγόμενος, και στένων περιπατώ και καίομαι, ζητώ ώδε, κακείσε και ουδαμού τον εραστήν ευρίσκω της ψυχής μου, και περιβλέπομαι συχνώς ιδείν τον ποθητόν μου, κακείνος, ως αόρατος ουχ οράταί μοι όλως». Διακατέχεται από ένα υψηλό νόημα, διακρίνεται από μια ακόρεστη επιθυμία. Όταν δε επιδίδεται στην μετάνοια και το κλάμα, τότε αξιώνεται να δει τον Θεό.
Στα όσα θα ακολουθήσουν φαίνεται καθαρά και η λεγομένη «θεολογία του βάθους» που εκφράζεται με την μετάνοια, και η «θεολογία του ύψους», που εκφράζεται με την θεωρία του Θεού. «Ότε δε άρξομαι θρηνείν, ως απελπίσας, τότε οράταί μοι, και βλέπει με ο καθορών τα πάντα. Θαυμάζων καταπλήττομαι κάλλους την ευμορφίαν, και πώς ανοίξας ουρανούς διέκυψεν ο κτίστης, και δόξαν μοι παρέδειξε την άφραστον και ξένην;». Η όραση του Θεού, αυτή η βίωση της θεολογίας του ύψους, έχει άμεσες συνέπειες στον θεόπτη. Δεν πρόκειται για μια εξωτερική συναισθηματική εμπειρία, αλλά για μια οντολογική πραγματικότητα, και αυτό φαίνεται από το γεγονός, ότι ολόκληρος ο άνθρωπος μεταμορφώνεται. «Πάντοθεν περιλάμπων με τη αθανάτω αίγλη, άπαντα δε τα μέλη μου ακτίσι καταυγάζων, όλος περιπλεκόμενος, όλον καταφιλεί με, όλον τε δίδωσιν αυτόν εμοί τω αναξίω. Και εμφορούμαι της αυτού αγάπης, και του κάλλους, και ηδονής, και γλυκασμού εμπίπλαμαι του θείου. Μεταλαμβάνω του φωτός, μετέχω και της δόξης, και λάμπει μου το πρόσωπον, ως και του ποθητού μου, και άπαντα τα μέλη μου γίνονται φωτοφόρα».
Η οντολογική αυτή μεταμόρφωση του θεόπτου έχει συνέπειες και σε ολόκληρη την ζωή του. Παρά τα προβλήματα που υπάρχουν γύρω του, παρά τις στερήσεις από υλικά αγαθά, παρά τις καταδιώξεις εκ μέρους των ανθρώπων, παρά την διαμονή του στην «κοιλάδα του κλαυθμώνος», που μπορεί να θεωρηθεί, ως φυλακή και στρατόπεδο συγκεντρώσεως, εν τούτοις αισθάνεται μακάριος και ευτυχής. Πρόκειται για μια μακαριότητα που είναι άλλης προελεύσεως.
Λέγει σχετικά ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος: «Ωραίων ωραιότερος τότε αποτελούμαι, πλουσίων πλουσιότερος, και δυνατών απάντων υπάρχω δυνατότερος, και βασιλέων μείζων, και τιμιότερος πολύ των ορωμένων πάντων, ουχί της γης και των της γης, αλλά και ουρανού δε, και πάντων των εν ουρανώ των πάντων έχων κτίστην».
Στις λίγες αυτές ενδεικτικές διδασκαλίες της Εκκλησίας που παραθέσαμε προηγουμένως φαίνεται η πνευματική φιλανθρωπία των Πατέρων, αφού μάς παιδαγωγούν σε όλες τις πνευματικές ηλικίες, μάς παραλαμβάνουν από την βρεφική ηλικία και μας ανεβάζουν μέχρι την κατά Θεόν τελείωση και ολοκλήρωσή μας. Στο σημείο αυτό φαίνεται και η μεγάλη αξία του ορθοδόξου ησυχασμού, που μπορεί να αποκληθεί Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία.
Στην Ορθόδοξη Εκκλησία η οποία είναι το πραγματικό Σώμα του Χριστού, υπάρχει πλούσια η Χάρη και ενέργεια του Θεού, δια της οποίας έχουμε την δυνατότητα να δούμε τα τραύματα της ψυχής, να τα θεραπεύσουμε με τα μυστήρια και την άσκηση και να ανέλθουμε στο μεγαλύτερο ύψος του ανθρωπισμού, να φθάσουμε στην ένωση με τον Θεό. Αυτό βέβαια γίνεται, αν με την ελεύθερη θέλησή μας, με την ελευθερία μας, ανταποκριθούμε στην έμπνευση που προξενεί η θεία Χάρη. Θα το πούμε και πάλι. Η Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία συνίσταται στην «θεολογία του βάθους» και την «θεολογία του ύψους».
Η εκκλησιαστική κοινότητα.
 Η Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία δεν είναι ένα διανοητικό σύστημα το οποίο μπορεί να βιωθεί και να εφαρμοστεί σε μια ατομικιστική νοοτροπία, αλλά είναι ρεαλιστική και πραγματική, γιατί εφαρμόζεται στον φυσικό της χώρο που είναι η εκκλησιαστική κοινότητα. Άλλωστε, το ότι μπορεί ο άνθρωπος να θεραπευθεί, αυτό είναι συνάρτηση της υπάρξεως της Εκκλησίας, που είναι το Σώμα του Θεανθρώπου Χριστού. Αλλά και η Εκκλησία δεν είναι αφηρημένη, δεν πρόκειται, δηλαδή, για μια αόρατη κοινωνία, όπως τα φώτα μιας μεγαλουπόλεως, που κάποτε φαίνονται, αλλά για μια συγκεκριμένη Ενορία, που συνδέεται με την Μητρόπολη και την ιδιαίτερη Εκκλησία. Έτσι, λοιπόν, υπάρχει η εκκλησιαστική κοινότητα, δηλαδή η Ενορία και το Μοναστήρι, μέσα στην οποία ο άνθρωπος αποκτά την φιλοθεΐα και την φιλανθρωπία και αποβάλλει την φιλαυτία, που συνδέεται αναπόσπαστα με την μισοθεΐα και την μισανθρωπία. Αυτό είναι ένα βασικό σημείο της Ορθόδοξης Ψυχοθεραπείας. Και όταν κανείς βρίσκει κάποιον ορθόδοξο θεραπευτή και θεραπεύεται, αυτό γίνεται στον βαθμό, που ο ορθόδοξος θεραπευτής εργάζεται, ως μέλος της Εκκλησίας, και η θεραπεία συνδέεται αναπόσπαστα με την μυστηριακή και λειτουργική ζωή στην κοινότητα.
Άλλωστε, έξω από τα μυστήρια, και ιδίως την θεία Ευχαριστία, και αυτή ακόμη η ασκητική δεν είναι ορθόδοξη. Ο ορθόδοξος ησυχασμός οδηγεί τον άνθρωπο στην ουσιαστική μετοχή της μυστηριακής ζωής, και όσο κανείς μετέχει των μυστηρίων της Εκκλησίας τόσο και αναπτύσσεται μέσα του εντονότερη η ησυχαστική ζωή. Πολλά μπορεί κανείς να υπογραμμίσει στο σημείο αυτό, για την αξία της εκκλησιαστικής κοινότητος στην θεραπεία του ανθρώπου.
Θα ήθελα όμως να αναφερθώ σε μερικές αξιοπρόσεκτες διαπιστώσεις που έχει επισημάνει σε μια προφορική του ομιλία ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας. Σε κάποιο σημείο της εισηγήσεώς του έκανε λόγο για την ασθένεια και την θεραπεία της. Προσδιόρισε το θέμα σε τέσσερα βασικά σημεία.
Το πρώτο, ότι η ασθένεια είναι αποτέλεσμα της αμαρτίας του Αδάμ και όχι φυσική κατάσταση του ανθρώπου από την δημιουργία του. Ο άνθρωπος έπρεπε να αξιοποιήσει την ελευθερία του και να την κινήσει προς την ένωση με τον Θεό, ώστε να υπερβεί την τρεπτότητα της κτιστότητός του. Δεν το έκανε αυτό και έτσι η ασθένεια έγινε φαινόμενο φυσικό και αποτέλεσμα της κακής χρήσεως της ελευθερίας του.
Το δεύτερο είναι, ότι τόσο η αμαρτία όσο και η ασθένεια έγιναν μια παγκόσμια πραγματικότητα που δεν μπορεί πια να τα άρει η ανθρώπινη ελευθερία. Και αυτό συμβαίνει γιατί με την αμαρτία εισήλθε μέσα στον άνθρωπο ο θάνατος που είναι κάτι το φοβερό για την ανθρώπινη ύπαρξη. Γι’ αυτό μετά την πτώση όλοι πεθαίνουν, αμαρτωλοί και άγιοι.
Το τρίτο είναι, ότι η τελική θεραπεία δεν επιτυγχάνεται από τον άνθρωπο, αφού η θνητότητα, η φθορά και η νόσος κληρονομούνται με την βιολογική γέννηση. Ο μόνος υγιής είναι ο Χριστός, όχι μόνο γιατί είναι Θεός, αλλά γιατί ένωσε την Θεία με την ανθρώπινη φύση στην υπόστασή Του και νίκησε τον θάνατο και την φθορά. Γι’ αυτό υγιής άνθρωπος είναι εκείνος που συνδέεται με τον Χριστό. Καμιά θεραπεία δεν είναι αληθινή έξω από τον Χριστό.
Το τέταρτο σημείο είναι, ότι η ελευθερία του ανθρώπου παίζει σπουδαίο ρόλο στην θεραπεία. Αφού δια της ελευθερίας πέρασε η ασθένεια στην ύπαρξη του ανθρώπου, δια της ελευθερίας θα γίνει και η υπέρβασή της. Γι’ αυτό, όταν ο άνθρωπος κάνοντας ελεύθερη επιλογή, ενωθεί με τον Χριστό, τότε μπορεί να θεραπευθεί. Σε αυτό το σημείο πρέπει να δούμε την αξία της ασκήσεως, της απελευθερώσεως από τα πάθη, που γίνεται με την άσκηση της ανθρώπινης ελευθερίας. Σε άλλο σημείο της ομιλίας του, αναπτύσσοντας την βασική θέση της εκκλησιαστικής παραδόσεως για την θεραπεία, όπως την εκφράζει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, είπε ότι όλα τα πάθη προέρχονται από την φιλαυτία.
Ο Σεβασμιώτατος τόνισε εμφαντικά, ότι ο άνθρωπος πρέπει να περάσει από την ατομικότητα στην προσωπική σχέση. Η φιλαυτία συνδέεται με το άτομο, με την θνητότητα, ενώ η φιλοθεΐα και φιλανθρωπία με το πρόσωπο. Έτσι, ο άνθρωπος για να θεραπεύσει την φιλαυτία πρέπει να υπερβεί την ατομικότητα και να έλθει σε σχέση κοινωνίας με τους άλλους. Ακριβώς δε αυτή η κοινωνία επιτυγχάνεται μέσα στην Εκκλησία, η οποία διασώζει όλα τα χαρακτηριστικά της κοινότητος.
Με αυτό το πρίσμα η Εκκλησία είναι θεραπευτήριο. Μέσα στην Εκκλησία ο άνθρωπος αποκτά σωστές και ολοκληρωμένες σχέσεις με τον Θεό, τους ανθρώπους και την κτίση. Γι’ αυτό, κατά την Ορθόδοξη Παράδοση, ασθένεια είναι η διαταραχή της σχέσεως μεταξύ αυτών των τριών παραγόντων, ενώ υγεία είναι η σωστή σχέση του ανθρώπου με τους τρεις αυτούς παράγοντες.
Τελικά, μέσα στην Εκκλησία ο άνθρωπος αποβάλλει ή υπερβαίνει τον πόνο και τον θάνατο, που είναι τα γενεσιουργά αίτια όλων των λεγομένων υπαρξιακών προβλημάτων. Επίσης, μέσα στην Εκκλησία ο άνθρωπος κοινωνεί του αναστημένου Σώματος του Χριστού και αποκτά την θέωση. Ακόμη, μέσα στην εκκλησιαστική κοινότητα αποβάλλει την φιλαυτία ή μάλλον η φιλαυτία μετατρέπεται σε φιλοθεΐα και φιλανθρωπία. Γιατί, πρέπει να το ομολογήσουμε, ότι για την Εκκλησία η θεραπεία δεν είναι ψυχολογική ή ηθική, αλλά οντολογική, αφού συνίσταται στην υπέρβαση του θανάτου.
Επιλεγόμενα
Δεν πρόκειται να καταλήξουμε σε συμπέρασμα ή σε συμπεράσματα. Θα αφήσουμε τον αναγνώστη να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα από την παρουσίαση τόσο της λογοθεραπείας του Frankl όσο και των βασικών θέσεων της Ορθοδόξου Ψυχοθεραπείας, της νηπτικής, δηλαδή, παραδόσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Και νομίζω μπορούν να εξαχθούν πολλά. Θα ήθελα να επισημάνω τρεις πραγματικότητες.
Πρώτη. Είναι πολύ σημαντικές κατά την γνώμη μου οι παρατηρήσεις του Victor Frankl ότι υπάρχουν οι νοογενείς νευρώσεις και ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα της εποχής μας είναι το υπαρξιακό κενό, και η έλλειψη νοήματος για την ζωή. Νομίζω ότι στο σημείο αυτό βρίσκεται το βασικότερο κοινό σημείο της λογοθεραπείας με την Ορθόδοξη Παράδοση, την λεγομένη Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία. Τα ψυχολογικά προβλήματα δεν πρέπει να εξετάζονται απομονωμένα από τα βαθειά προβλήματα της ανθρώπινης ύπαρξης. Γι’ αυτό και η υπαρξιακή ψυχολογία μπορεί να προσεγγίσει την Ορθόδοξη Παράδοση και να βοηθηθεί πάρα πολύ από αυτήν.
Δεύτερη. Εκείνο που πρέπει να υπογραμμισθεί δεόντως είναι ότι η νηπτική παράδοση της Εκκλησίας έχει μεγάλη σημασία και σπουδαιότητα. Ξένοι μελετητές δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για όλες τις πλευρές της. Μάλιστα πολλοί από αυτούς την θεωρούν πολύ μοντέρνα και επαναστατική για την εποχή μας. Γι’ αυτό την σπουδάζουν και την μελετούν με ιδιαίτερη προσοχή και ενδιαφέρον. Πράγματι, ο ησυχασμός με όλο το δυναμικό του περιεχόμενο, μπορεί να ανταποκριθεί στις αναζητήσεις των συγχρόνων ανθρώπων, αλλά και να τους αναπαύσει εσωτερικά. Θα μπορούσα ακόμη να πω, ότι δεν πρόκειται για μια ψυχολογική ανάπαυση, η οποία εγκυμονεί και άλλους πολλούς κινδύνους, αλλά για ουσιαστική υπαρξιακή και οντολογική μεταμόρφωση του ανθρώπου. Το λυπηρό είναι ότι υπάρχουν πολλοί στις μέρες μας, οι οποίοι ή αγνοούν τον ορθόδοξο ησυχασμό ή τον συγχέουν, με άλλες παραδόσεις. Το λυπηρότερο ακόμη είναι όταν Ορθόδοξοι αγνοούν την αξία της νηπτικής θεολογίας της Εκκλησίας. Ευτυχώς, λοιπόν, που υπάρχουν μερικοί σύγχρονοι ψυχοθεραπευτές, όπως ο Victor Frankl, που με τον τρόπο τους μας υποδεικνύουν εμμέσως αυτόν τον μεγάλο θησαυρό της Ορθοδόξου Παραδόσεως, και στρέφουν την προσοχή μας προς την αξία της Ορθόδοξης Ψυχοθεραπείας.
Τρίτη. Όπως είδαμε επανειλημμένως στις προηγούμενες αναλύσεις, ο Victor Frankl για να επιβεβαιώσει και υποστηρίξει τις απόψεις του χρησιμοποιεί πολλά παραδείγματα από τα στρατόπεδα συγκεντρώσεων και του θανάτου. Είναι δυνατόν κανείς, ευρισκόμενος σε τέτοιες τραγικές καταστάσεις, και αντιμετωπίζοντας τον πόνο και την ταλαιπωρία, να εισέρχεται βαθύτερα στα πράγματα και να βρίσκει το νόημα του πόνου και κατ’ αυτόν τον τρόπο να υπερβαίνει όλες τις τραγικότητες. Όταν ο άνθρωπος έχει υπαρξιακή πληρότητα, τότε υπερβαίνει όλες τις δυσκολίες. Μέσα στην Ορθόδοξη Παράδοση έχουμε πληθώρα τέτοιων παραδειγμάτων και περιστατικών. Οι μάρτυρες της Εκκλησίας, οι όσιοι και οι ασκητές, και τόσοι άλλοι, που έζησαν δύσκολες και τραγικές καταστάσεις, τις αντιμετώπισαν με πίστη στον Θεό και τις υπερέβησαν. Επειδή ήταν ενωμένοι με τον Θεό, και είχαν εσωτερική πληρότητα, γι’ αυτό δεν φοβήθηκαν τίποτε, ούτε τις φυλακίσεις, ούτε τους διωγμούς, ούτε τα στρατόπεδα του θανάτου, ούτε και αυτόν τον ίδιο τον θάνατο. Η θέα του αναστάντος Χριστού τους έδινε την δύναμη, να πορεύωνται προς το μαρτύριο και τον θάνατο με χαρά, αισιοδοξία, σαν σε χορό, σαν σε πανηγύρι. Με τον αναστάντα Χριστό υπερέβησαν και τον θάνατο. Τα στρατόπεδα συγκεντρώσεων στα οποία έζησε ο Victor Frankl μας υπενθυμίζουν τα μαρτύρια και τους διωγμούς που υπέστη ο Απόστολος Παύλος. Σε κάποια περίπτωση, στους Φιλίππους της Μακεδονίας, ο Απόστολος Παύλος, μαζί με τον Σίλα ραβδίστηκαν και τελικά κλείστηκαν στην φυλακή. Κατά το μεσονύκτιο, ευρισκόμενοι στην φυλακή, έψαλαν και υμνούσαν τον Θεό. «Κατά δε το μεσονύκτιον Παύλος και Σίλας προσευχόμενοι ύμνουν τον Θεό, επηκροώντο δε αυτών οι δέσμιοι» (Πραξ. ιστ', 25). Η σκηνή αυτή είναι συνταρακτική. Δείχνει τον τρόπο με τον οποίο μπορεί κανείς να αντιμετωπίζει τα προβλήματα της ζωής του. Τελικά, δεν φταίνε οι δυσκολίες και ο πόνος, δεν έχουν τόση σημασία οι ψυχολογικές καταστάσεις και οι κληρονομικές καταβολές, αλλά το υπαρξιακό κενό, η έλλειψη νοήματος ζωής. Οπότε, η εσωτερική πνευματική πληρότητα δίνει νόημα ζωής και βοηθά στην υπέρβαση όλων των προβλημάτων. Σε αυτό κατατείνει όλη η θεολογία της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.