Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2013

Κανόνες Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου

Κανόνες Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου

Η Σύνοδος αυτή συμπλήρωσε το έργο των δύο προηγούμενων Συνόδων και γι αυτό δεν απέκτησε ξεχωριστή αρίθμηση, αλλά θεωρείται τμήμα εκείνων. Η Σύνοδος πραγματοποιήθηκε στο δωμάτιο του Τρούλου των ανακτόρων της Κωνσταντινούπολης και συνεκλήθη από τον Ιουστινιανό το Β'.


Κανών Α'
Τάξις αρίστη, παντός αρχομένου και λόγου και πράγματος, εκ Θεού τε άρχεσθαι, και εις Θεόν αναπαύεσθαι, κατά την θεολόγον φωνήν. Όθεν, και της ευσεβείας υφ' ημών ήδη διαπρυσίως κηρυττομένης, και της εκκλησίας, εφ' ή Χριστός τεθεμελίωται, διηνεκώς αυξανούσης και προκοπτούσης, ως των του Λιβάνου κέδρων ταύτην υπερεκτείνεσθαι• και νυν αρχήν των ιερών ποιούμενοι λόγων χάριτι θεία, ορίζομεν, ακαινοτόμητόν τε και απαράτρωτον φυλάττειν την παραδοθείσαν ημίν πίστιν υπό τε των αυτοπτών και υπηρετών του Λόγου, των θεοκρίτων Αποστόλων• έτι δε και των τριακοσίων δέκα και οκτώ αγίων και μακαρίων Πατέρων, των εν Νικαία συνελθόντων επί Κωνσταντίνου του γενομένου ημών βασιλέως, κατ' Αρείου του δυσσεβούς, και της παρ' αυτού δογματισθείσης εθνικής ετεροθεΐας, ή πολυθεΐας, ειπείν οικειότερον• οί τη ομογνωμοσύνη της πίστεως το ομοούσιον ημίν επί των τριών της θεαρχικής φύσεως υποστάσεων απεκάλυψάν τε και διετράνωσαν, μη επικεκρύφθαι τω μοδίω της αγνωσίας τούτο παραχωρήσαντες, αλλά τον Πατέρα, και τον Υιόν, και το άγιον Πνεύμα προσκυνείν μια προσκυνήσει τους πιστούς αναφανδόν εκδιδάξαντες• και την τε των ανίσων βαθμών της Θεότητος δόξαν καθελόντες και διασπάσαντες, τα τε, υπό των αιρετικών συστάντα εκ ψάμμου κατά της ορθοδοξίας μειρακιώδη αθύρματα καταβαλόντες και ανατρέψαντες• ωσαύτως δε και την επί του μεγάλου Θεοδοσίου, του γενομένου ημών βασιλέως, υπό των εν ταύτη τη βασιλίδι πόλει συναχθέντων εκατόν πεντηκοντα αγίων Πατέρων κηρυχθείσαν πίστιν κρατύνομεν, τας θεολόγους φωνάς ασπαζόμενοι, και τον βέβηλον Μακεδόνιον τοις προτέροις εχθροίς της αληθείας συνεξελαύνοντες, ως δούλον αυθαδώς το δεσπόζον δοξάσαι τολμήσαντα, και σχίσαι την άτμητον μονάδα ληστρικώς προελόμενον, ως αν μη εντελές ημίν το της ελπίδος είη μυστήριον• τω βδελυρώ τούτω και κατά της αληθείας ληττήσαντι, και Απολλινάριον, τον της κακίας μύστην, συγκατακρίναντες, ος άνουν και άψυχον τον Κύριον ανειληφέναι σώμα δυσσεβώς εξηρεύξατο, εντεύθεν και ούτος ατελή την σωτηρίαν ημίν γενέσθαι συλλογιζόμενος. Αλλά μην και τα παρά των εν τη Εφεσίων πόλει το πρότερον συναχθέντων επί Θεοδοσίου, του υιού Αρκαδίου, γενομένου ημών βασιλέως, διακοσίων Θεοφόρων Πατέρων εκτεθέντα διδάγματα, ως κράτος αραγές της ευσεβείας, επισφραγίζομεν, ένα Χριστόν τον Υιόν του Θεού, και σαρκωθέντα κηρύττοντες, και την αυτόν ασπόρως τεκούσαν άχραντον αειπάρθενον, κυρίως και κατά αλήθειαν Θεοτόκον δοξάζοντες• και την ληρώδη του Νεστορίου διαίρεσιν, ως απωκισμένην θείας μοίρας αποδιώκοντες, άνθρωπον ιδικώς, και Θεόν ιδικώς, τον ένα Χριστόν δογματίζοντος, και την ιουδαϊκήν ανανεούντος δυσσέβειαν.
Ου μην αλλά και την εν Χαλκηδονέων μητροπόλει επί Μαρκιανού, και αυτού γενομένου ημών βασιλέως, των εξακοσίων τριάκοντα θεοκρίτων Πατέρων στηλογραφηθείσαν πίστιν ορθοδόξως επικυρούμεν• ήτις τον ένα Χριστόν τον Υιόν του Θεού εκ δύο συντεθέντα των φύσεων, και εν δύο ταις αυταίς δοξαζόμενον φύσεσι, μεγαλοφώνως τοις πέρασι παραδέδωκε, και Ευτυχέα τον ματαιόφρονα, τον δοκήσει το μέγα της οικονομίας μυστήριον τελεσθήναι αποφηνάμενον, ως αποτρόπαιόν τι και μίασμα των ιερών της εκκλησίας περιβόλων εξήλασε• συν αυτώ δε και Νεστόριον, και Διόσκορον, τον μεν, της διαιρέσεως, τον δε, της συγχύσεως υπερασπιστήν τε και πρόμαχον, τους εκ διαμέτρου της ασεβείας προς εν εκπεπτωκότας απωλείας και αθεότητος βάραθρον. Αλλά γε και τας ευσεβείς φωνάς των εκατόν εξήκοντα πέντε Θεοφόρων Πατέρων, των κατά ταύτην την βασιλίδα συναγηγερμένων πόλιν, επί Ιουστιανιανού, του της ευσεβούς λήξεως γενομένου ημών βασιλέως, ως υπό του Πνεύματος εξενεχθείσας γινώσκομεν, και τους μεθ' ημάς εκδιδάσκομεν. Οί Θεόδωρον τον Μοψουεστίας, τον Νεστορίου διδάσκαλον, Ωριγένην τε, και Δίδυμον, και Ευάγριον, τους τας ελληνικάς αναπλασαμένους μυθοποιΐας, και σωμάτων τινών, και ψυχών ημίν περιόδους, και αλλοιώσεις αναπεμπάσαντας ταις του νού παραφοραίς τε, και ονειρώξεσι, και εις την των νεκρών δυσσεβώς εμπαροινήσαντας αναβίωσιν• τα τε γραφέντα παρά Θεοδωρήτου κατά της ορθής πίστεως, και των δώδεκα κεφαλαίων του μακαρίου Κυρίλλου, και την λεγομένην Ίβα επιστολήν, συνοδικώς ανεθεμάτισάν τε και εβδελύξαντο. Και την υπό της έναγχος συναθροισθείσης κατά ταύτην την βασιλίδα πόλιν, επί του εν θεία τη λήξει γενομένου ημών βασιλέως Κωνσταντίνου, έκτης αγίας συνόδου πίστιν, ή μειζόνως το κύρος εδέξατο, δι' ων ο ευσεβής βασιλεύς σφραγίσι τους ταύτης τόμους κατησφαλίσατο, προς την εν τω παντί αιώνι ασφάλειαν, και αύθις ομολογούμεν φυλάττειν απαρεγχείρητον• ή δύο φυσικάς θελήσεις, ήτοι θελήματα, και δύο φυσικάς ενεργείας επί της ενσάρκου οικονομίας του ενός Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, του αληθινού Θεού, δοξάζειν ημάς θεοφιλώς διεσάφησε• τους το ευθές της αληθείας δόγμα παραχαράξαντας, και εν θέλημα, και μίαν ενέργειαν επί του ενός Κυρίου του Θεού ημών Ιησού Χριστού, τους λαούς εκδιδάξαντας, τη της ευσεβείας ψήφω καταδικάσασα φαμέν, Θεόδωρον τον της Φαράν, Κύρον τον Αλεξανδρείας, Ονώριον τον ώμης, Σέργιον, Πύρρον, Παύλον, Πέτρον, τους εν ταύτη τη θεοφυλάκτω προεδρεύσαντας πόλει, Μακάριον, τον γενόμενον της Αντιοχέων επίσκοπον, Στέφανον τον αυτού μαθητήν, και τον άφρονα Πολυχρόνιον• εντεύθεν ανέπαφον τηρούσα το κοινόν σώμα Χριστού του Θεού ημών. Και συνελόντα φάναι, πάντων των εν τη εκκλησία του Θεού διαπρεψάντων ανδρών, οί γεγόνασι φωστήρες εν κόσμω, λόγον ζωής επέχοντες, την πίστιν κρατείν βεβαίαν, και μέχρι συντελείας του αιώνος ασάλευτον διαμένειν θεσπίζομεν, και τα αυτών θεοπαράδοτα συγγράμματά τε και δόγματα, πάντας αποβαλλόμενοί τε, και αναθεματίζοντες, ους απέβαλον, και ανεθεμάτισαν, ως της αληθείας εχθρούς, και κατά Θεού φρυαξαμένους κενά, και αδικίαν εις ύψος εκμελετήσαντας. Ει δε τις των απάντων μη τα προειρημένα της ευσεβείας δόγματα κρατοί και ασπάζοιτο, και ούτω δοξάζοι τε, και κηρύττοι, αλλ' εξ εναντίας ιέναι τούτων επιχειροί, έστω ανάθεμα, κατά τον ήδη εκτεθέντα όρον υπό των προδηλωθέντων αγίων και μακαρίων Πατέρων, και του χριστιανικού καταλόγου, ως αλλότριος, εξωθείσθω και εκπιπτέτω. Ημείς γαρ ούτε προστιθέναι τι, ούτε μην αφαιρείν, κατά τα προορισθέντα, παντελώς διεγνώκαμεν, ή καθ' οντιναούν δεδυνήμεθα λόγον.

Κανών Β'
Έδοξε δε και τούτο τη αγία ταύτη συνόδω κάλλιστά τε και σπουδαιότατα, ώστε μένειν και από του νυν βεβαίους και ασφαλείς, προς ψυχών θεραπείαν και ιατρείαν παθών, τους υπό των προ ημών αγίων και μακαρίων Πατέρων δεχθέντας και κυρωθέντας, αλλά μην και παραδοθέντας ημίν ονόματι των αγίων και ενδόξων Αποστόλων ογδοήκοντα πέντε κανόνας. Επειδή δ' εν τούτοις τοις κανόσιν εντέταλται δέχεσθαι ημάς τας των αυτών αγίων Αποστόλων δια Κλήμεντος Διατάξεις, αις τισι πάλαι υπό των ετεροδόξων επί λύμη της εκκλησίας νόθα τινά και ξένα της ευσεβείας παρενετέθησαν, το ευπρεπές κάλλος των θείων δογμάτων ημίν αμαυρώσαντα• την των τοιούτων Διατάξεων προσφόρως αποβολήν πεποιήμεθα προς την του χριστιανικωτάτου ποιμνίου οικοδομήν και ασφάλειαν, ουδαμώς εγκρίνοντες τα της αιρετικής ψευδολογίας κυήματα, και τη γνήσια των Αποστόλων και ολοκλήρω διδαχή παρενείροντες. Επισφραγίζομεν δε και τους λοιπούς πάντας ιερούς κανόνας, τους υπό των αγίων και μακαρίων Πατέρων ημών εκτεθέντας, τουτέστι των τε εν Νικαία συναθροισθέντων τριακοσίων δεκαοκτώ αγίων Πατέρων, και των εν Αγκύρα• έτι μην και των εν Νεοκαισαρεία, ωσαύτως και των εν Γάγγραις• προς τούτοις δε και των εν Αντιοχεία της Συρίας• αλλά μην και των εν Λαοδικεία της Φρυγίας• προσέτι και των εκατόν πεντήκοντα, των εν ταύτη τη θεοφύλακτω και βασιλίδι συνελθόντων πόλει, και των διακοσίων, των εν τη Εφεσίων μητροπόλει το πρότερον συναγηγερμένων• και των εν Χαλκηδόνι, των εξακοσίων τριάκοντα αγίων και μακαρίων Πατέρων• ωσαύτως και των εν Σαρδική• έτι μην και των εν Καρθαγένη• προσέτι γε μην και των εν αύθις εν ταύτη τη θεοφυλάκτω και βασιλίδι πόλει συνελθόντων επί Νεκταρίου του της βασιλίδος ταύτης πόλεως προέδρου, και Θεοφίλου, του γενομένου Αλεξανδρείας αρχιεπισκόπου αλλά μην και Διονυσίου αρχιεπισκόπου γενομένου Αλεξανδρείας μεγαλοπόλεως, και Πέτρου γενομένου Αλεξανδρείας, και μάρτυρος, και Γρηγορίου επισκόπου γενομένου Νεοκαισαρείας, του θαυματουργού, Αθανασίου αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας, Βασιλείου αρχιεπισκόπου Καισαρείας Καππαδοκίας, Γρηγορίου επισκόπου Νύσσης, Γρηγορίου του Θεολόγου, Αμφιλοχίου του Ικονίου, Τιμοθέου αρχιεπισκόπου γενομένου Αλεξανδρείας το πρότερον, Θεοφίλου αρχιεπισκόπου της αυτής Αλεξανδρέων μεγαλοπόλεως, Κυρίλλου αρχιεπισκόπου της Αλεξανδρείας, και Γενναδίου Πατριάρχου γενομένου της θεοφυλακτου ταύτης και βασιλίδος πόλεως• έτι μην και τον υπό Κυπριανού, του γενομένου αρχιεπισκόπου της Άφρων χώρας και μάρτυρος, και της κατ' αυτόν συνόδου εκθέντα κανόνα, ος εν τοις των προειρημένων προέδρων τόποις, και μόνον, κατά το παραδοθέν αυτοίς έθος, εκράτησε• και μηδενί εξείναι τους προδηλωθέντας παραχαράττειν κανόνας, ή αθετείν, ή ετέρους παρά τους προκειμένους παραδέχεσθαι κανόνας, ψευδεπιγράφως υπό τινων συντεθέντας, των την αλήθειαν καπηλεύειν επιχειρησάντων. Ει δε τις αλώ κανόνα τινά των ειρημένων καινοτομών, ή ανατρέπειν επιχειρών, υπεύθυνος έσται κατά τον τοιούτον κανόνα, ως αυτός διαγορεύει, την επιτιμίαν δεχόμενος, και δι' αυτού, εν ω περ πταίει θεραπευόμενος.

Κανών Γ'
Επειδή δε ο ευσεβής και φιλόχριστος ημών βασιλεύς τη αγία ταύτη και οικουμενική προσεφώνησε συνόδω, ώστε τους εν κλήρω καταλεγομένους, και άλλοις τα θεία διαπορθμεύοντας, καθαρούς αποφήναι και λειτουργούς αμώμους, και της νοεράς του μεγάλου Θεού, και θύματος, και αρχιερέως, θυσίας αξίους, ανακαθάραί τε τα εξ αθέσμων γάμων τούτοις επιτριβέντα μύση• προς τούτο δε των μεν της ωμαίων αγιωτάτης εκκλησίας τον της ακριβείας τηρηθήναι κανόνα προτιθεμένων, των δε υπό των της θεοφυλάκτου ταύτης και βασιλίδος πόλεως θρόνον, τον της φιλανθρωπίας και συμπαθείας, εις εν αμφότερα μίξαντες πατρικώς ομού και θεοφιλώς, ως μήτε το πράον έκλυτον, μήτε στύφον το αυστηρόν καταλείψοιμεν, και μάλιστα του εξ αγνοίας πτώματος εις ουκ ολίγων ανδρών πλήθος διήκοντος• συνορώμεν ώστε τους μεν δυσί γάμοις περιπαρέντας, και μέχρι της πεντεκαιδεκάτης του διελθόντος Ιανουαρίου μηνός, της παρελθούσης τετάρτης Ινδικτιώνος, έτους εξακισχιλιοστού εκατοστού εννάτου, δουλωθέντας τη αμαρτία, και μη εκνήψαι ταύτης προελομένους, καθαιρέσει κανονική υποβαλείν. Τούς δε τω τοιούτω μεν της διγαμίας πάθει περιπεσόντας, προ δε της ημών επιγνώσεως το συμφέρον επεγνωκότας, και το κακόν εξ εαυτών περικόψαντας, και πόρω την ξένην ταύτην και νόθον συμπλοκήν εκδιώξαντας, ή και ων αι κατά δεύτερον γάμον γυναίκες ήδη τετελευτήκασιν, ή και αυτοί προς επιστροφήν είδον, μεταμαθόντες την σωφροσύνην, και των πρώην αυτοίς παρανομηθέντων ταχέως επιλαθόμενοι, είτε πρεσβύτεροι, είτε διάκονοι όντες τυγχάνοιεν• τούτους έδοξε πεπαύσθαι μεν πάσης ιερατικής λειτουργίας, ήτοι ενεργείας, ήδη επί ρητόν τινα χρόνον επιτιμηθέντας• της δε τιμής της κατά την καθέδραν και στάσιν μετέχειν, αρκουμένους τη προεδρία και προσκλαίοντας τω Κυρίω συγχωρηθήναι αυτοίς το εκ της αγνοίας ανόμημα ευλογείν γαρ έτερον τον τα οικεία τημελείν οφείλοντα τραύματα, ανακόλουθον.
Τούς δε γαμετή μεν μια συναφθέντας, ει χήρα η προσληφθείσα ετύγχανεν, ωσαύτως δε και τους μετά την χειροτονίαν γάμω ενί παρανόμως προσομιλήσαντας, τουτέστι πρεσβυτέρους, και διακόνους, και υποδιακόνους, ήδη επί βραχύν τινα χρόνον ειρχθέντας της ιεράς λειτουργίας, και επιτιμηθέντας, αύθις αυτούς τοις οικείοις αποκαταστήναι βαθμοίς, μηδαμώς εν ετέρω μείζονι προκόπτοντας βαθμώ, προδήλως διαλυθέντος αυτοίς του αθέσμου συνοικεσίου. Ταύτα δε, επί τοις καταληφθείσι μέχρι της πεντεκαιδεκάτης, ως είρηται, του Ιανουαρίου μηνός, της τετάρτης Ινδικτιώνος, εν τοις προδηλωθείσι πταίσμασι και μόνον ιερατικοίς ετυπώσαμεν, ορίζοντες από του παρόντος, και ανανεούμενοι τον κανόνα τον διαγορεύοντα, τον δυσί γάμοις συμπλακέντα μετά το βάπτισμα, ή παλλακήν κτησάμενον, μη δύνασθαι είναι επίσκοπον, ή πρεσβύτερον, ή διάκονον ή όλως του καταλόγου του ιερατικού• ωσαύτως και τον χήραν λαβόντα, ή εκβεβλημένην, ή εταίραν, ή οικέτιν, ή των επί της σκηνής, μη δύνασθαι είναι επίσκοπον, ή πρεσβύτερον, ή όλως του καταλόγου του ιερατικού.

Κανών Δ'
Ει τις επίσκοπος, ή πρεσβύτερος, ή διάκονος, ή υποδιάκονος. ή αναγνώστης, ή ψάλτης, ή θυρωρός, γυναικί αφιερωμένη τω Θεώ μιχθείη, καθαιρείσθω, ως την νύμφην του Χριστού διαφθείρας• ει δε λαϊκός, αφοριζέσθω.

Κανών Ε'
Μηδείς των εν ιερατικώ καταλόγω, των εν τω κανόνι εμφερομένων ανυπόπτων προσώπων εκτός διάγων, γυναίκα κεκτήσθω, ή θεραπαινίδα, το ανεπίληπτον εαυτώ εντεύθεν τηρών. Ει δε παραβαίνει τις τα παρ' ημών ορισθέντα, καθαιρείσθω. Το αυτό δε τούτο και οι ευνούχοι παραφυλαττέσθωσαν, το άμεμπτον εαυτοίς προνοούμενοι• παραβαίνοντες δε, ει μεν κληρικοί είεν, καθαιρείσθωσαν, ει δε λαϊκοί, αφοριζέσθωσαν.

Κανών ΣΤ'
Επειδή παρά τοις αποστολικοίς κανόσιν είρηται, των εις κλήρον προαγομένων αγάμων, μόνους αναγνώστας, και ψάλτας γαμείν και ημείς τούτο παραφυλάττοντες, ορίζομεν από του νυν μηδαμώς υποδιάκονον, ή διάκονον, ή πρεσβύτερον, μετά την επ' αυτώ χειροτονίαν, έχειν άδειαν, γαμικόν εαυτώ συνιστάν συνοικέσιον. Ει δε τούτο τολμήσοι ποιήσαι, καθαιρείσθω. Ει δε βούλοιτό τις των εις κλήρον προερχομένων, γάμου νόμω συνάπτεσθαι γυναικί, προ της του υποδιακόνου, ή διακόνου, ή πρεσβυτέρου χειροτονίας τούτο πραττέτω.

Κανών Ζ'
Επειδή μεμαθήκαμεν εν τισι των εκκλησιών διακόνους τυγχάνειν, οφφίκια εκκλησιαστικά έχοντας, εντεύθέν τέ τινας αυτών αυθαδεία και αυτονομία κεχρημένους προ των πρεσβυτέρων καθέζεσθαι, ορίζομεν, ώστε τον διάκονον, καν εν αξιώματι, τουτέστιν εν οφφικίω τω οιωδήποτε εκκλησιαστικώ τυγχάνη, τον τοιούτον μη προ του πρεσβυτέρου καθέζεσθαι• εκτός, ει μη το πρόσωπον επέχων του οικείου πατριάρχου, ή μητροπολίτου, εν ετέρα πόλει παραγένηται επί τινι κεφαλαίω• τότε γαρ, ως τον εκείνου τόπον αναπληρών, τιμηθήσεται. Ει δε τις τοιούτο τολμήσοι, τυραννικώ χρώμενος θράσει, διαπράξασθαι, ο τοιούτος, εκ του οικείου καταβιβασθείς βαθμού, έσχατος πάντων γινέσθω του, εν ω περ καταλέγεται, τάγματος εν τη κατ' αυτόν εκκλησία, του Κυρίου ημών παραινούντος, μη χαίρειν ταις πρωτοκλισίαις, κατά την εν τω αγίω ευαγγελιστή Λουκά, ως εξ αυτού του Κυρίου ημών και Θεού κειμένην διδασκαλίαν. Έλεγε γαρ προς τους κεκλημένους παραβολήν τοιάνδε• 'Οταν κληθής υπό τίνος εις γάμους, μη κατακλιθείς εις την πρωτοκλισίαν, μήποτε εντιμότερός σου ή κεκλημένος υπ' αυτού, και ελθών ο σε και αυτόν καλέσας, ερεί σοι• Δος τούτω τόπον• και τότε άρξη μετ' αισχύνης τον έσχατον τόπον κατέχειν. Αλλ' όταν κληθής, ανάπεσε εις τον έσχατον τόπον• ίνα, όταν έλθη ο κεκληκώς, είπη σοι• Φίλε, προσανάβηθι ανώτερον• τότε έσται σοι δόξα ενώπιον των συνανακειμένων σοι• ότι πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται. Το αυτό δε φυλαχθήσεται και επί των λοιπών ιερών ταγμάτων• επειδή των κατά κόσμον αξιωμάτων κρείττονα τα πνευματικά επιστάμεθα.

Κανών Η'
Εν πάσι τα υπό των αγίων Πατέρων ημών θεσπιθέντα και ημείς κρατείν βουλόμενοι, ανανεούμεν και τον κανόνα τον διαγορεύοντα, καθ' έκαστον έτος συνόδους των εν εκάστη επαρχία γίνεσθαι επισκόπων, ένθα αν ο της μητροπόλεως δοκιμάση επίσκοπος. Επειδή δε δια τε τας των βαρβάρων επιδρομάς, δια τε τας προσπιπτούσας ετέρας αιτίας, αδυνάτως οι των εκκλησιών πρόεδροι έχουσι δις του ενιαυτού τας συνόδους ποιείσθαι, έδοξεν, ώστε τρόπω παντί άπαξ του ενιαυτού την των προγεγραμμένων επισκόπων, δια τα ως εικός αναφυόμενα εκκλησιαστικά κεφάλαια, εν εκάστη επαρχία γίνεσθαι σύνοδον, από της αγίας του Πάσχα εορτής, και μέχρι συμπληρώσεως του Οκτωβρίου μηνός εκάστου έτους, κατά τον τόπον ον ο της μητροπόλεως, καθά προείρηται, δοκιμάσει επίσκοπος τους δε μη συνιόντας επισκόπους, ενδημούντας ταις εαυτών πόλεσι, και ταύτα εν υγεία διάγοντας, και πάσης απαραιτήτου και αναγκαίας ασχολίας όντας ελευθέρους, αδελφικώς επιπλήττεσθαι.

Κανών Θ'
Μηδενί εξείναι κληρικώ, καπηλικόν εργατήριον έχειν. Ει γαρ τω τοιούτω εισιέναι εν καπηλείω ουκ επιτέτραπται, πόσω μάλλον άλλοις εν τούτω διακονείσθαι, και α μη θέμις αυτώ εγχειρείν; ει δε τι τοιούτον διαπράξοιτο, ή παυσάσθω ή καθαιρείσθω.

Κανών Ι'
Επίσκοπος, ή πρεσβύτερος, ή διάκονος τόκους, ή τας λεγομένας εκατοστάς λαμβάνων, ή παυσάσθω, ή καθαιρείσθω.

Κανών ΙΑ'
Μηδείς των εν ιερατικώ καταλεγομένων τάγματι, ή λαϊκός, τα παρά των Ιουδαίων άζυμα εσθιέτω, ή τούτοις προσοικειούσθω, ή εν νόσοις προσκαλείσθω, και ιατρείας παρ' αυτών λαμβανέτω, ή εν βαλανείοις τούτοις παντελώς συλλουέσθω• ει δε τις τούτο πράξαι επιχειροίη, ει μεν κληρικός είη, καθαιρείσθω• ει δε λαϊκός, αφοριζέσθω.

Κανών ΙΒ'
Και τούτο δε εις γνώσιν ημετέραν ήλθεν, ως εν τε τη Αφρική και Λιβύη, και ετέροις τόποις, οι των εκείσε θεοφιλέστατοι πρόεδροι, συνοικείν ταις ιδίαις γαμεταίς, και μετά την επ' αυτοίς προελθούσαν χειροτονίαν, ου παραιτούνται, πρόσκομμα τοις λαοίς τιθέντες, και σκάνδαλον. Πολλής ουν ημίν σπουδής ούσης, του πάντα προς ωφέλειαν των υπό χείρα ποιμνίων διαπράττεσθαι, έδοξεν, ώστε μηδαμώς το τοιούτον από του νυν γίνεσθαι. Τούτο δε φαμεν ουκ επ' αθετήσει, ή ανατροπή των αποστολικώς νενομοθετημένων, αλλά της σωτηρίας και της επί το κρείττον προκοπής των λαών προμηθούμενοι, και του μη δούναι μώμόν τινα κατά της ιερατικής καταστάσεως. Φησί γαρ ο θείος Απόστολος• Πάντα εις δόξαν Θεού ποιείτε• απρόσκοποι γίνεσθε και Ιουδαίοις, και Έλλησι, και τη εκκλησία του Θεού• καθώς καγώ πάντα πάσιν αρέσκω, μη ζητών το εμαυτού συμφέρον, αλλά το των πολλών, ίνα σωθώσι• μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού• ει δε τις φωραθείη το τοιούτον πράττων καθαιρείσθω.

Κανών ΙΓ'
Επειδή τη ωμαίων εκκλησία εν τάξει κανόνος παραδεδόσθαι διέγνωμεν, τους μέλλοντας διακόνου, ή πρεσβυτέρου χειροτονίας αξιούσθαι, καθομολογείν, ως ουκέτι ταις αυτών συνάπτονται γαμεταίς• ημείς τω αρχαίω εξακολοθούντες κανόνι της αποστολικής ακριβείας και τάξεως, τα των ιερών ανδρών κατά νόμους συνοικέσια, και από του νυν ερώσθαι βουλόμεθα, μηδαμώς αυτών την προς γαμετάς συνάφειαν διαλύοντες, ή αποστερούντες αυτούς την προς αλλήλους κατά καιρόν τον προσήκοντα ομιλίας. Ώστε, ει τις άξιος ευρεθείη προς χειροτονίαν υποδιακόνου, ή διακόνου, ή πρεσβυτέρου, ούτος μηδαμώς κωλυέσθω επί τοιούτον βαθμόν εμβιβάζεσθαι, γαμετή συνοικών νομίμω• μήτε μην εν τω της χειροτονίας καιρώ απαιτείσθω ομολογείν, ως αποστήσεται της νομίμου προς την οικείαν γαμετήν ομιλίας, ίνα μη εντεύθεν τον εκ Θεού νομοθετηθέντα, και ευλογηθέντα τη αυτού παρουσία γάμον καθυβρίζειν εκβιασθώμεν• της του Ευαγγελίου φωνής βοώσης• Α ο Θεός έζευξεν, άνθρωπος μη χωριζέτω• και του Αποστόλου διδάσκοντος• Τίμιον τον γάμον, και την κοίτην αμίαντον• και, Δέδεσαι γυναικί; Μη ζήτει λύσιν. Ίσμεν δε, ώσπερ και οι εν Καρθαγένη συνελθόντες, της εν βίω σεμνότητος των λειτουργών τιθέμενοι πρόνοιαν, έφασαν, ώστε τους υποδιακόνους, τους τα ιερά μυστήρια ψηλαφώντας, και τους διακόνους, και πρεσβυτέρους, κατά τους ιδίους όρους και εκ των συμβίων εγκρατεύεσθαι• ίνα και το δια των Αποστόλων παραδοθέν, και εξ αυτής της αρχαιότητος κρατηθέν, και ημείς ομοίως φυλάξωμεν, καιρόν επί παντός επιστάμενοι πράγματος, και μάλιστα νηστείας και προσευχής. Χρή γαρ τους τω θυσιαστηρίω προσεδρεύοντας, εν τω καιρώ της των αγίων μεταχειρήσεως, εγκρατείς είναι εν πάσιν, όπως δυνηθώσιν, ό παρά του Θεού απλώς αιτούσιν επιτυχείν. Ει τις ουν τολμήσοι παρά τους αποστολικούς κανόνας κινούμενος, τινά των ιερωμένων, πρεσβυτέρων, φαμέν, ή διακόνων, ή υποδιακόνων, αποστερείν της προς την νόμιμον γυναίκα συναφείας τε και κοινωνίας, καθαιρείσθω• ωσαύτως και ει τις πρεσβύτερος, ή διάκονος, την εαυτού γυναίκα προφάσει ευλαβείας εκβάλλει, αφοριζέσθω• επιμένων δε, καθαιρείσθω.

Κανών ΙΔ'
Ο των αγίων και θεοφόρων ημών Πατέρων κρατείτω κανών και εν τούτω, ώστε πρεσβύτερον προ των τριάκοντα ετών μη χειροτονείσθαι, καν πάνυ ή ο άνθρωπος άξιος, αλλ' αποτηρείσθαι. Ο γαρ Κύριος Ιησούς Χριστός εν τω τριακοστώ έτει εβαπτίσθη, και ήρξατο διδάσκειν• ομοίως μήτε διάκονος προ των εικοσιπέντε χρόνων, ή διακόνισσα προ των τεσσαράκοντα ετών χειροτονείσθω.

Κανών ΙΕ'
Υποδιάκονος μη ήττον των είκοσι ετών χειροτονείσθω• ει δε τις των εν οιαούν ιερατική καταστάσει παρά τους ορισθέντας χειροτονηθείη χρόνους, καθαιρείσθω.

Κανών ΙΣΤ'
Επειδή η των Πράξεων βίβλος επτά διακόνους υπό των Αποστόλων καταστήναι παραδίδωσιν, οι δε της κατά Νεοκαισάρειαν συνόδου ούτως εν τοις εκτεθείσι παρ' αυτών κανόσι σαφώς διεξήλθον, ότι διάκονοι επτά οφείλουσιν είναι, κατά τον κανόνα, καν πάνυ μεγάλη η πόλις ή• πεισθείση δε και εκ της βίβλου των Πράξεων• ημείς τω αποστολικώ ρητώ τον νουν εφαρμόσαντες των Πατέρων, εύρομεν, ως ο λόγος αυτοίς ου περί των τοις μυστηρίοις διακονουμένων ανδρών ην, αλλά περί της εν ταις χρείαις των τραπεζών υπουργίας, της των Πράξεων βίβλου ούτως εχούσης• Εν ταις ημέραις εκείναις, πληθυνόντων των μαθητών, εγένετο γογγυσμός των Ελληνιστών προς τους Εβραίους, ότι παρεθεωρούντο εν τη διακονία τη καθημερινή αι χήραι αυτών. Προσκαλεσάμενοι ουν οι δώδεκα το πλήθος των μαθητών, είπον• ουκ αρεστόν ημάς καταλείψαντας τον λόγον του Θεού, διακονείν τραπέζαις. Επισκέψασθε ουν, αδελφοί, άνδρας εξ υμών μαρτυρουμένους επτά, πλήρεις Πνεύματος αγίου και σοφίας, ους καταστήσωμεν, επί της χρείας ταύτης• ημείς δε τη προσευχή και τη διακονία του λόγου προσκαρτερήσομεν• και ήρεσεν ο λόγος ενώπιον παντός του πλήθους• και εξελέξαντο Στέφανον, άνδρα πλήρη πίστεως και Πνεύματος αγίου, και Φίλιππον, και Πρόχορον, και Νικάνορα, και Τίμωνα, και Παρμενάν, και Νικόλαον, προσήλυτον Αντιοχέα, ους έστησαν ενώπιον των Αποστόλων. Ταύτα διερμηνεύων ο της εκκλησίας διδάσκαλος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ούτω διέξεισι. Θαυμάσαι άξιον, πως ουκ εσχίσθη το πλήθος επί τη αιρέσει των ανδρών, πως ουκ απεδοκιμάσθησαν υπ' αυτών οι Απόστολοι• οποίον δε άρα αξίωμα ούτοι είχον, και ποίαν εδέξαντο χειροτονίαν, αναγκαίον μαθείν. Άρα την των διακόνων; και μην τούτο εν ταις εκκλησίαις ουκ έστιν• αλλά των πρεσβυτέρων εστίν η οικονομία; και τοι ουδέπω ουδείς επίσκοπος ην, αλλ' οι Απόστολοι μόνον• όθεν ούτε διακόνων, ούτε πρεσβυτέρων οίμαι το όνομα είναι δήλον και φανερόν. Επί τούτοις ουν κηρύσσομεν και ημείς, ώστε τους προειρημένους επτά διακόνους, μη επί των τοις μυστηρίοις διακονουμένων λαμβάνεσθαι, κατά την προερμηνευθείσαν διδασκαλίαν• αλλά τους την οικονομίαν της κοινής χρείας των τότε συνηθροισμένων εγχειρισθέντας, τούτους υπάρχειν• οί τύπος ημίν καν τούτω γεγόνασι της περί τους δεομένους φιλανθρωπίας τε και σπουδής.

Κανών ΙΖ'
Επειδή περ διαφόρων εκκλησιών κληρικοί, τας ιδίας, εν αις εχειροτονήθησαν, εκκλησίας καταλιπόντες, προς ετέρους συνέδραμον επισκόπους, και γνώμης δίχα του οικείου επισκόπου, εν ταις αλλοτρίαις κατετάγησαν εκκλησίαις, εκ τούτου τε συνέβη ανυποτάκτους αυτούς καταστήναι• ορίζομεν, ώστε, από του Ιανουαρίου μηνός της παρελθούσης τετάρτης επινεμήσεως, μηδένα των απάντων κληρικών, καν εν οιωδήποτε τυγχάνη βαθμώ, άδειαν έχειν, εκτός της του οικείου επισκόπου εγγράφου απολυτικής, εν ετέρα κατατάττεσθαι εκκλησία• επεί ο μη τούτο από του νυν παραφυλαττόμενος, αλλά καταισχύνων το γε επ' αυτόν τον την χειροτονίαν αυτώ επιτεθεικότα, καθαιρείσθω και αυτός, και ο παραλόγως αυτόν προσδεξάμενος.

Κανών ΙΗ'
Τούς προφάσει βαρβαρικής επιδρομής, ή άλλως πως εκ περιστάσεως μετανάστας γενομένους κληρικούς, ηνίκα αν ο τρόπος αυτοίς αποπαύσηται, ή αι των βαρβάρων επιδρομαί, δι' ας την αναχώρησιν εποιήσαντο, αύθις εν ταις οικείαις εκκλησίαις προστάσσομεν επανέρχεσθαι, και μη επί πολύ ταύτας απροφασίστως καταλιμπάνειν. Ει δε τις μη κατά τον παρόντα διαγένηται κανόνα, αφοριζέσθω, μέχρις αν προς την οικείαν εκκλησίαν επαναδράμη. Το αυτό δε τούτο, και επί τω κατέχοντι αυτόν επισκόπω γινέσθω.

Κανών ΙΘ'
Ότι δεί τους των εκκλησιών προεστώτας, εν πάση μεν ημέρα, εξαιρέτως δε εν ταις Κυριακαίς, πάντα τον κλήρον και τον λαόν εκδιδάσκειν τους της ευσεβείας λόγους, εκ της θείας γραφής αναλεγομένους τα της αληθείας νοήματά τε, και κρίματα, και μη παρεκβαίνοντας τους ήδη τεθέντας όρους, ή την εκ των θεοφόρων Πατέρων παράδοσιν. Αλλά και ει γραφικός ανακινηθείη λόγος, μη άλλως τούτον ερμηνευέτωσαν, ή ως αν οι της εκκλησίας φωστήρες, και διδάσκαλοι, δια των οικείων συγγραμμάτων παρέθεντο• και μάλλον εν τούτοις ευδοκιμείτωσαν, ή λόγους οικείους συντάττοντες• ίνα μη, έστιν ότε, προς τούτο απόρως έχοντες, αποπίπτοιεν του προσήκοντος. Δια γαρ της των προειρημένων Πατέρων διδασκαλίας, οι λαοί εν γνώσει γινόμενοι των τε σπουδαίων και αιρετών, και των ασυμφόρων και αποβλήτων, τον βίον μεταρυθμίζουσι προς το βέλτιον, και τω της αγνοίας ουχ αλίσκονται πάθει, αλλά προσέχοντες τη διδασκαλία, εαυτούς προς το μη κακώς παθείν παραθήγουσι, και φόβω των επηρτημένων τιμωριών την σωτηρίαν εαυτοίς εξεργάζονται.

Κανών Κ'
Μη εξέστω επισκόπω εις ετέραν την μη αυτώ προσήκουσαν πόλιν δημοσία διδάσκειν• ει δε τις φωραθείη τούτο ποιών, της επισκοπής παυέσθω• τα δε του πρεσβυτέρου ενεργείτω.

Κανών ΚΑ'
Οι επ' εγκλήμασι κανονικοίς υπεύθυνοι γινόμενοι, και δια τούτο παντελεί τε και διηνεκεί καθαιρέσει υποβαλλόμενοι, και εν τω των λαϊκών απωθούμενοι τόπω• ει μεν εκουσίως προς επιστροφήν ορώντες αθετούσι την αμαρτίαν, δι' ην της χάριτος εκπεπτώκασι, και ταύτης τέλεον αλλοτρίους εαυτούς καθιστώσι, τω του κλήρου κειρέσθωσαν σχήματι• ει δε μη τούτο αυθαιρέτως αιρήσονται, καθάπερ οι λαϊκοί, την κόμην επιτρεφέτωσαν, ως την εν κόσμω αναστροφήν της ουρανίου ζωής προτιμήσαντες.

Κανών ΚΒ'
Τούς επί χρήμασι χειροτονουμένους, είτε επισκόπους, ή οιουσδήποτε κληρικούς, και ου κατά δοκιμασίαν, και του βίου αίρεσιν, καθαιρείσθαι προστάσσομεν• αλλά και τους χειροτονήσαντας.

Κανών ΚΓ'
Περί του μηδένατων είτε επισκόπων, είτε πρεσβυτέρων, ή διακόνων, της αχράντου μεταδιδόντα κοινωνίας, παρά του μετέχοντος εισπράττειν, της τοιαύτης μεταλήψεως χάριν, οβολούς, ή είδος το οιονούν. Ουδέ γαρ πεπραμένη η χάρις, ουδέ χρήμασι τον αγιασμόν του Πνεύματος μεταδιδόαμεν, αλλά τοις αξίοις του δώρου απανουργεύτως μεταδοτέον. Ει δε φανείη τις των εν κλήρω καταλεγομένων απαιτών, ω μεταδίδωσι της αχράντου κοινωνίας, το οιονούν είδος, καθαιρείσθω, ως της Σίμωνος ζηλωτής πλάνης και κακουργίας.

Κανών ΚΔ'
Μη εξέστω τινί των εν τω ιερατικώ καταλεγομένων τάγματι, ή μοναχών, εν ιπποδρομίαις ανιέναι, ή θυμελικών παιγνίων ανέχεσθαι• αλλ' ει και τις κληρικός κληθείη εν γάμω, ηνίκα αν τα προς απάτην εισέλθοιεν παίγνια, εξαναστήτω, και παραυτίκα αναχωρείτω, ούτω της των Πατέρων ημίν προσταττούσης διδασκαλίας. Ει δε τις επί τούτω αλώ, ή παυσάσθω, ή καθαιρείσθω.

Κανών ΚΕ'
Πρός τοις άλλοις ανανεούμεν και τον κανόνα τον διαγορεύοντα τας καθ' εκάστην εκκλησίαν αγροικικάς παροικίας, ή εγχωρίους, μένειν απαρασαλεύτους παρά τοις κατέχουσιν αυτάς επισκόποις, και μάλιστα, ει τριακονταετή χρόνον αυτάς αβιάστως διακατέχοντες ωκονόμησαν. Ει δε εντός των τριάκοντα ετών γεγένηταί τις, ή γένηται περί αυτών αμφισβήτησις, εξείναι τοις λέγουσιν ηδικείσθαι, περί τούτου κινείν παρά τη συνόδω της επαρχίας.

Κανών ΚΣΤ'
Πρεσβύτερον, τον κατά άγνοιαν αθέσμω γάμω περιπαρέντα, καθέδρας μεν μετέχειν, κατά τα υπό του ιερού κανόνος ημίν νομοθετηθέντα, των δε λοιπών ενεργειών απέχεσθαι• αρκετόν γαρ τω τοιούτω η συγγνώμη. Ευλογείν δε έτερον τον τα οικεία τημελείν οφείλοντα τραύματα, ανακόλουθον• ευλογία γαρ, αγιασμού μετάδοσίς εστιν• ο δε τούτον μη έχων, δια το εκ της αγνοίας παράπτωμα, πως ετέρω μεταδώσει; Μήτε τοίνυν δημοσία, μήτε ιδία ευλογείτω• μήτε το σώμα του Κυρίου διανεμέτω ετέροις, μήτε τι άλλο λειτουργείτω• αλλ' αρκούμενος τη προεδρία προσκλαιέτω τω Κυρίω, συνχωρηθήναι αυτώ το εκ της αγνοίας ανόμημα. Πρόδηλον γαρ, ως ο τοιούτος άθεσμος γάμος διαλυθήσεται, και ουδαμώς ο ανήρ μετουσίαν έξει προς την, δι' ης της ιεράς ενεργείας εστέρηται.

Κανών ΚΖ'
Μηδείς των εν κλήρω καταλεγομένων ανοίκειον εσθήτα αμφιεννύσθω, μήτε εν πόλει διάγων, μήτε εν οδώ βαδίζων, αλλά στολαίς κεχρήσθω ταις ήδη τοις εν κλήρω καταλεγομένοις απονεμηθείσαις• ει δε τις διαπράξοιτο το τοιούτον, επί εβδομάδα μίαν αφοριζέσθω.

Κανών ΚΗ'
Επειδή εν διαφόροις εκκλησίαις μεμαθήκαμεν, σταφυλής εν τω θυσιαστηρίω προσφερομένης κατά τι κρατήσαν έθος, τους λειτουργούς ταύτην τη αναιμάκτω της προσφοράς θυσία συνάπτοντας, ούτως άμα τω λαώ διανέμειν αμφότερα, συνείδομεν, ώστε μηκέτι τούτό τινα των ιερωμένων ποιείν, αλλ' εις ζωοποίησιν, και αμαρτιών άφεσιν, τω λαώ της προσφοράς μόνης μεταδιδόναι• ως απαρχήν δε την της σταφυλής λογιζομένους προσένεξιν, ιδικώς τους ιερείς ευλογούντας, τοις αιτούσι ταύτης μεταδιδόναι, προς την του δοτήρος των καρπών ευχαριστίαν, δι' ων τα σώματα ημών, κατά τον θείον όρον, αύξει τε και εκτρέφεται. Ει τις ουν κληρικός παρά τα διατεταγμένα ποιήσοι, καθαιρείσθω.

Κανών ΚΘ'
Ο των εν Καρθαγένη διαγορεύει κανών, ώστε, άγια θυσιαστηρίου, ει μη υπό νηστικών ανθρώπων, μη επιτελείσθαι, εξηρημένης μιας ετησίας ημέρας, εν ή το Κυριακόν δείπνον επιτελείται, ίσως τηνικαύτα, δια τινας κατά τους τόπους προφάσεις τη εκκλησία λυσιτελείς, των θείων εκείνων Πατέρων τοιαύτη χρησαμένων οικονομία. Μηδενός ουν ημάς ενάγοντος καταλιπείν την ακρίβειαν, ορίζομεν, αποστολικαίς και πατρικαίς επόμενοι παραδόσεσι, μη δείν εν Τεσσαρακοστή τη υστέρα εβδομάδι την πέμπτην λύει, και όλην την Τεσσαρακοστήν ατιμάζειν.

Κανών Λ'
Πάντα προς οικοδομήν της εκκλησίας βουλόμενοι διαπράττεσθαι, και τους εν ταις βαρβαρικαίς εκκλησίαις ιερέας οικονομείν διεγνώκαμεν• ώστε, ει τον αποστολικόν κανόνα, τον περί του προφάσει ευλαβείας την οικείαν γαμετήν μη εκβάλλειν, υπεραναβαίνειν οίονται δείν, και πέραν των ορισθέντων ποιείν, εκ τούτου τε μετά των οικείων συμφωνούντες συμβίων, της προς αλλήλους ομιλίας απέχονται• ορίζομεν, τούτους μηκέτι ταύταις συνοικείν καθ' οιονδήποτε τρόπον, ως αν ημίν εντεύθεν εντελή της υποσχέσεως παρέξοιεν την απόδειξιν. Πρός τούτο δε αυτοίς, ου δι' άλλο τι, ή δια την της γνώμης μικροψυχίαν, και το των ηθών απεξενωμένον, και απαγές, ενδεδώκαμεν.

Κανών ΛΑ'
Τούς εν τοις ευκτηρίοις οίκοις, ένδον οικίας τυγχάνουσι, λειτουργούντας, ή βαπτίζοντας κληρικούς, υπό γνώμην τούτο πράττειν του κατά τόπον επισκόπου, ορίζομεν• ώστε, ει τις κληρικός μη τούτο ούτω παραφυλάξη, καθαιρείσθω.

Κανών ΛΒ'
Επειδή εις γνώσιν ημετέραν ήλθεν, ως εν τη των Αρμενίων χώρα οίνον μόνον εν τη ιερά τραπέζη προσάγουσιν, ύδωρ αυτώ μη μιγνύντες, οι την αναίμακτον θυσίαν επιτελούντες, προτιθέμενοι τον της εκκλησίας διδάσκαλον Ιωάννην τον Χρυσόστομον, φάσκοντα, δια της εις το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον ερμηνείας, ταύτα• Τίνος ένεκεν ουχ ύδωρ έπιεν αναστάς, αλλ' οίνον; άλλην αίρεσιν πονηράν πρόρριζον ανασπών• επειδή γαρ εισί τινες εν τοις μυστηρίοις ύδατι κεχρημένοι, δεικνύς, ότι, και ηνίκα τα μυστήρια παρέδωκε, και ηνίκα αναστάς, χωρίς μυστηρίων και ψιλήν τράπεζαν παρετίθετο, οίνω εχρήτο εκ του γεννήματος, φησί, της αμπέλου• άμπελος δε οίνον, ουχ ύδωρ γεννά• εκ τούτου τε τον διδάσκαλον οίονται ανατρέπειν την του ύδατος εν τη ιερά θυσία προσαγωγήν. Ως αν μη και από του νυν κατέχοιντο τη αγνοία, την του Πατρός διάνοιαν ορθοδόξως αποκαλύπτομεν. Της γαρ πονηράς των Υδροπαραστατών αιρέσεως παλαιάς υπαρχούσης, οί αντί οίνου μόνω τω ύδατι εν τη οικεία θυσία κέχρηνται, ανασκευάζων ούτος ο θεοφόρος ανήρ την παράνομον της τοιαύτης αιρέσεως διδαχήν, και δεικνύς, ως εξ εναντίας της αποστολικής ίενται παραδόσεως, τον ειρημένον κατεσκεύασε λόγον. Επεί και τη κατ' αυτόν εκκλησία, ένθα την ποιμαντικήν ενεχειρίσθη ηγεμονίαν, ύδωρ οίνω μιγνύναι παρέδωκεν, ηνίκα την αναίμακτον θυσίαν επιτελείσθαι δεήσειε, την εκ της τιμίας πλευράς του λυτρωτού ημών και Σωτήρος Χριστού του θεού εξ αίματος και ύδατος κράσιν παραδεικνύς, ήτις εις ζωοποίησιν παντός του κόσμου εξεχύθη, και αμαρτιών απολύτρωσιν• και κατά πάσαν δε εκκλησίαν, ένθα οι πνευματικοί φωστήρες εξέλαμψαν, η θεόσδοτος αύτη τάξις κρατεί. Και γαρ και Ιάκωβος ο κατά σάρκα Χριστού του Θεού ημών αδελφός, ος της Ιεροσολυμιτών εκκλησίας πρώτος τον θρόνον ενεπιστεύθη, και Βασίλειος ο της Καισαρέων αρχιεπίσκοπος, ου το κλέος κατά πάσαν την οικουμένην διέδραμεν, εγγράφως την μυστικήν ημίν ιερουργίαν παραδεδωκότες, ούτω τελειούν εν τη θεία λειτουργία εξ ύδατός τε και οίνου το ιερόν ποτήριον εκδεδώκασι. Και οι εν Καρθαγένη συναχθέντες όσιοι Πατέρες, ούτω ρητώς επεμνήσθησαν, ίνα εν τοις αγίοις μηδέν πλέον του σώματος και του αίματος του Κυρίου προσενεχθείη, ως και αυτός ο Κύριος παραδέδωκε, τουτέστιν άρτου και οίνου ύδατι μεμιγμένου. Ει τις ουν επίσκοπος, ή πρεσβύτερος, μη κατά την παραδοθείσαν υπό των Αποστόλων τάξιν ποιεί, και ύδωρ οίνω μιγνύς, ούτω την άχραντον προσάγει θυσίαν, καθαιρείσθω, ως ατελώς το μυστήριον εξαγγέλλων, και καινίζων τα παραδεδομένα.

Κανών ΛΓ'
Επειδή περ έγνωμεν εν τη Αρμενίων χώρα, μόνους εν κλήρω, τους εκ γένους ιερατικού κατατάττεσθαι, Ιουδαϊκοίς έθεσιν επομένων των τούτο πράττειν επιχειρούντων, τινάς δε αυτών και μη αποκειρομένους, ιεροψάλτας, και αναγνώστας του θείου ναού καθίστασθαι• συνείδομεν, ώστε από του νυν, μη εξείναι τοις εις κλήρον βουλομένοις προάγειν τινάς, εις το γένος αποβλέπειν του προχειριζομένου• αλλά δοκιμάζοντες, ει άξιοι είεν, κατά τους τεθέντας εν τοις ιεροίς κανόσιν όρους, εν κλήρω καταλεγήναι, τούτους εκκλησιαστικούς προχειρίζεσθαι, είτε και εκ προγόνων γεγόνασιν ιερέων, είτε και μη. Αλλά μηδέ τινα των απάντων συγχωρείν επ' άμβωνος, κατά την των εν τω κλήρω καταλεγομένων τάξιν, τους θείους τω λαώ λόγους αποφωνείν• ει μη τι αν ιερατική κουρά χρήσηται ο τοιούτος, και την ευλογίαν υπό του οικείου ποιμένος κανονικώς υποδέξηται. Ει δε τις φωραθείη παρά τα προγεγραμμένα ποιών, αφοριζέσθω.

Κανών ΛΔ'
Και τούτο δε του ιερατικού κανόνος σαφώς διαγορεύοντος, ως το της συνωμοσίας, ή φρατρίας έγκλημα και παρά των έξω νόμων πάντη κεκώλυται, πολλώ δε μάλλον εν τη του Θεού εκκλησία τούτο γίνεσθαι απαγορεύειν προσήκει• και ημείς παραφυλάττειν σπουδάζομεν, ως ει τινες κληρικοί, ή μοναχοί ευρεθείεν ή συνομνύμενοι, ή φατριάζοντες, ή κατασκευάς τυρεύοντες επισκόπων, ή συγκληρικών, εκπιπτέτωσαν πάντη του οικείου βαθμού.

Κανών ΛΕ'
Μη εξέστω τινί των απάντων μητροπολιτών, τελευτώντος επισκόπου τελούντος υπό τον κατ' αυτόν θρόνον, τα αυτού πράγματα, ή της κατ' αυτόν εκκλησίας, αφαιρείσθαι, ή σφετερίζεσθαι• αλλ' υπό παραφυλακήν έστωσαν του κλήρου της εκκλησίας, ης ο τελευτήσας ετύγχανε πρόεδρος, μέχρι της ετέρου επισκόπου προαγωγής• εκτός ειμή κληρικοί εν τη αυτή εκκλησία ουχ' υπελείφθησαν• τηνικαύτα γαρ ο μητροπολίτης ταύτα παραφυλάξει αμείωτα, τω χειροτονηθησομένω επισκόπω πάντα αποδιδούς.

Κανών ΛΣΤ'
Ανανεούμενοι τα παρά των εκατόν πεντήκοντα αγίων Πατέρων, των εν τη θεοφυλάκτω ταύτη και βασιλίδι πόλει συνελθόντων, και των εξακοσίων τριάκοντα, των εν Χαλκηδόνι συναθροισθέντων νομοθετηθέντα, ορίζομεν, ώστε τον Κωνσταντινουπόλεως θρόνον των ίσων απολαύειν πρεσβείων του της πρεσβυτέρας ώμης θρόνου, και εν τοις εκκλησιαστικοίς, ως εκείνον, μεγαλύνεσθαι πράγμασι, δεύτερον μετ' εκείνον υπάρχοντα, μεθ' ον της Αλεξανδρέων μεγαλοπόλεως αριθμείσθω θρόνος, είτα ο Αντιοχείας, και μετά τούτον, ο της Ιεροσολυμιτών πόλεως.

Κανών ΛΖ'
Επειδή κατά διαφόρους καιρούς βαρβαρικαί γεγόνασιν έφοδοι, και πλείσται πόλεις εντεύθεν υποχείριοι τοις ανόμοις κατέστησαν, ως εντεύθεν μη δυνηθήναι τον της τοιαύτης πόλεως πρόεδρον, μετά την επ' αυτώ χειροτονίαν, τον οικείον θρόνον καταλαβείν, και εν αυτώ ιερατική καταστάσει ενιδρυθήναι, και ούτω κατά το κρατήσαν έθος τας χειροτονίας, και πάντα, α τω επισκόπω ανήκει, πράττειν τε και μεταχειρίζεσθαι• ημείς το τίμιον, και σεβάσμιον τη ιερωσύνη φυλάττοντες, και μηδαμώς προς λύμην των εκκλησιαστικών δικαίων την εθνικήν επήρειαν ενεργείσθαι βουλόμενοι, τοις ούτω χειροτονηθείσι, και δια την προκειμένην αιτίαν εν τοις εαυτών μη εγκαταστάσι θρόνοις, το απροκριμάτιστον τηρείσθαι συνεωράκαμεν, ώστε και χειροτονίας κληρικών διαφόρων κανονικώς ποιείν, και τη της προεδρίας αυθεντία κατά τον ίδιον όρον κεχρήσθαι, και βεβαίαν, και νενομισμένην είναι πάσαν υπ' αυτών προϊούσαν διοίκησιν. Ου γαρ υπό του της ανάγκης καιρού της ακριβείας περιγραφείσης, ο της οικονομίας όρος περιορισθήσεται.

Κανών ΛΗ'
Τον εκ των Πατέρων ημών τεθέντα κανόνα και ημείς παραφυλάττομεν, τον ούτω διαγορεύοντα• Ει τις εκ βασιλικής εξουσίας εκαινίσθη πόλις, ή αύθις καινισθείη, τοις πολιτικοίς και δημοσίοις τύποις και η των εκκλησιαστικών πραγμάτων τάξις ακολουθείτω.

Κανών ΛΘ'
Του αδελφού και συλλειτουργού ημών Ιωάννου, του της Κυπρίων νήσου προέδρου, άμα τω οικείω λαώ, επί την Ελλησπόντιον επαρχίαν, δια τε τας βαρβαρικάς εφόδους, δια τε το της εθνικής ελευθερωθήναι δουλείας, και καθαρώς τοις σκήπτροις του χριστιανικωτάτου κράτους υποταγήναι, της ειρημένης μεταναστάντος νήσου, προνοία του φιλανθρώπου Θεού, και μόχθω του φιλοχρίστου και ευσεβούς ημών βασιλέως, συνορώμεν, ώστε ακαινοτόμητα διαφυλαχθήναι τα παρά των εν Εφέσω το πρότερον συνελθόντων θεοφόρων Πατέρων τω θρόνω του προγεγραμμένου ανδρός παρασχεθέντα προνόμια, ώστε την νέαν Ιουστινιανούπολιν το δίκαιον έχειν της Κωνσταντινουπόλεως, και τον επ' αυτή καθιστάμενον θεοφιλέστατον επίσκοπον, πάντων προεδρεύειν των της Ελλησποντίων επαρχίας, και υπό των οικείων επισκόπων χειροτονείσθαι, κατά την αρχαίαν συνήθειαν. Τα γαρ εν εκάστη εκκλησία έθη, και οι θεοφόροι ημών Πατέρες παραφυλάττεσθαι διεγνώκασι, του της Κυζικηνών πόλεως επισκόπου υποκειμένου τω προέδρω της ειρημένης Ιουστινιανουπόλεως, μιμήσει των λοιπών απάντων επισκόπων, των υπό τον λεχθέντα θεοφιλέστατον πρόεδρον Ιωάννην, υφ' ου χρείας καλούσης, και ο της αυτής Κυζικηνών πόλεως επίσκοπος χειροτονηθήσεται.

Κανών Μ'
Επειδή τω Θεώ κολλάσθαι, δια της εκ των του βίου θορύβων αναχωρήσεως, λίαν εστί σωτήριον, χρή μη ανεξετάστως ημάς παρά τον καιρόν τους τον μονήρη βίον αιρουμένους προσίεσθαι, αλλά τον παραδοθέντα ημίν παρά των Πατέρων και εν αυτοίς φυλάττειν όρον• ώστε την ομολογίαν του κατά Θεόν βίου, τότε προσίεσθαι δεί, ως ήδη βεβαίαν, και από γνώσεως, και κρίσεως γινομένην, μετά την του λόγου συμπλήρωσιν. Έστω τοίνυν ο μέλλων τον μοναχικόν υπέρχεσθαι ζυγόν, ουχ ήττων ή δεκαετής, εν τω προέδρω κειμένης και της επί τούτω δοκιμασίας, εις τον χρόνον αυτώ αυξηθήναι λυσιτελέστερον ηγείται, προς την εν τω βίω εισαγωγήν, και κατάστασιν. Ει γαρ και ο μέγας Βασίλειος, εν τοις ιεροίς αυτού κανόσι, την εκουσίως εαυτήν προάγουσαν τω Θεώ, και την παρθενίαν ασπαζομένην, τον επτακαιδέκατον διανύουσαν χρόνον, τω των παρθένων τάγματι αριθμείσθαι νομοθετεί• αλλ' ουν τω περί των χηρών τε, και διακονισσών παραδείγματι παρακολουθήσαντες, εις τον ειρημένον χρόνον αναλόγως τους τον μονήρη βίον ελομένους περιεστήσαμεν. Εν γαρ τω θείω Αποστόλω γέγραπται, εξήκοντα ετών την εν τη εκκλησία καταλέγεσθαι χήραν• οι δε ιεροί κανόνες, τεσσαράκοντα ετών την διακόνισσαν χειροτονείσθαι παραδεδώκασι, την εκκλησίαν χάριτι θεία κραταιοτέραν γινομένην, και επί τα πρόσω βαίνουσαν εωρακότες, και το των πιστών προς την των θείων εντολών τήρησιν πάγιόν τε και ασφαλές• όπερ και ημείς άριστα κατανοήσαντες, αρτίως διωρισάμεθα, την ευλογίαν της χάριτος, τω μέλλοντι των κατά Θεόν αγώνων ενάρχεσθαι, ώσπερ τινά σφραγίδα ταχέως ενσημαινόμενοι, εντεύθεν αυτόν προς το μη επί πολύ οκνείν και αναδύεσθαι προβιβάζοντες, μάλλον μεν ουν και προς την του αγαθού παρορμώντες εκλογήν και κατάστασιν.

Κανών ΜΑ'
Τούς εν πόλεσιν, ή χωρίοις, εν εγκλείστραις βουλομένους αναχωρείν, και εαυτοίς κατά μόνας προσέχειν, πρότερον εν μοναστηρίω εισιέναι δεί, και την αναχωρητικήν παιδοτριβείσθαι διαγωγήν• και επί τριετή χρόνον τω της μονής εξάρχοντι εν φόβω Θεού υποτάττεσθαι• και την κατά πάντα, ως προσήκεν, υπακοήν εκπληρούν, και ούτως ομολογούντας περί της εν τω τοιούτω βίω προαιρέσεως, και ως εξ όλης καρδίας εκουσίως τούτον ασπάζονται, υπό του κατά τόπον δοκιμάζεσθαι προέδρου. Είθ' ούτως, εφ' έτερον ενιαυτόν, έξωθεν προσκαρτερείν της εγκλείστρας, ως αν ο σκοπός αυτών πλειόνως φανερωθείη. Τηνικαύτα γαρ πληροφορίαν παρέξουσιν, ως, ου κενήν θηρώμενοι δόξαν, αλλά δι' αυτό το όντως καλόν την ησυχίαν ταύτην μεταδιώκουσι. Μετά δε την τοσούτου χρόνου συμπλήρωσιν, ει τη αυτή προαιρέσει εμμένοιεν, εγκεκλείσθαι αυτούς, και μηκέτι τούτοις εξείναι, ότε βούλονται, της τοιαύτης καταμονής αφίστασθαι• εκτός, ει μη δια κοινήν λυσιτέλειαν, και ωφέλειαν, ή ετέραν ανάγκην προς θάνατον αυτούς βιαζομένην, προς τούτο έλκοιντο, και ούτω μετ' ευλογίας του κατά τόπον επισκόπου. Τών δε ειρημένων προφάσεων δίχα εγχειρούντας εκ των καταγωγίων αυτών εξιέναι, πρωτοτύπως μεν άκοντας αυτούς καθειργνύειν εν τη ειρημένη εγκλείστρα, έπειτα δε νηστείαις και ετέραις σκληραγωγίαις αυτούς θεραπεύειν, ειδότας, κατά το γεγραμμένον, ως, Ουδείς βαλών την χείρα αυτού επ' άροτρον, και στραφείς εις τα οπίσω, εύθετός εστιν εις την βασιλείαν των ουρανών.

Κανών ΜΒ'
Τούς λεγομένους ερημίτας, οίτινες μελανειμονούντες, και τας κεφαλάς κομώντες περιάγουσι τας πόλεις, μεταξύ ανδρών λαϊκών, και γυναικών αναστρεφόμενοι, και το οικείον επάγγελμα καθυβρίζοντες, ορίζομεν, ει μεν αιρούνται, τας κόμας αποκειράμενοι, το των λοιπών μοναχών αναδέξασθαι σχήμα, τούτους εν μοναστηρίω εγκαθίστασθαι, και τοις αδελφοίς εγκαταλέγεσθαι. Ει δε μη τούτο προέλοιντο, παντάπασιν αυτούς των πόλεων απελαύνεσθαι, και τας ερήμους οικείν, εξ ων και τας επωνυμίας εαυτοίς ανεπλάσαντο.

Κανών ΜΓ'
Εξόν υπάρχει Χριστιανώ, τον ασκητικόν ελέσθαι βίον, και, την πολυτάραχον ζάλην των βιωτικών πραγμάτων αποθέμενον, εν μοναστηρίω εισιέναι, και κατά το μοναχικόν σχήμα αποκαρήναι, καν εν οιωδήποτε πταίσματι αλώ. Ο γαρ Σωτήρ ημών Θεός έφη• Τον ερχόμενον προς με ου μη εκβάλω έξω. Ως ουν της μοναχικής πολιτείας, την εν μετανοία στηλογραφούσης ζωήν ημίν, τω γνησίως ταύτη προστιθεμένω, συνευδοκούμεν• και ουδείς αυτόν παρεμποδίσει τρόπος προς την του οικείου σκοπού αποπλήρωσιν.

Κανών ΜΔ'
Μοναχός επί πορνεία αλούς, ή προς γάμου κοινωνίαν, και συμβίωσιν γυναίκα αγόμενος, τοις των πορνευόντων επιτιμίοις κατά τους κανόνας υποβληθήσεται.

Κανών ΜΕ'
Επειδή μεμαθήκαμεν, εν τισι γυναικείοις μοναστηρίοις τας μελλούσας του ιερού εκείνου καταξιούσθαι σχήματος, πρότερον σηρικαίς, και παντοίαις στολαίς, έτι μην και κοσμίοις, χρυσώ και λίθω πεποικιλμένοις, υπό των προσαγόντων αυτάς περιστέλλεσθαι, και ούτω τω θυσιαστηρίω προσιούσας, εκδιδύσκεσθαι την τοσαύτην της ύλης αμφίεσιν, παραχρήμά τε γίνεσθαι επ' αυταίς την του σχήματος ευλογίαν, και το μέλαν αυτάς ένδυμα αμφιέννυσθαι• ορίζομεν, ώστε μηκέτι από του νυν τούτο γίνεσθαι• ουδέ γαρ ευαγές υπάρχει, την ήδη δια της οικείας προαιρέσεως αποθεμένην πάσαν την του βίου τερπνότητα, και ασπασαμένην την κατά Θεόν πολιτείαν, και βεβαώσασαν ταύτην λογισμοίς ακλινέσι και ούτω τω μοναστηρίω προσελθούσαν, αύθις εις ανάμνησιν δια του τοιούτου φθαρτού τε και ρέοντος κόσμου ελθείν, ων ήδη εποιήσατο λήθην• εκ τούτου τε αμφίβολον καταστήναι, και την ψυχήν εκταραχθήναι, δίκην κυμάτων επικλυζόντων, και τήδε κακείσε περιστρεφόντων, ως μήτε δάκρυον έστιν ότε λοιπόν αφιείσαν, και την εν τη καρδία δια του σώματος κατάνυξιν επιδείξασθαι. Αλλ' ει και βραχύ τι, ως εικός, εκπηδήσειε δάκρυον, μη μάλλον της δια τον ασκητικόν αγώνα διαθέσεως χάριν, ή δια το τον κόσμον, και τα εν τω κόσμω καταλιπείν, παρά τοις ορώσι τούτο προελθόν λογισθήναι.

Κανών ΜΣΤ'
Αι τον ασκητικόν αιρούμεναι βίον, και εν μοναστηρίω καταταττόμεναι, καθόλου μη προϊέτωσαν. Ει δε τις απαραίτητος αυτάς ανάγκη προς τούτο έλκοι, μετ' ευλογίας, και επιτροπής της προεστώσης τούτο πραττέτωσαν• και τότε μη μόναι καθ' εαυτάς, αλλά μετά τινων πρεσβυτίδων, και πρωτευουσών εν τω μοναστηρίω, μετ' εντολής της καθηγουμένης• παντελώς δε αυταίς εξωκοιτείν ουκ έξεστιν. Αλλά και άνδρες οι τον μονήρη μετερχόμενοι βίον, χρείας επειγούσης, και αυτοί μετ' ευλογίας του την ηγουμενίαν εμπεπιστευμένου προϊέτωσαν• ώστε οι παραβαίνοντες τον νυν ορισθέντα παρ' ημών όρον, είτε άνδρες είεν, είτε γυναίκες, προσφόροις επιτιμίοις υποβληθήτωσαν.

Κανών ΜΖ'
Μήτε εν ανδρώω μοναστηρίω γυνή, μήτε εν γυναικείω ανήρ καθευδέτω• παντός γαρ προσκόμματος, και σκανδάλου έξω δεί είναι τους πιστούς, και προς το εύσχημον, και ευπρόσδεκτον τω Κυρίω τον εαυτών ευθετίζειν βίον. Ει δε τις τούτο πράξει, είτε κληρικός είη, είτε λαϊκός, αφοριζέσθω.

Κανών ΜΗ'
Η του προς επισκοπής προεδρίαν αναγομένου γυνή, κατά κοινήν συμφωνίαν του οικείου ανδρός προδιαζευχθείσα, μετά την επ' αυτώ της επισκοπής χειροτονίαν, εν μοναστηρίω εισίτω, πόρω της του επισκόπου καταγωγής ωκοδομημένω, και της εκ του επισκόπου προνοίας απολαυέτω• ει δε και αξία φανείη, και προς το της διακονίας αναβιβαζέσθω αξίωμα.

Κανών ΜΘ'
Ανανεούμενοι και τούτον τον ιερόν κανόνα, ορίζομεν, ώστε τα άπαξ καθιερωθέντα μοναστήρια κατά γνώμην επισκόπου, μένειν εις το διηνεκές μοναστήρια, και τα ανήκοντα αυτοίς πράγματα φυλάττεσθαι τω μοναστηρίω, και μηκέτι δύνασθαι γίνεσθαι αυτά κοσμικά καταγώγια, μήτε δε υπό τινος των απάντων κοσμικοίς ανδράσι ταύτα εκδίδοσθαι, αλλ' ει και μέχρι νυν γέγονε τούτο, μηδαμώς κρατείσθαι ορίζομεν. Τούς δε από του παρόντος τούτο πράττειν επιχειρούντας, υποκείσθαι τοις εκ των κανόνων επιτιμίοις.

Κανών Ν'
Μηδένα των απάντων είτε λαϊκών, είτε κληρικών, κυβεύειν, από του νυν• ει δε τις τοιούτο φωραθείη πράττων, ει μεν κληρικός είη, καθαιρείσθω• ει δε λαϊκός, αφοριζέσθω.

Κανών ΝΑ'
Καθόλου απαγορεύει η αγία αύτη και οικουμενική σύνοδος, τους λεγομένους μίμους, και τα τούτων θέατρα, είτά γε μην και τα των κυνηγίων θεώρια, και τας επί σκηνής ορχήσεις επιτελείσθαι. Ει δε τις του παρόντος κανόνος καταφρονήσει, και προς τι εαυτόν των απηγορευμένων τούτων εκδώ, ει μεν κληρικός είη, καθαιρείσθω, ει δε λαϊκός, αφοριζέσθω.

Κανών ΝΒ'
Εν πάσαις ταις της αγίας Τεσσαρακοστής των νηστειών ημέραις, παρεκτός σαββάτου, και Κυριακής, και της αγίας του Ευαγγελισμού ημέρας, γινέσθω η των προηγιασμένων ιερά λειτουργία.

Κανών ΝΓ'
Επειδή μείζων η κατά το πνεύμα οικειότης της των σωμάτων συναφείας, έγνωμεν δε εν τισι τόποις τινάς εκ του αγίου και σωτηριώδους βαπτίσματος παίδας αναδεχομένους, και μετά τούτο, ταις εκείνων μητράσι χηρευούσαις γαμικόν συναλλάσσοντας συνοικέσιον, ορίζομεν, από του παρόντος μηδέν τοιούτον πραχθήναι. Ει δε τινες μετά τον παρόντα κανόνα φωραθείεν τούτο ποιούντες, πρωτοτύπως μεν οι τοιούτοι αφιστάσθωσαν του παρανόμου τούτου συνοικεσίου έπειτα δε και τοις των πορνευόντων επιτιμίοις υποβληθήτωσαν.

Κανών ΝΔ'
Της θείας ημάς ούτω σαφώς εκδιδασκούσης Γραφής, Ουκ' εισελεύση προς πάντα οικείον σαρκός σου, αποκαλύψαι ασχημοσύνην αυτού• ο θεοφόρος Βασίλειός τινας των απηγορευμένων γάμων εν τοις οικείοις κανόσιν απηριθμήσατο, σιωπή τα πλείστα παραδραμών, και κατ' αμφότερα κατασκευάσας ημίν το ωφέλιμον. Το γαρ των αισχρών ονομασιών πλήθος παραιτησάμενος, ως αν μη τον λόγον καταρυπαίνοι τοις ρήμασι, γενικοίς ονόμασι τας ακαθαρσίας διέλαβε• δι' ων περιεκτικώς ημίν τους παρανόμους γάμους υπέδειξεν. Επειδή δε τη τοιαύτη σιωπή, και τω αδιαγνώστω της των αθέσμων γάμων απαγορεύσεως, εαυτήν η φύσις συνέχεε, συνείδομεν γυμνότερον τα περί τούτου εκθέσθαι, ορίζοντες από του νυν, τον τη οικεία εξαδέλφη προς γάμου κοινωνίαν συναπτόμενον, ή πατέρα και υιόν, μητρί και θυγατρί, ή δυσί κόραις αδελφαίς πατέρα και υιόν, ή αδελφοίς δυσί μητέρα και θυγατέρα, ή αδελφούς δύο δυσίν αδελφαίς, υπό τον της επταετίας πίπτειν κανόνα, αφισταμένων αυτών προδήλως του παρανόμου συνοικεσίου.

Κανών ΝΕ'
Επειδή μεμαθήκαμεν, τους εν τη ωμαίων πόλει, εν ταις αγίαις της Τεσσαρακοστής νηστείαις, τοις ταύτης σάββασι νηστεύειν, παρά την παραδοθείσαν εκκλησιαστικήν ακολουθίαν• έδοξε τη αγία συνόδω, ώστε κρατείν και επί τη ωμαίων εκκλησία απαρασαλεύτως τον κανόνα, τον λέγοντα• Ει τις κληρικός ευρεθείη την αγίαν Κυριακήν νηστεύων, ή το σάββατον, πλήν του ενός και μόνου, καθαιρείσθω• ει δε λαϊκός, αφοριζέσθω.

Κανών ΝΣΤ'
Ωσαύτως μεμαθήκαμέν εν τε τη Αρμενίων χώρα, και εν ετέροις τόποις, εν τοις σάββασι, και εν ταις Κυριακαίς της αγίας Τεσσαρακοστής, ωά και τυρόν εσθίειν τινάς. Έδοξε τοίνυν και τούτο, ώστε την κατά πάσαν την οικουμένην του Θεού εκκλησίαν, μια κατακολουθούσαν τάξει, την νηστείαν επιτελείν, και απέχεσθαι, ώσπερ θυτού παντοίου, ούτω δη ωού, και τυρού, α καρπός εισι, και γεννήματα, ων απεχόμεθα. Ει δε μη τούτο παραφυλλάττοιεν, ει μεν κληρικοί είεν, καθαιρείσθωσαν• ει δε λαϊκοί, αφοριζέσθωσαν.

Κανών ΝΖ'
Ότι ου χρή εν τοις θυσιαστηρίοις μέλι, και γάλα προσφέρεσθαι.

Κανών ΝΗ'
Μηδείς των εν λαϊκοίς τεταγμένων εαυτώ των θείων μυστηρίων μεταδιδότω, παρόντος επισκόπου, ή πρεσβυτέρoυ, ή διακόνου. Ο δε τι τοιούτο τολμών, ως παρά τα διατεταγμένα ποιών, επί εβδομάδα μίαν αφοριζέσθω, εντεύθεν παιδαγωγούμενος, μη φρονείν παρ' ό δεί φρονείν.

Κανών ΝΘ'
Μηδαμώς εν ευκτηρίω οίκω, ένδον οικίας τυγχάνοντι, βάπτισμα επιτελείσθω• αλλ' οι μέλλοντες αξιούοθαι του αχράντου φωτίσματος, ταις καθολικαίς προσερχέσθωσαν εκκλησίαις, κακείσε της δωρεάς ταύτης απολαυέτωσαν. Ει δε τις αλώ τα παρ' ημών ορισθέντα μη φυλάττων, ει μεν κληρικός είη, καθαιρείσθω• ει δε λαϊκός, αφοριζέσθω.

Κανών Ξ'
Του Αποστόλου βοώντος, ότι ο κολλώμενος τω Κυρίω εν πνεύμά εστι, πρόδηλον, ως και ο τω εναντίω εαυτόν οικειών, εν γίνεται τη προς αυτόν συναφεία. Τούς τοίνυν δαιμονάν υποκρινομένους, και τρόπων φαυλότητι προσποιητώς τα εκείνων σχηματιζομένους, έδοξε τρόπω επιτιμάσθαι παντί, και τοιαύταις αυτούς σκληραγωγίαις, και πόνοις υποβάλλειν, οίς αν οι αληθώς δαιμονώντες προς απαλλαγήν της του δαίμονος ενεργείας, αξίως υποβάλλοιντο.

Κανών ΞΑ'
Οι μάντεσιν εαυτούς εκδιδόντες, ή τοις λεγομένοις εκατοντάρχοις, ή τισι τοιούτοις, ως αν παρ' εκείνων μάθοιεν ό,τι αν αυτοίς εκκαλύπτεσθαι βούλοιντο, κατά τα πρώην υπό των Πατέρων περί αυτών ορισθέντα, υπό τον κανόνα πιπτέτωσαν της εξαετίας. Τω αυτώ δε τούτω επιτιμίω καθυποβάλλεσθαι δεί, και τους άρκτους επισυρομένους, ή τοιαύτα ζώα, προς παίγνιον και βλάβην των απλούστερων, και τύχην, και ειμαρμένην, και γενεαλογίαν, και τοιούτων τινών ρημάτων όχλον, κατά τους της πλάνης λήρους φωνούντας, τους τε λεγομένους νεφοδιώκτας, και γητευτάς, και φυλακτηρίους, και μάντεις. Επιμένοντας δε τούτοις, και μη μετατιθεμένους, και αποφεύγοντας τα ολέθρια ταύτα και ελληνικά επιτηδεύματα, παντάπασιν απορίπτεσθαι της εκκλησίας ορίζομεν, καθώς και οι ιεροί κανόνες διαγορεύουσι. Τις γαρ κοινωνία φωτί προς σκότος; ως φησιν ο Απόστολος, ή τις συγκατάθεσις ναώ Θεού μετά ειδώλων; ή τις μερίς πιστώ μετά απίστου; τις δε συμφώνησις Χριστώ προς Βελίαρ;

Κανών ΞΒ'
Τάς ούτω λεγομένας Καλάνδας, και τα λεγόμενα Βοτά, και τα καλούμενα Βρουμάλια, και την εν τη πρώτη του Μαρτίου μηνός ημέρα επιτελουμένην πανήγυριν, καθάπαξ εκ της των πιστών πολιτείας περιαιρεθήναι βουλόμεθα. Αλλά μην και τας των γυναίων δημοσίας ορχήσεις, ως ασέμνους, και πολλήν λύμην και βλάβην εμποιείν δυναμένας, έτι μην και τας ονόματι των παρ' Έλλησι ψευδώς ονομασθέντων θεών ή εξ ανδρών, ή γυναικών γινομένας ορχήσεις, και τελετάς, κατά τι έθος παλαιόν, και αλλότριον του των Χριστιανών βίου, αποπεμπόμεθα, ορίζοντες, μηδένα άνδρα γυναικείαν στολήν ενδιδύσκεσθαι, ή γυναίκα την ανδράσιν αρμόδιον. Αλλά μήτε προσωπεία κωμικά, ή σατυρικά, ή τραγικά υποδύεσθαι• μήτε το του βδελυκτού Διονύσου όνομα, την σταφυλήν εκθλίβοντας εν ταις ληνοίς, επιβοάν• μηδέ τον οίνον εν τοις πίθοις επιχέοντας γέλωτα επικινείν, αγνοίας τρόπω ή ματαιότητος, τα της δαιμονιώδους πλάνης ενεργούντας. Τούς ουν από του νυν τι των προειρημένων επιτελείν εγχειρούντας, εν γνώσει τούτων καθισταμένους, τούτους, ει μεν κληρικοί είεν, καθαιρείσθαι προστάσσομεν• ει δε λαϊκοί, αφορίζεσθαι.

Κανών ΞΓ'
Τα ψευδώς υπό των της αληθείας εχθρών συμπλασθέτα μαρτυρολόγια, ως αν τους του Χριστού μάρτυρας ατιμάζοιεν, και προς απιστίαν ενάγοιεν τους ακούοντας, μη επ' εκκλησίαις δημοσιεύεσθαι προστάσσομεν, αλλά ταύτα πυρί παραδίδοσθαι. Τους δε ταύτα παραδεχομένους, ή ως αλληθέσι τούτοις προσέχοντας, αναθεματίζομεν.

Κανών ΞΔ'
Ότι ου χρή δημοσία λαϊκόν, λόγον κινείν ή διδάσκειν, αξίωμα εαυτώ διδασκαλικόν εντεύθεν περιποιούμενον, αλλ' είκειν τη παραδοθείση παρά του Κυρίου διατάξει, και το ους τοις την χάριν του διδασκαλικού λαβούσι λόγου διανοίγειν, και τα θεία παρ' αυτών εκδιδάσκεσθαι. Εν γαρ τη μια εκκλησία διάφορα μέλη πεποίηκεν ο Θεός, κατά την του Αποστόλου φωνήν• ην ο Θεολόγος ερμηνεύων Γρηγόριος, σαφώς την εν τούτοις τάξιν παρίστησι φάσκων• Ταύτην αιδοίμεθα την τάξιν, αδελφοί, ταύτην φυλάττοιμεν. Ο μεν έστω τις ακοή• ο δε, γλώσσα• ο δε, χείρ• ο δε, άλλο τι• ο μεν, διδασκέτω• ο δε, μανθανέτω• και μετά βραχέα• Και ο μανθάνων εν ευπειθεία• και ο χορηγών εν ιλαρότητι• και ο υπουργών εν προθυμία, μη πάντες ώμεν γλώσσα, το ετοιμότατον• μη πάντες Απόστολοι• μη πάντες προφήται• μη πάντες διερμηνεύωμεν• και μετά τινα• Τι σεαυτόν ποιείς ποιμένα, πρόβατον ων; τι γίνη κεφαλή, πούς τυγχάνων; τι στρατηγείν επιχειρείς, τεταγμένος εν στρατιώταις; και ετέρωθι• Η σοφία διακελεύεται. Μη ίσθι ταχύς εν λόγοις• μη συμπαρεκτείνου πένης ων πλουσίω, μηδέ ζήτει των σοφών είναι σοφώτερος. Ει δε τις αλώ τον παρόντα παρασαλεύων κανόνα, επί ημέρας τεσσαράκοντα αφοριζέσθω.

Κανών ΞΕ'
Τάς εν ταις νουμηνίαις υπό τινων προ των οικείων εργαστηρίων, ή οίκων αναπτομένας πυρκαϊάς, ας και υπεράλλεσθαί τινες κατά τι έθος αρχαίον επιχειρούσιν, από του παρόντος καταργηθήναι προστάσσομεν. Όστις ουν τοιούτόν τι πράξοι, ει μεν κληρικός είη, καθαιρείσθω• ει δε λαϊκός, αφοριζέσθω. Γέγραπται γαρ εν τη τετάρτη των Βασιλειών• Και ωκοδόμησε Μανασσής θυσιαστήριον πάση τη στρατιά του ουρανού, εν ταις δύο αυλαίς οίκου Κυρίου, και διήγαγε τα τέκνα αυτού εν πυρί, και εκληδονίζετο, και οιωνίζετο, και εποίησεν εγγαστριμύθους, και γνώστας επλήθυνε, και επλήθυνε του ποιήσαι το πονηρόν ενώπιον Κυρίου, του παροργίσαι αυτόν.

Κανών ΞΣΤ'
Από της αγίας αναστασίμου Χριστού του Θεού ημών ημέρας, μέχρι της καινής Κυριακής, την όλην εβδομάδα εν ταις αγίαις εκκλησίαις σχολάζειν δεί απαραλείπτως τους πιστούς εν ψαλμοίς, και ύμνοις, και ωδαίς πνευματικαίς, ευφραινομένους εν Χριστώ, και εορτάζοντας, και τη των θείων Γραφών αναγνώσει προσέχοντας, και των αγίων μυστηρίων κατατρυφώντας. Εσόμεθα γαρ ούτω Χριστώ συνανιστάμενοί τε, και συνανυψούμενοι. Μηδαμώς ουν εν ταις προκειμέναις ημέραις ιπποδρόμια, ή ετέρα δημώδης θέα επιτελείσθω.

Κανών ΞΖ'
Η θεία ημίν Γραφή ενετείλατο, απέχεσθαι αίματος, και πνικτού, και πορνείας. Τοις ουν δια την λίχνον γαστέρα αίμα οιουδήποτε ζώου τέχνη τινί κατασκευάζουσιν εδώδιμον, και ούτω τούτο εσθίουσι, προσφόρως επιτιμώμεν. Ει τις ουν από του νυν αίμα ζώου εσθίειν επιχειρήσοι οιωδήτινι τρόπω, ει μεν κληρικός είη, καθαιρείσθω• ει δε λαϊκός αφοριζέσθω.

Κανών ΞΗ'
Περί του μη εξείναί τινι των απάντων βιβλία της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, των τε αγίων και εγκρίτων ημών κηρύκων και διδασκάλων, διαφθείρειν, ή κατατέμνειν, ή τοις βιβλιοκαπήλοις, ή τοις λεγομένοις μυρεψοίς, ή άλλω τινί των απάντων προς αφανισμόν εκδιδόναι• ει μη τι άρα τέλεον, είτε υπό σητών, ή ύδατος, ή ετέρω τρόπω αχρειωθή. Ο δε τι τοιούτο ποιείν από του νυν αλισκόμενος, επί ενιαυτόν αφοριζέσθω. Ομοίως και ο τας τοιαύτας βίβλους ωνούμενος• ει μήτε αυτός ταύτας κατέχει προς οικείαν ωφέλειαν, μήτε ετέρω προς ευεργεσίαν και το διανείμαι αποδοίη, αλλά ταύτα διαφθείρειν επιχειρήσοι, αφοριζέσθω.

Κανών ΞΘ'
Μη εξέστω τινί των απάντων εν λαϊκοίς τελούντι, ένδον ιερού εισιέναι θυσιαστηρίου• μηδαμώς επί τούτο της βασιλικής ειργομένης εξουσίας και αυθεντίας, ηνίκα αν βουληθείη προσάξαι δώρα τω πλάσαντι, κατά τινα αρχαιοτάτην παράδοσιν.

Κανών Ο'
Μη εξέστω ταις γυναιξίν εν τω καιρώ της θείας λειτουργίας λαλείν• αλλά κατά την φωνήν Παύλου του Αποστόλου, σιγάτωσαν• ου γαρ επιτέτραπται αυταίς λαλείν, αλλ' υποτάττεσθαι, καθώς και ο νόμος λέγει• ει δε τι μαθείν θέλουσιν, εν οίκω τους ιδίους άνδρας επερωτάτωσαν.

Κανών ΟΑ'
Τούς διδασκομένους τους πολιτικούς νόμους, μη δείν τοις Ελληνικοίς έθεσι κεχρήσθαι, μήτε μην επί θεάτρων ενάγεσθαι, ή τας λεγομένας κυλίστρας επιτελείν, ή παρά την κοινήν χρήσιν στολάς εαυτοίς περιτιθέναι. Μήτε καθ' ον καιρόν των μαθημάτων ενάρχονται, ή προς το τέλος αυτών καταντώσιν, ή, καθόλου φάναι, δια μέσου της τοιαύτης παιδεύσεως, ει δε τις από του νυν τούτο πράξαι τολμήσοι, αφοριζέσθω.

Κανών ΟΒ'
Μη εξέστω ορθόδοξον άνδρα αιρετική συνάπτεσθαι γυναικί, μήτε μην αιρετικώ ανδρί γυναίκα ορθόδοξον συζεύγνυσθαι• αλλ' ει και φανείη τι τοιούτον υπό τινος των απάντων γινόμενον, άκυρον ηγείσθαι τον γάμον, και το άθεσμον διαλύεσθαι συνοικέσιον• ου γαρ χρή τα άμικτα μιγνύναι, ουδέ τω προβάτω τον λύκον συμπλέκεσθαι, και τη του Χριστού μερίδι τον των αμαρτωλών κλήρον• ει δε παραβή τις τα παρ' ημών ορισθέντα, αφοριζέσθω. Ει δε τινες, έτι εν τη απιστία τυγχάνοντες, και ούπω τη των ορθοδόξων εγκαταλεγέντες ποίμνη, αλλήλοις γάμω νομίμω ηρμόσθησαν, είτα ο μεν, το καλόν εκλεξάμενος, τω φωτί της αληθείας προσέδραμεν, ο δε, υπό του της πλάνης κατεσχέθη δεσμού• μη προς τας θείας ακτίνας ατενίσαι ελόμενος, (ευδοκεί δε τω πιστώ η άπιστος συνοικείν, ή το έμπαλιν, ο άπιστος τη πιστή), μη χωριζέσθωσαν, κατά τον θείον Απόστολον• ηγίασται γαρ ο άπιστος ανήρ εν τη γυναικί, και ηγίασται η άπιστος γυνή εν τω ανδρί.

Κανών ΟΓ'
Του ζωοποιού σταυρού δείξαντος ημίν το σωτήριον, πάσαν σπουδήν ημάς τιθέναι χρή, του τιμήν την αξίαν αποδιδόναι τω δι' ου σεσώσμεθα του παλαιού πτώματος. Όθεν και νώ και λόγω, και αισθήσει, την προσκύνησιν αυτώ απονέμοντες, τους εν τω εδάφει του σταυρού τύπους υπό τινων κατασκευαζομένους, εξαφανίζεσθαι παντοίως προστάσσομεν, ως αν μη τη των βαδιζόντων καταπατήσει το της νίκης ημίν τρόπαιον εξυβρίζοιτο. Τούς ουν από του νυν του σταυρού τύπον επί εδάφους κατασκευάζοντας, ορίζομεν αφορίζεσθαι.

Κανών ΟΔ'
Ότι ου δεί εν τοις Κυριακοίς, ή εν ταις εκκλησίαις, τας λεγομένας αγάπας ποιείν, και ένδον εν τω οίκω εσθίειν, και ακούβιτα στρωννύειν. Οι δε τούτο ποιείν τολμώντες, ή παυσάσθωσαν, ή αφοριζέσθωσαν.

Κανών ΟΕ'
Τούς επί τω ψάλλειν εν ταις εκκλησίαις παραγινομένους, βουλόμεθα μήτε βοαίς ατάκτοις κεχρήσθαι, και την φύσιν προς κραυγήν εκβιάζεσθαι, μήτε τι επιλέγειν των μη τη εκκλησία αρμοδίων τε και οικείων• αλλά μετά πολλής προσοχής και κατανύξεως, τας ψαλμωδίας προσάγειν τω των κρυπτών εφόρω Θεώ. Ευλαβείς γαρ έσεσθαι τους υιούς Ισραήλ το ιερόν εδίδαξε λόγιον.

Κανών ΟΣΤ'
Ότι ου χρή ένδον των ιερών περιβόλων καπηλείον, ή τα δια βρωμάτων είδη προτιθέναι, ή ετέρας πράσεις ποιείσθαι, το σεβάσμιον της εκκλησίας φυλάσσοντας. Ο γαρ Σωτήρ ημών και Θεός, δια της εν σαρκί πολιτείας παιδαγωγών ημάς, μη ποιείν τον οίκον του Πατρός αυτού εμπορίου οίκον παρεκευλεύσατο• ος και των κολλυβιστών το κέρμα εξέχεε, και τους το ιερόν κοινοποιούντας απήλασεν. Ει τις ουν επί τω προκειμένω αλώ πλημμελήματι, αφοριζέσθω.

Κανών ΟΖ'
Ότι ου δεί ιερατικούς, ή κληρικούς, ή ασκητάς, εν βαλανείω μετά γυναικών απολούεσθαι• ουδέ πάντα Χριστιανόν λαϊκόν• αύτη γαρ πρώτη κατάγνωσις παρά τοις έθνεσιν. Ει δε τις επί τούτω φωραθείη, ει μεν κληρικός είη, καθαιρείσθω• ει δε λαϊκός, αφοριζέσθω.

Κανών ΟΗ'
Ότι δεί τους φωτιζομένους την πίστιν εκμανθάνειν, και τη πέμπτη της εβδομάδος απαγγέλλειν τω επισκόπω, ή τοις πρεσβυτέροις.

Κανών ΟΘ'
Αλόχευτον τον εκ της Παρθένου θείον τόκον ομολογούντες, ως και ασπόρως συστάντα, και παντί τω ποιμνίω κηρύσσοντες, τους εξ αγνοίας πράττοντάς τι των ου δεόντων, διορθώσει καθυποβάλλομεν. Όθεν, επειδή τινες μετά την ημέραν της αγίας του Χριστού του Θεού ημών γεννήσεως, δείκνυνται σεμίδαλιν έψοντες, και ταύτης αλλήλοις μεταδιδόντες, προφάσει τιμής δήθεν λοχείων της αχράντου Παρθενομήτορος, ορίζομεν, μηδέν τοιούτον υπό των πιστών τελείσθαι. Ου γαρ τιμή γε τούτο τη Παρθένω, τη υπέρ νουν και λόγον τον αχώρητον τεκούση Λόγον σαρκί, εκ των κοινών τε και καθ' ημάς τα κατά τον αφραστον αυτής τόκον ορίζειν και υπογράφειν. Ει τις ουν από του νυν πράττων τοιούτόν τι φωραθείη, ει μεν κληρικός είη, καθαιρείσθω• ει δε λαϊκός, αφοριζέσθω.

Κανών Π'
Ει τις επίσκοπος, ή πρεσβύτερος, ή διάκονος, ή των εν τω κλήρω καταλεγομένων, ή λαϊκός, μηδεμίαν ανάγκην βαρυτέραν έχοι, ή πράγμα δυσχερές, ώστε επί πλείστον απολείπεσθαι της αυτού εκκλησίας, αλλ' εν πόλει διάγων, τρεις Κυριακάς ημέρας εν τρισίν εβδομάσι μη συνέρχοιτο, ει μεν κληρικός είη, καθαιρείσθω• ει δε λαϊκός, αποκινείσθω της κοινωνίας.

Κανών ΠΑ'
Επειδή περ εν τισι χώραις μεμαθήκαμεν, εν τω τρισαγίω ύμνω, εν προσθήκης μέρει εκφωνείσθαι μετά το, Άγιος αθάνατος, το, Ο σταυρωθείς δι' ημάς, ελέησον ημάς• τούτό τε υπό των πάλαι αγίων Πατέρων, ως της ευσεβείας αλλότριον, εκ του τοιούτου απηλάθη ύμνου, συν τω την τοιαύτην φωνήν καινουργήσαντι παρανόμω αιρετικώ• και ημείς κυρούντες τα παρά των αγίων Πατέρων ημών πριν ευσεβώς θεσμοθετηθέντα, αναθεματίζομεν τους έτι μετά τον παρόντα όρον παραδεχομένους την τοιαύτην φωνήν επ' εκκλησίαις, ή άλλως πως τω τρισαγίω ύμνω συνάπτοντας. Και ει μεν ιερατικός εστιν ο παραβάτης των ορισθέντων, απογυμνούσθαι τούτον της ιερατικής αξίας προστάσσομεν• ει δε λαϊκός, ή μοναχός, αφορίζεσθαι.

Κανών ΠΒ'
Εν τισι των σεπτών εικόνων γραφαίς, αμνός δακτύλω του Προδρόμου δεικνύμενος εγχαράττεται, ος εις τύπον παρελήφθη της χάριτος, τον αληθινόν ημίν δια νόμου προϋποφαίνων αμνόν Χριστόν τον Θεόν ημών. Τούς ουν παλαιούς τύπους, και τας σκιάς, ως της αληθείας σύμβολά τε και προχαράγματα, τη εκκλησία παραδεδομένους κατασπαζόμενοι, την χάριν προτιμώμεν, και την αλήθειαν, ως πλήρωμα νόμου ταύτην υποδεξάμενοι. Ως αν ουν το τέλειον καν ταις χρωματουργίαις, εν ταις απάντων όψεσιν υπογράφηται, τον του αίροντος, την αμαρτίαν του κόσμου αμνού, Χριστού του Θεού ημών, κατά τον ανθρώπινον χαρακτήρα και εν ταις εικόσιν από του νυν, αντί του παλαιού αμνού, αναστηλούσθαι ορίζομεν• δι' αυτού το της ταπεινώσεως ύψος του Θεού Λόγου κατανοούντες, και προς μνήμην της εν σαρκί πολιτείας, του τε πάθους αυτού και του σωτηρίου θανάτου, χειραγωγούμενοι, και της εντεύθεν γενομένης τω κόσμω απολυτρώσεως.

Κανών ΠΓ'
Μηδείς τοις σώμασι των τελευτησάντων της ευχαριστίας μεταδιδότω. Γέγραπται γαρ• Λάβετε, φάγετε• τα δε των νεκρών σώματα, ουδέ λαβείν δύναται, ουδέ φαγείν.

Κανών ΠΔ'
Τοις κανονικοίς των Πατέρων θεσμοίς κατακολουθούντες, ορίζομεν και περί των νηπίων• οσάκις μη ευρίσκωνται βέβαιοι μάρτυρες, οι ταύτα αναμφιβόλως βαπτισθέντα είναι λέγοντες, και ουδέ αυτά δια την κείραν περί της παραδοθείσης αυτοίς μυσταγωγίας αποκρίνασθαι επιτηδείως έχωσι, χωρίς τινος προσκόμματος οφείλειν ταύτα βαπτίζεσθαι• μη ποτε ο τοιούτος δισταγμός αποστερήση αυτά της τοιαύτης του αγιασμού καθάρσεως.

Κανών ΠΕ'
Επί δύο, ή τριών μαρτύρων βεβαιούσθαι παν ρήμα, γραψικώς παρελάβομεν. Τούς ουν υπό των οικείων δεσποτών ελευθερουμένους δούλους, επί τρισί μάρτυσι της τοιαύτης τιμής απολαύειν διοριζόμεθα οί το κύρος παρόντες τη ελευθερία προσοίσουσι, και το πιστόν εξ εαυτών τοις γενομένοις παρέξουσιν.

Κανών ΠΣΤ'
Τούς επί ψυχών ολίσθω πόρνας επισυνάγοντας, και εκτρέφοντας, ει μεν κληρικοί είεν, αφορίζεσθαι, και καθαιρείσθαι ορίζομεν• ει δε λαϊκοί, αφορίζεσθαι.

Κανών ΠΖ'
Η τον άνδρα καταλιπούσα μοιχαλίς εστιν, ει επ' άλλον ήλθε, κατά τον ιερόν και θείον Βασίλειον, εκ της Ιερεμίου προφητείας άριστα τούτο αναλεξάμενον• ότι, Εάν γένηται γυνή ανδρί ετέρω, ουκ επιστρέψει προς τον άνδρα αυτής, αλλά μιαινομένη μιανθήσεται• και πάλιν• Ο έχων μοιχαλίδα, άφρων και ασεβής. Ει ουν φανή του ανδρός αλόγως αναχωρήσασα, ο μεν συγγνώμης εστίν άξιος, η δε επιτιμίων. Η δε συγγνώμη τούτω προς το κοινωνείν τη εκκλησία δοθήσεται. Ο μέντοι καταλιμπάνων την νομίμως συναφθείσαν αυτώ γυναίκα, και ετέραν αγόμενος, κατά την του Κυρίου απόφασιν, τω της μοιχείας υπόκειται κρίματι. Κεκανόνισται δε παρά των Πατέρων ημών, τους τοιούτους ενιαυτόν προσκλαίειν, διετίαν επακροάσθαι, τριετίαν υποπίπτειν, και τω εβδόμω συνίστασθαι τοις πιοτοίς, και ούτω της προσφοράς καταξιούσθαι, εάν δη μετά δακρύων μετανοήσωσιν.

Κανών ΠΗ'
Μηδείς ένδον ιερού ναού κτήνος το οιονούν εισαγέτω• εκτός ειμή τις οδοιπορών, μεγίστης καταλαβούσης ανάγκης, οικίστου και καταγωγής απορών, εν τω τοιούτω καταλύσει ναώ. Δια γαρ το μη το κτήνος ένδον εισενεχθήναι, αυτό μεν, έστιν ότε, διαφθαρήσεται• ο δε, τη του υποζυγίου αποβολή, και τω εντεύθεν απόρως έχειν της επί την οδοιπορίαν ορμής, θανάτου κινδύνω παραδοθήσεται• το γαρ σάββατον δια τον άνθρωπον γενέσθαι εκδιδασκόμεθα• ώστε δια πάντων προτιμητέαν ηγείσθαι την του ανθρώπου σωτηρίαν τε και απάθειαν. Ει δε τις φωραθείη χωρίς ανάγκης, ως είρηται, κτήνος εισάγων εν ιερώ, ει μεν κληρικός είη, καθαιρείσθω• ει δε λαϊκός, αφοριζέσθω.

Κανών ΠΘ'
Τάς του σωτηρίου πάθους ημέρας, εν νηστεία, και προσευχή, και κατανύξει καρδίας επιτελούντας, χρή τους πιστούς περί μέσας της περί το μέγα σάββατον νυκτός ώρας απονηστίζεσθαι, των θείων Ευαγγελιστών Ματθαίου και Λουκά, του μεν, δια του, Οψέ σαββάτων ρήματος• του δε, δια του Όρθρου βαθέος, την βραδύτητα της νυκτός υπογραφόντων.

Κανών Κ'
Ταις Κυριακαίς μη γόνυ κλίνειν εκ των θεοφόρων ημών Πατέρων κανονικώς παρελάβομεν, την του Χριστού τιμώντες ανάστασιν. Ως αν ουν μη αγνοώμεν το σαφές της τούτου παρατηρήσεως, δήλον τοις πιστοίς καθιστώμεν, ώστε μετά την εν τω σαββάτω εσπερινήν των ιερωμένων προς το θυσιαστήριον είσοδον, κατά το κρατούν έθος, μηδένα γόνυ κλίνειν μέχρι της εφεξής κατά την Κυριακήν εσπέρας• καθ' ην μετά την εν τω λυχνικώ είσοδον αύθις τα γόνατα κάμπτοντες, ούτω τας ευχάς τω Κυρίω προσάγομεν. Της γαρ του Σωτήρος ημών εγέρσεως πρόδρομον την μετά το σάββατον νύκτα παραλαμβάνοντες, των ύμνων εντεύθεν πνευματικώς απαρχόμεθα, εις φως εκ σκότους την εορτήν καταλήγοντες, ως εν ολοκλήρω εντεύθεν νυκτί και ημέρα πανηνυρίζειν ημάς την ανάστασιν.

Κανών Κ Α'
Τάς τα αμβλωθρίδια διδούσας φάρμακα, και τας δεχομένας τα εμβρυοκτόνα δηλητήρια, τω του φονέως επιτιμίω καθυποβάλλομεν.

Κανών Κ Β'
Τούς αρπάζοντας γυναίκας επ' ονόματι συνοικεσίου, ή συμπράττοντας, ή συναιρομένους τοις αρπάζουσιν, ώρισεν η αγία σύνοδος, ει μεν κληρικοί είεν, εκπίπτειν του οικείου βαθμού• ει δε λαϊκοί, αναθεματίζεσθαι.

Κανών Κ Γ'
Η αναχωρήσαντος του ανδρός, και αφανούς όντος, προ του πεισθήναι περί του θανάτου αυτού, ετέρω συνοικούσα, μοιχάται. Ωσαύτως και στρατιώτιδες, αι, των ανδρών αφανών όντων, γαμηθείσαι, τω αυτώ υπόκεινται λόγω• ώσπερ και αι δια την αποδημίαν του ανδρός μη αναμείνασαι την επάνοδον. Πλήν έχει τινά συγγνώμην το πράγμα ενταύθα, δια το μάλλον προς θάνατον είναι την υπόνοιαν. Η δε τω καταλειφθέντι προς καιρόν παρά της γυναικός, κατ' άγνοιαν γημαμένη, είτα αφεθείσα, δια το επανελθείν προς αυτόν την προτέραν, επόρνευσε μεν, εν αγνοία δε• γάμου ουν ουκ ειρχθήσεται• κάλλιον δε, εάν μείνη ούτως. Ει δε γε ο στρατιώτης επανέλθοι χρόνω ποτέ, ου η γυνή δια την επί πολύ εκείνου απόλειψιν ετέρω συνήφθη ανδρί, ούτος, ει προαιρείται, την οικείαν αύθις απολαβέτω γυναίκα, συγγνώμης αυτή επί τη αγνοία διδομένης, και τω ταύτην εισοικισαμένω κατά δεύτερον γάμον ανδρί.

Κανών Κ Δ'
Τούς ομνύοντας όρκους ελληνικούς, ο κανών επιτιμίοις καθυποβάλλει• και ημείς τούτους αφορισμόν ορίζομεν.

Κανών Κ Ε'
Τούς προστιθεμένους τη ορθοδοξία, και τη μερίδι των σωζομένων από αιρετικών, δεχόμεθα κατά την υποτεταγμένην ακολουθίαν τε και συνήθειαν. Αρειανούς μεν και Μακεδονιανούς, και Ναυατιανούς, τους λέγοντας εαυτούς Καθαρούς και Αριστερούς, και τους Τεσσαρακαιδεκατίτας, ήγουν Τετραδίτας, και Απολλιναριστάς, δεχόμεθα, διδόντας λιβέλλους, και αναθεματίζοντας πάσαν αίρεσιν μη φρονούσαν, ως φρονεί η αγία του Θεού καθολική και αποστολική εκκλησία, σφραγιζομένους, ήτοι χρισμένους πρώτον τω αγίω μύρω, το μέτωπον, και τους οφθαλμούς, και τας ρίνας, και το στόμα, και τα ώτα, και, σφραγίζοντες αυτούς, λέγομεν• Σφραγίς δωρεάς Πνεύματος αγίου. Περί δε των παυλιανισάντων, είτα προσφυγόντων τη καθολική εκκλησία, όρος εκτέθειται, αναβαπτίζεσθαι αυτούς εξάπαντος. Ευνομιανούς μέντοι, τους εις μίαν κατάδυσιν βαπτιζομένους, και Μοντανιστάς, τους ενταύθα λεγομένους Φρύγας, και Σαβελλιανούς, τους υιοπατορίαν δοξάζοντας, και έτερά τινα χαλεπά ποιούντας, και πάσας τας άλλας αιρέσεις, επεί πολλοί εισιν ενταύθα, μάλιστα οι από των Γαλατών χώρας ερχόμενοι, πάντας τους απ' αυτών θέλοντας προστίθεσθαι τη ορθοδοξία, ως Έλληνας δεχόμεθα• και την πρώτην ημέραν ποιούμεν αυτούς Χριστιανούς• την δε δευτέραν, κατηχουμένους• είτα την τρίτην, εξορκίζομεν μετά του εμφυσάν τρίτον εις το πρόσωπον, και εις τα ώτα, και ούτω κατηχούμεν αυτούς, και ποιούμεν χρονίζειν εν τη εκκλησία, και ακροάσθαι των Γραφών, και τότε αυτούς βαπτίζομεν. Και τους Μανιχαίους δε, και τους Ουαλεντινιανούς, και Μαρκιωνιστάς, και τους εκ των ομοίων αιρέσεων προσερχομένους, ως Έλληνας δεχόμενοι, αναβαπτίζομεν• Νεστοριανούς δε, και Ευτυχιανιστάς, και Σεβηριανούς, και τους εκ των ομοίων αιρέσεων χρή ποιείν λιβέλλους, και αναθεματίζειν την αίρεσιν αυτών, και Νεστόριον, και Ευτυχέα, και Διόσκορον, και Σεβήρον• και τους λοιπούς εξάρχους των τοιούτων αιρέσεων, και τους φρονούντας τα αυτών, και πάσας τας προαναφερομένας αιρέσεις, και ούτω μεταλαμβάνειν της αγίας κοινωνίας.

Κανών Κ ΣΤ'
Οι τον Χριστόν δια του βαπτίσματος ενδυσάμενοι, την εν σαρκί αυτού πολιτείαν μιμείσθαι καθωμολόγησαν. Τούς ουν τας εν τη κεφαλή τρίχας προς λύμην των ορώντων εν επινοίαις εμπλοκής ευθετίζοντας, και διασκευάζοντας, και δέλεαρ προτιθέντας εντεύθεν ταις αστηρίκτοις ψυχαίς, επιτιμίω προσφόρω πατρικώς θεραπεύομεν, παιδαγωγούντες αυτούς, και σωφρόνως βιούν εκδιδάσκοντες, προς το αφέντας την εκ της ύλης απάτην και ματαιότητα, προς την ανώλεθρον και μακαρίαν ζωήν τον νουν μετάγειν διηνεκώς, και εν φόβω αγνήν έχειν αναστροφήν, και Θεώ πλησιάζειν, κατά το εφικτόν, δια της εν βίω καθάρσεως, και τον ένδον, ή τον έξω άνθρωπον μάλλον κοσμείν αρεταίς και χρηστοίς και αμώμοις τοις ήθεσιν• ώστε μηδέν λείψανον φέρειν εν εαυτοίς της του εναντίου σκαιότητος. Ει δε τις παρά τον παρόντα κανόνα διαγίνοιτο, αφοριζέσθω.

Κανών Κ Ζ'
Τούς ή γαμετή συνοικούντας, ή άλλως αδιακρίτως τους ιερούς τόπους κοινοποιούντας, και καταφρονητικώς περί αυτούς έχοντας, και ούτως εν αυτοίς καταμένοντας, και εκ των εν τοις σεβασμίοις ναοίς κατηχουμένων εξωθείσθαι προστάσσομεν. Ει δε τις μη τούτο παραφυλάξοι, ει μεν κληρικός είη, καθαιρείσθω• ει δε λαϊκός, αφοριζέσθω.

Κανών Κ Η'
Ο ετέρω μνηστευθείσαν γυναίκα, έτι του μνηστευσαμένου ζώντος, προς γάμου κοινωνίαν αγόμενος, τω της μοιχείας υποκείσθω εγκλήματι.

Κανών Κ Θ'
Και τούτο δε εν τη Αρμενίων χώρα γίνεσθαι μεμαθήκαμεν• ως τινες ένδον εν τοις ιεροίς θυσιαστηρίοις μέλη κρεών έψοντες, προσάγουσιν, αφαιρέματα τοις ιερεύσιν Ιουδαϊκώς απονέμοντες. Όθεν το της εκκλησίας φυλάττοντες ακηλίδωτον, ορίζομεν, μη εξείναί τινι των ιερέων αφωρισμένα κρεών μέλη παρά των προσαγόντων λαμβάνειν, αλλ' οίς αρεσθή ο προσάγων, τούτοις αρκείσθωσαν, έξω της εκκλησίας της τοιαύτης γινομένης προσαγωγής. Ει δε τις μη τούτο ούτω ποιή, αφοριζέσθω.

Κανών Ρ'
Οι οφθαλμοί σου ορθά βλεπέτωσαν• και, Πάση φυλακή τήρει σήν καρδίαν, η Σοφία διακελεύεται• ραδίως γαρ τα εαυτών επί την ψυχήν αι του σώματος αισθήσεις εισκρίνουσι. Τάς ουν την όρασιν καταγοητευούσας γραφάς, είτε εν πίναξιν, είτε άλλως πως ανατεθειμένας, και τον νουν διαφθειρούσας, και κινούσας προς τα των αισχρών ηδονών υπεκκαύματα, ουδαμώς από του νυν οιωδήποτε τρόπω προστάσσομεν εγχαράττεσθαι• ει δε τις τούτο πράττειν επιχειρήσοι, αφοριζέσθω.

Κανών ΡΑ'
Σώμα Χριστού, και ναόν, τον κατ' εικόνα Θεού κτισθέντα άνθρωπον, ο θείος Απόστολος μεγαλοφώνως αποκαλεί. Πάσης ουν αισθητής κτίσεως υπερκείμενος ο τω σωτηρίω πάθει του ουρανίου τυχών αξιώματος, εσθίων και πίνων Χριστόν, προς ζωήν δια παντός μεθαρμόζεται την αΐδιον, ψυχήν και σώμα τη μεθέξει της θείας αγιαζόμενος χάριτος• ώστε, ει τις του αχράντου σώματος μετασχείν εν τω της συνάξεως βουληθείη καιρώ, και εν προς αυτό τη μετουσία γενέσθαι, τας χείρας σχηματίζων εις τύπον σταυρού, ούτω προσίτω και δεχέσθω την κοινωνίαν της χάριτος. Τούς γαρ εκ χρυσού, ή άλλης ύλης, αντί χειρός, τινά δοχεία κατασκευάζοντας προς την του θείου δώρου υποδοχήν, και δι' αυτών της αχράντου κοινωνίας αξιουμένους, ουδαμώς προσιέμεθα, ως προτιμώντας της του Θεού εικόνος την άψυχον ύλην και υποχείριον. Ει δε τις αλώ της αχράντου κοινωνίας μεταδιδούς τοις τα τοιαύτα δοχεία προσφέρουσι, και αυτός αφοριζέσθω, και ο ταύτα επιφερόμενος.

Κανών ΡΒ'
Δεί δε τους εξουσίαν λύειν και δεσμείν παρά Θεού λαβόντας, σκοπείν την της αμαρτίας ποιότητα, και την του ημαρτηκότος προς επιστροφήν ετοιμότητα, και ούτω κατάλληλον την θεραπείαν προσάγειν τω αρωστήματι, ίνα μη, τη αμετρία καθ' εκάτερον χρώμενος, αποσφαλείη προς την σωτηρίαν του κάμνοντας. Ου γαρ απλή της αμαρτίας η νόσος, αλλά ποικίλη και πολυειδής, και πολλάς της βλάβης τας παραφυάδας βλαστάνουσα, εξ ων το κακόν επί πολύ διαχείται, και πρόσω βαίνει, μέχρις αν σταίη τη δυνάμει του θεραπεύοντος. Ώστε τον την ιατρικήν εν Πνεύματι επιστήμην επιδεικνύμενον, πρότερον χρή την του ημαρτηκότος διάθεσιν επισκέπτεσθαι, και είτε προς την υγείαν νεύει, ή τουναντίον, δια των οικείων τρόπων προσκαλείται καθ' εαυτού το αρώστημα, εφοράν, όπως τε της εν τω μεταξύ προνοείται αναστροφής, και ει μη τω τεχνίτη αντιπαλαίει, και το της ψυχής έλκος δια της των επιτιθεμένων φαρμάκων αυξάνει προσαγωγής, και ούτω τον έλεον κατ' αξίαν επιμετρείν. Πας γαρ λόγος Θεώ και τω την ποιμαντικήν εγχειρισθέντι ηγεμονίαν, το πλανώμενον πρόβατον επαναγαγείν, και τρωθέν υπό του όφεως εξιάσασθαι, και μήτε κατά κρημνών ωθήσαι της απογνώσεως, μήτε τον χαλινόν υπενδούναι προς την του βίου έκλυσίν τε και καταφρόνησιν• αλλ' ενί γε τρόπω πάντως, είτε δια των αυστηροτέρων τε και στυφόντων, είτε δια των απαλωτέρων τε και πραοτέρων φαρμάκων, κατά του πάθους στήναι, και προς συνούλωσιν του έλκους ανταγωνίσασθαι, τους της μετανοίας καρπούς δοκιμάζοντι, και οικονομούντι σοφώς τον προς την άνω λαμπροφορίαν καλούμενον άνθρωπον. Αμφότερα τοίνυνειδέναι ημάς χρή, και τα της ακριβείας, και τα της συνηθείας• έπεσθαι δε, επί των μη καταδεξαμένων την ακρότητα, τω παραδοθέντι τύπω, καθώς ο ιερός ημάς εκδιδάσκει Βασίλειος.


Πηγή: http://www.egolpion.com/pen8ekth_sunodos.el.aspx

ΟΙ ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

θΕΟΛΟΓΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ / ΔΙΑΦΟΡΑ

ΟΙ ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

1Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα η εισήγηση του π. Νεκτάριου Κουτρουμάνη στο τελετουργικό σεμινάριο της Ιεράς Μητροπόλεως καισιαριάνης με θέμα «ΟΙ ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ».

Αναλυτικά αναφέρει:

 Η ζωή του κάθε ανθρώπου είναι ένα μεγάλο μυστήριο: Aπροσδιόριστο και ανερμήνευτο με τόσες ιδιαίτερες εκφράσεις όσες και τα πρόσωπα που θα γεννηθούν έως το τέλος της Ιστορίας. O άνθρωπος είναι ταυτόχρονα ελεύθερος αλλά και  περιορισμένος και αυτό διότι η ζωή μας οριοθετεί, «κανονίζει», περιορίζει τις πράξεις πέρα από την βούληση μας. Οι Κανόνες είναι μια «φυσική» εμπειρία, ένα κοινό πανανθρώπινο βίωμα. Υπάρχουν παντού γύρω μας: Στις ανθρώπινες σχέσεις, στην Επιστήμη, επομένως και μέσα στην Εκκλησία.
Α. Ορισμός και σκοπιμότητα των Κανόνων στο σώμα της Εκκλησίας

Οι Κανόνες αποτελούν τα αναγκαία πλαίσια που ορίζουν τις σχέσεις των ανθρώπων. Συγκροτούν την κοινωνία. Δεν είναι νομικοί κανονισμοί, αλλά εφαρμογές των δογμάτων της Εκκλησίας.[1] Οι Κανόνες διαφέρουν ουσιαστικά από τους κοσμικούς νόμους διότι οδηγούν τον άνθρωπο στην πνευματική ωρίμανση και στην εσωτερική ελευθερία από τα πάθη, στην κοινωνία με τον Τριαδικό Θεό και τους συνανθρώπους του. Δίκαιο ονομάζεται το σύνολο των υποχρεωτικών και εξαναγκαστικών Kανόνων οι οποίοι ρυθμίζουν την ανθρώπινη θέληση, την κοινωνική ζωή κατά τρόπο «ετερόνομο», «επιτακτικό» και «εξαναγκαστικό». Συνεπώς το δίκαιο δεν προέρχεται από την ατομική θέληση των επιμέρους ατόμων αλλά επιβάλλεται  συνήθως εξωτερικά (ετερόνομος ρύθμιση), επιτάσσοντας και καθορίζοντας τι δύναται και τι πρέπει ή τι δεν δύναται και τι δεν πρέπει να πράττουν χωρίς ωστόσο να ζητεί τη συγκατάθεσή τους (επιτακτική ρύθμιση), επιβάλλοντας όμως στους μη συμμορφούμενους κυρώσεις (εξαναγκασμός). Η Θεολογία και η πνευματική ζωή έχουν και εκείνες τους δικούς τους Κανόνες, το Εκκλησιαστικό Δίκαιο που οδηγεί συγκροτημένα τα μέλη της Εκκλησίας στον στόχο της «ὑπέρ τῆς τῶν πάντων ἑνότητας».[2]

  Η σωτηρία επιτελείται μέσα σε έναν συγκεκριμένο χώρο, στην Ενορία και με συγκεκριμένα μέσα/τρόπους, με τα Ιερά της Μυστήρια και με την πνευματική άσκηση, την ανακαίνιση των μελλών της. Συνεπώς τα πάντα κανονίζονται, οριοθετούνται.

  Μέσα στην Εκκλησία η ανθρώπινη θέληση περί-ορίζεται: «κανονίζεται», ως πορεία ασκήσεως, καθάρσεως από τον ναρκισσισμό. Με τους Ι. Κανόνες η θέληση εκτρέπεται από τον εγωισμό, στην συνύπαρξη: Στην πνευματική ζωή η προτεραιότητα δίνεται στην ένωση στο Σώμα του Χριστού, στην Ευχαριστιακή Σύναξη. Οι Κανόνες είναι μια δοκιμασμένη από τους παλαιοτέρους εμπειρία κοινής ζωής.
  Κανόνας, σημαίνει την ξύλινη ράβδο, τον χάρακα, τον οποίο μεταχειριζόμαστε, για να σύρουμε μία ευθεία γραμμή, ή αντιθέτως, για να ελέγξουμε την ευθύτητα μιας γραμμής. Μεταφορικώς κανόνας λέγεται και κάθε ορισμός, ή νόμος, κάθε τι πού χρησιμεύει ως πρότυπο και οδηγός για την ορθή εκτέλεση ή αντιμετώπιση μιας πράξεως, μιας καταστάσεως, ή αντιθέτως ως κριτήριο για να ελέγχουμε «την ευθύτητα», την ορθότητα, αυτής της πράξεως.[3]



Β. Κύρος, Λειτουργικότητα και διαβάθμιση των Ι. Κανόνων

  Οι Κανόνες της Εκκλησίας υποδεικνύουν το ορθό. Αυτό συμβαίνει, γιατί οι Ι. Κανόνες:
α) Στηρίζονται στη θεόπνευστη Αγία Γραφή και στην αυθεντική αποστολική παράδοση και
β) Θεσπίσθηκαν η επικυρώθηκαν (εγκρίθηκαν) από την Εκκλησία και μάλιστα με Οικουμενικές Συνόδους πού εκφράζουν το αλάθητο της Εκκλησίας.


  Στο σημείο αυτό οφείλουμε να εξηγήσουμε, ότι οι Ι. Κανόνες  που καθιερώθηκαν ή επικυρώθηκαν από κάποια από τις επτά Οικουμενικές Συνόδους, έχουν αυξημένη αυθεντία και κύρος γιατί η εκάστοτε ιστορικά Οικουμενική Σύνοδος, αποτελεί το στόμα της Εκκλησίας, το όργανο εκφράσεως της καθόλου Εκκλησίας, η οποία «είναι στύλος και εδραίωμα της αληθείας» (Α' Τιμ. 3,15). Ο α' Κανόνας της Ζ' Οικουμενικής Συνόδου διακηρύσσει σχετικώς τα εξής: «Τούτων οὔν ὄντως ὄντων... ἀσπασίως τούς θείους κανόνας ἐνστερνιζόμεθα, καί ὁλόκληρον τήν αὐτῶν διαταγήν καί ἀσάλευτον κρατύνομεν, τῶν ἐκτεθέντων ὑπό τῶν ἁγίων σαλπίγγων τοῦ Πνεύματος, τῶν πανευφήμων Ἀποστόλων, τῶν τέ ἐξ ἁγίων, οἰκουμενικῶν συνόδων, καί τῶν τοπικῶς συναθροισθεισῶν ἐπί ἐκδόσει διαταγμάτων, καί τῶν ἁγίων Πατέρων ἠμῶν. Ἐξ ἑνός γάρ ἅπαντες καί τοῦ αὐτοῦ Πνεύματος αὐγασθέντες ὤρισαν τά συμφέροντα». Σύμφωνα δηλαδή με τη μαρτυρία αύτη οι Ιερόί Κανόνες είναι θείοι, γιατί θεσπίστηκαν με το φωτισμό και με την επιστασία τού Άγ.  Πνεύματος.[4]

Ο β΄Κανόνας της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου  προσδιορίζει ονομαστικά ποιοι Ι. Κανόνες μπορούν να θεωρούνται ως καθολικού κύρους Κανόνες της Εκκλησίας. Μπορούμε επομένως να διαχωρίσουμε τους Εκκλησιαστικούς Κανόνες σε δύο κατηγορίες: Σε αυτούς που επικυρώθηκαν ή θεσπίστηκαν από κάποια Οικουμενική Σύνοδο και αποτελούν βασική πηγή Κανονικού δικαίου και σε εκείνους οι οποίοι θεσπίσθηκαν από Τοπικές Συνόδους και από Πατέρες της Εκκλησίας χωρίς όμως να επικυρωθούν από κάποια Οικουμενική Σύνοδο και οι οποίοι χρησιμοποιούνται ως δευτερεύουσες και βοηθητικές πηγές Κανονικού Δικαίου.[5]   Εξαιρετικά δε οι δογματικοί Όροι των Επτά Οικουμενικών Συνόδων είναι κείμενα θεόπνευστα, δηλαδή απαρασάλευτα, απαραχάρακτα και αδιαπραγμάτευτα που αφορούν άμεσα στην σωτηρία μας.

Με το πέρασμα των αιώνων κάθε τοπική Εκκλησία ή μεμονωμένοι επίσκοποι ήλθαν αντιμέτωποι με πλήθος ζητημάτων και εξέδωσαν ερμηνευτικές προσεγγίσεις σε καθημερινά ηθικά, τελετουργικά και πρακτικά ζητήματα (Ερμηνευτικές εγκύκλιοι, κανονιστικές αποφάσεις κ.α) δηλαδή κείμενα τα οποία έχουν κύρος αλλά δεν είναι επικυρωμένα από την συνολική συνείδηση της Εκκλησίας (δηλαδή σε Οικουμενική Σύνοδο). Ένα παράδειγμα τέτοιων Kανόνων, μη αλάθητων, που δεν επικυρώθηκαν από Οικουμενική Συνοδό, είναι και η περίπτωση των Κανόνων του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννη του  Νηστευτή, (ίσως κύρια λόγω σφαλμάτων στα αντίγραφα των χειρογράφων). Ως προς την εφαρμογή των Ιερών Κανόνων, "δύο είδη κυβερνήσεως ευρίσκονται μέσα στη Αγία Εκκλησία, το μεν πρώτον είδος, ονομάζεται Ακρίβεια, το δε άλλο, ονομάζεται Οικονομία, και συγκατάβαση.[6] Με τον όρο Ακρίβεια, αναφερόμαστε στην τήρηση της αυθεντικής εκκλησιαστικής παραδόσεως, με την πιστή αποδοχή και εφαρμογή των δογμάτων της πίστεως και των Κανόνων της τάξεως και ζωής. Σκοπός της ακριβείας δεν είναι άλλος παρά η οικοδομή και η σωτηρία των πιστών.

Η Ακρίβεια αποτελεί το κριτήριο, βάσει του οποίου θα κρίνει κανείς την πίστη, τους λόγους, τις πράξεις και τα βιώματα, είτε τα δικά του είτε των άλλων, ώστε να βρίσκεται διαρκώς, όσο είναι δυνατόν εγγύτερα στο ορθό. Εκτός από την Ακρίβεια της εφαρμογής των Ιερών Κανόνων, η Εκκλησία αναγνωρίζει και την λεγόμενη Οικονομία: Σε περιπτώσεις που η αυστηρή τήρηση ενός Κανόνα, εμποδίζει την σωτηρία, τότε είναι δυνατόν, η Εκκλησία να εξετάσει μήπως η προσωρινή αναστολή του εν λόγω Κανόνα συμβάλλει στην πνευματική πρόοδο του πιστού. Τα "δύο είδη κυβερνήσεως" η Οικονομία και η Ακρίβεια, αποτελούν τις δύο όψεις της ίδιας ποιμαντικής της Εκκλησίας. Η Κανονική παράδοση της Εκκλησίας μας βρίσκεται κωδικοποιημένη σε συλλογές Κανόνων με γνωστότερη σήμερα αυτή του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, «το Πηδάλιον».[7]Εκεί οι Επίσκοποι, οι Πρεσβύτεροι, οι Μοναχοί και οι Λαϊκοί κανονίζονται ξεχωριστά και αναλυτικά. Αξίζει να σημειωθεί ότι στις Θεολογικές και Νομικές Σχολές των Ελληνικών και των ξένων Πανεπιστημίων, το Κανονικό Δίκαιο της Εκκλησίας είναι βασικό ως μάθημα, αφού αποτελεί ιστορικά μια αρχική πηγή δικαίου για τις υπόλοιπες νομικές επιστήμες.

Γ. Η «Προσαρμοστικότητα» των Ι. Κανόνων

  Ένα ζήτημα που οφείλει να απασχολεί την σημερινή στρατευομένη Εκκλησία είναι πόσο και με ποιες προσαρμογές μπορούν να εφαρμοστούν σήμερα οι Ι. Κανόνες. Χρειάζεται για παράδειγμα μια «επικαιροποίηση» των Κανόνων; Πολλοί από τους Ι. Κανόνες έχουν εκπέσει σε αχρηστία[8]. Ακόμη έχουμε το φαινόμενο της αντιθέσεως ή και της αλληλο-επικαλύψεως των Κανόνων δηλαδή παρουσιάζεται,  επί του αυτού θέματος και αντικειμένου, να έχουμε περισσότερους του ενός Κανόνες.[9] Τελικά ο Επίσκοπος (σε τοπικό επίπεδο) στην επισκοπή του, καλείται να διαφυλάττει απαραχάρακτους του Κανόνες μέσα στην ζωή του ποιμνίου του.

Δ. Οι Ι. Κανόνες: Μέσα Σωτηρίας ή Μέσα Θανάτου;

Τα δόγματα είναι αλήθεια κι η αλήθεια είναι προορισμένη να βιωθεί. Το δόγμα είναι βίωση της αλήθειας. Κι όπου δεν βιώνεται, έρχεται η Εκκλησία με τους Κανόνες της, να θεραπεύσει τη μη εφαρμογή του δόγματος που είναι η απώλειά μας. Η Εκκλησία χρησιμοποιεί τους Ι. Κανόνες με διάκριση, ως μέσο θεραπείας: Κάθε εξομολογούμενος «κανονίζεται» από τον Πνευματικό με ιδιαίτερο τρόπο. Εάν όμως χρησιμοποιήσουμε τους Κανόνες, στεγνά, εξωτερικά, θα μετατραπούν σε «κανόνια» κατά μια έκφραση του Γέροντος Παισίου. Δίπλα στις άπειρες αγιασμένες συμβουλευτικές κατευθύνσεις των Πνευματικών μας, υπάρχουν και πολλές άστοχες εξομολογήσεις που κατέστρεψαν ψυχικά ανθρώπους.   Το Κανονικό Δίκαιο της Εκκλησίας είναι μια πολύτιμη παρακαταθήκη. Εάν όμως χρησιμοποιηθεί αδιάκριτα χωρίς το Άγιο Πνεύμα, μετατρέπει την Εκκλησιαστική ζωή σε κόλαση. Το Σώμα του Χριστού σε δημόσια υπηρεσία.

Σεβασμιώτατε, Αγαπητοί Αδελφοί,

  Σήμερα, μέσα σε μια εποχή συνεχών ανακατατάξεων, οι Κανόνες μπορούν να λειτουργήσουν για τους Ποιμένες ως πηγή εμπνεύσεως. Επισημαίνουμε όμως έναν σύγχρονο διπλό κίνδυνο με την αφενός τυπολατρική τήρηση του γράμματος των Ι. Κανόνων, και την αφετέρου άμετρη χρήση της εκκλησιαστικής Οικονομίας. Και οι δύο ποιμαντικές επιλογές όταν «απολυτοποιηθούν», οδηγούν στην εκ-κοσμίκευση και στην αλλοίωση της ορθής πίστεως.

Ευχόμαστε ο πανάγαθος Θεός να μας χαριτώνει ώστε να ζούμε  με το πνεύμα και γιατί όχι και με το γράμμα των  Κανόνων μακριά από την μιζέρια, τον φόβο μιας ανθρωπόμορφης θρησκευτικότητας που γεμίζει τον άνθρωπο ενοχές και τύψεις. Η Εκκλησία είναι ένα θεραπευτήριο όπου οι Κανόνες αναδεικνύουν, καλλιεργούν την ελεύθερη βούληση, απαλλαγμένη από εγκόσμια δεσμά, προσαρμοσμένη στην Βασιλεία των Ουρανών. Στην αιώνια κοινωνία Θεού και ανθρώπων. Σας ευχαριστώ για την υπομονή σας.


[1] V. Lossky - Μετάφρ. Στ. Πλευράκη, Η μυστική θεολογία της Ανατολικής Εκκλησίας, Θεσσαλονίκη 1964, σελ. 206. Πρβλ. Κων. Μουρατίδου, Ησυνταγματική κατοχύρωσις των ι. κανόνων, «Κοινωνία», τομ. ΙΖ' (1974), σελ. 150-151.
[2] Διονυσίου μακαριστού Μητροπολίτου Σερβίων και Κοζάνης (+1998),Η Θεία Λειτουργία Κείμενο – Μετάφραση Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου,Το πρωτότυπο κείμενο με νεοελληνική απόδοση του
Πηγή: http://www.phys.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/prayers/service_litourgy_translation.htm
[3] Π. Μπούμη Ομ. Καθηγητού του Πανεπιστημίου Αθηνών, Οι ιεροί και θείοι κανόνες της Εκκλησίας, www.egolpion.net
[4] Ό. π., Π. Μπούμη, Οι ιεροί και θείοι κανόνες……….
[5] Αγ. Νεκταρίου: "Αι Οικουμενικαί Σύνοδοι" Εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου. Θεσσαλονίκη 1972. σελ. 66)."...αἵ Ἱεραί Σύνοδοι διαιροῦνται εἰς ἐπαρχιακᾶς, τοπικᾶς, αἴτινες ἔχουσι μερικόν κύρος, καί εἰς Οἰκουμενικᾶς, αἴτινες ἔχουσι γενικόν ἐκκλησιαστικόν κύρος"
[6] Νικοδήμου Αγιορείτου, Πηδάλιον (ακριβής ανατύπωσις της γ' εκδόσεως του 1864), εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2003.
[7] Νικόδημος, ὁ Ἁγιορείτης, Ἀγάπιος, ὁ ἱερομόναχος, Πηδάλιον τῆς νοητῆς νηὸς τῆς μίας ἁγίας καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς τῶν ὀρθοδόξων Ἐκκλησίας ἤτοι ἅπαντες οἱ ἱεροὶ καὶ θεῖοι Κανόνες τῶν ἁγίων καὶ πανευφήμων Ἀποστόλων, τῶν ἁγίων Οἰκουμενικῶν τε καὶ τοπικῶν συνόδων καὶ τῶν κατὰ μέρος θείων Πατέρων, Ἐν Ἀθήναις, Ἐκ τοῦ τυπογραφείου Βλαστοῦ Χ. Βαρβαρρήγου, 1886, VIII+648 σ.
[8] Βλ. Φειδά Βλ., Ιεροί κανόνες και Καταστατική Νομοθεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι 1998, 46επ., κατά τον οποίο το ζήτημα αυτό συνδέεται κυρίως με το ιστορικό περίβλημα, τη μορφή και την καθ' ύλη συνήθη συγκρότηση των ιερών κανόνων.
[9] Βλ. επίσης Φειδά Βλ., Ιεροί κανόνες και Καταστατική Νομοθεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι 1998, 53επ., ο οποίος με ισχυρή επιχειρηματολογία τεκμηριώνει την άποψή του περί φαινομενικής και όχι πραγματικής αντιθέσεως στους ιερούς κανόνες.

Η Αποκάλυψη, ο Αντίχριστος, το χάραγμα, το 666, οι έσχατοι καιροί. Ερμηνεία των αγίων (μέρος Β΄

Η Αποκάλυψη, ο Αντίχριστος, το χάραγμα, το 666, οι έσχατοι καιροί. Ερμηνεία των αγίων (μέρος Β΄
 

Η Αποκάλυψη, ο Αντίχριστος, το χάραγμα, το 666, οι έσχατοι καιροί. Ερμηνεία των αγίων (μέρος Β΄, Αποκάλυψη κεφ. ΙΓ στίχοι 1-10) 

ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ & ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΥΠΟ ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΟΛΙΤΣΑΡΑ

Αποκ. 13,11 Καὶ εἶδον ἄλλο θηρίον ἀναβαῖνον ἐκ τῆς γῆς, καὶ εἶχε κέρατα δύο ὅμοια ἀρνίῳ, καὶ ἐλάλει ὡς δράκων.
Αποκ. 13,11 Και είδα άλλο θηρίον να ανεβαίνη από την γην• και είχε δύο κέρατα, που εμοιαζαν σαν κέρατα αρνίου• ωμιλούσε όμως σαν δράκων.
Αποκ. 13,12 καὶ τὴν ἐξουσίαν τοῦ πρώτου θηρίου πᾶσαν ποιεῖ ἐνώπιον αὐτοῦ. καὶ ποιεῖ τὴν γῆν καὶ τοὺς ἐν αὐτῇ κατοικοῦντας ἵνα προσκυνήσωσι τὸ θηρίον τὸ πρῶτον, οὗ ἐθεραπεύθη ἡ πληγὴ τοῦ θανάτου αὐτοῦ.
Αποκ. 13,12 Υποτάσσεται δε και εκτελεί όλην την εξουσίαν του πρώτου θηρίου, πειθαρχικόν σαν εκτελεστικόν όργανον εμπρός εις αυτό. Παρασύρει δε και κάμνει την γην και εκείνους που κατοικούν εις αυτήν να προσκυνούν το πρώτον θηρίον, του οποίου η θανάσιμος πληγή έχει θεραπευθή.
Αποκ. 13,13 καὶ ποιεῖ σημεῖα μεγάλα, καὶ πῦρ ἵνα ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβαίνῃ εἰς τὴν γῆν ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων.
Αποκ. 13,13 Και κάμνει, το προβατόσχημον αυτό θηρίον (με την δύναμιν του διαβόλου) μεγάλα και τερατώδη σημεία, ώστε και από τον ουρανόν να κατεβαίνη εις την γην εμπρός εις τα μάτια των ανθρώπων φωτιά (κατά μίμησιν του προφήτου Ηλιού).
Αποκ. 13,14 καὶ πλανᾷ τοὺς κατοικοῦντας ἐπὶ τῆς γῆς διὰ τὰ σημεῖα ἃ ἐδόθη αὐτῷ ποιῆσαι ἐνώπιον τοῦ θηρίου, λέγων τοῖς κατοικοῦσιν ἐπὶ τῆς γῆς ποιῆσαι εἰκόνα τῷ θηρίῳ, ὃς εἶχε τὴν πληγὴν τῆς μαχαίρας καὶ ἔζησε.
Αποκ. 13,14 Και παρασύρει εις την πλάνην τους κατοίκους της γης με τα αγυρτικά αυτά θαύματα, δια τα οποία του εδόθη άδεια εκ μέρους του Θεού να τα κάμη, λέγων και προτρέπων τους κατοίκους της γης να

κάμουν είδωλον και να θεοποιήσουν το θηρίον, τον Αντίχριστον, το οποίον καίτοι είχε λάβει την πληγήν της μαχαίρας, εν τούτοις έζησε.
Αποκ. 13,15 καὶ ἐδόθη αὐτῷ πνεῦμα δοῦναι τῇ εἰκόνι τοῦ θηρίου, ἵνα καὶ λαλήσῃ ἡ εἰκὼν τοῦ θηρίου καὶ ποιήσῃ, ὅσοι ἐὰν μὴ προσκυνήσωσι τῇ εἰκόνι τοῦ θηρίου, ἵνα ἀποκτανθῶσι.
Αποκ. 13,15 Και του παρεχωρήθη άδεια να δώση ζωήν στο είδωλον του θηρίου, ώστε να ομιλήση το είδωλον του θηρίου. Ακόμη δε του επετράπη να ενεργήση, ώστε να φονευθούν όσοι δεν θα ήθελαν να προσκυνήσουν το είδωλον του θηρίου.
Αποκ. 13,16 καὶ ποιεῖ πάντας, τοὺς μικροὺς καὶ τοὺς μεγάλους, καὶ τοὺς πλουσίους καὶ τοὺς πτωχούς, καὶ τοὺς ἐλευθέρους καὶ τοὺς δούλους, ἵνα δώσωσιν αὐτοῖς χάραγμα ἐπὶ τῆς χειρὸς αὐτῶν τῆς δεξιᾶς ἢ ἐπὶ τῶν μετώπων αὐτῶν,
Αποκ. 13,16 Παρασύρει δε και πείθει όλους, τους μικρούς και τους μεγάλους, τους πλουσίους και τους πτωχούς, τους ελευθέρους και τους δούλους, να προσκυνήσουν το είδωλον και να υποταχθούν στο θηρίον και να τους δώσουν ανεξάλειπτον χαραγμένην σφραγίδα στο δέξι των χέρι και εις τα μέτωπά των, όπως γίνεται με τους δούλους.
Αποκ. 13,17 καὶ ἵνα μή τις δύνηται ἀγοράσαι ἢ πωλῆσαι εἰ μὴ ὁ ἔχων τὸ χάραγμα, τὸ ὄνομα τοῦ θηρίου ἢ τὸν ἀριθμὸν τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ.
Αποκ. 13,17 Και δια να θλίψη και ταλαιπωρήση τους Χριστιανούς, πειθαναγκάζει, κανείς να μη ημπορή να αγοράση η να πωλήση, εκτός εκείνων που έχουν το χάραγμα και την σφραγίδα του θηρίου, η οποία σφραγίς είναι το όνομα του θηρίου η ο αριθμός, που συμβολίζουν τα γράμματα του ονόματός του.
Αποκ. 13,18 Ὧδε ἡ σοφία ἐστίν· ὁ ἔχων νοῦν ψηφισάτω τὸν ἀριθμὸν τοῦ θηρίου· ἀριθμὸς γὰρ ἀνθρώπου ἐστί· καὶ ὁ ἀριθμὸς αὐτοῦ χξς.
Αποκ. 13,18 Εδώ είναι η θεία σοφία• εκείνος που έχει φωτισμένον και καθαρόν νουν ας υπολογίση το σύνολον των αριθμών, που συμβολίζουν τα γράμματα του ονόματός του. Διότι είναι αριθμός ονόματος ανθρώπου. Και ο αριθμός αυτός, που βγαίνει, από την άθροισιν των γραμμάτων λαμβανομένων ως αριθμών, κατά το ελληνικόν σύστημα, είναι εξακόσια εξήκοντα εξ η χξστ'. Είναι δε το όνομα του Αντιχρίστου. 

ΕΡΜΗΝΕΙΑ (από το βιβλίο του κ. Βασιλειάδη)

Στους στίχους 11-18 έχουμε την περιγραφή και το έργο του δεύτερου θηρίου, για το οποίο υπάρχει ποικιλία γνωμών. Η ποικιλία αυτή επιτείνεται από το μυστηριώδη αριθμό χξς΄ (στίχ. 18) του ονόματος του πρώτου θηρίου.

Έτσι άλλοι αναζήτησαν στο θηρίο αυτό διάφορα ιστορικά πρόσωπα, όπως π.χ Σίμωνα το μάγο, τον Απολλώνιο Τυανέα, την ανώτατη ρωμαϊκή επαρχιακή διοίκηση, όλο το ειδωλολατρικό ιερατείο και ιδιαίτερα της Μ. Ασίας, όπου υπήρχε έντονη λατρεία του Καίσαρος [π.χ στην κατείδωλη Πέργαμο] και της θεάς Ρώμης, ή, και ίσως το ορθότερο, όλα τα πνευματικά μέσα των διά μέσου των αιώνων αντιθέων δυνάμεων και αντιχριστιανικών ομολογιών [ΠΙΜ]. Άλλωστε οι ειδωλολάτρες ιερείς ασκούσαν σε ορισμένους ναούς, όπως π.χ στους ναούς του Ασκληπιού, «θεουργική» δράση, σατανική.

Άλλοι, οι οποίοι θεωρούν ότι το πρώτο θηρίο προτυπώνει το ειδωλολατρικό Ρωμαϊκό κράτος, εκλαμβάνουν το δεύτερο θηρίο ως τον Παπισμό, ο οποίος προάγει τη εκκοσμίκευση και δι’ αυτής την ειδωλολατρία και την καταπίεση, αλλά με απαλότερο τρόπο, υπό το πρόσχημα του άκακου αμνού. Και ενώ το πολιτικό κράτος της Ρώμης χρησιμοποιούσε κοσμική δύναμη, ο Παπισμός χρησιμοποιεί πνευματική και εκκλησιαστική δύναμη και επιρροή στους ανθρώπους με το μανδύα της θρησκείας, της φιλανθρωπίας και της αγαθοεργίας [Η]. Ήδη όμως, από τότε που οργανώθηκε και ως κράτος, ασκεί και κοσμική εξουσία με τους κατά τόπους διπλωματικούς εκπροσώπους του [τους νουντσίους]. Η άποψη αυτή έρχεται να συμφωνήσει με όσους υποστηρίζουν ότι το δεύτερο θηρίο θα είναι κάποιος θρησκευτικός [εκκλησιαστικός] ηγέτης, που θα παρακινήσει τους Χριστιανούς να δεχτούν τον Αντίχριστο ως Χριστόν. 

 Ενώ το πρώτο θηρίο αναδύθηκε από τη θάλασσα, το δεύτερο βγήκε από τη γη (στίχ. 11), «υπό την οποίαν νοείται πιθανώτατα η μικρασιατική, ως αποτελούσα την εστίαν της καισαρολατρείας» [ΠΙΜ], της οποίας κυριότερη εστία ήταν η Μ. Ασία. Αναδύθηκε «εκ της γης, δηλαδή της γήινης και χαμερπούς πολιτείας» [Ανδρ.Κ.], από εκεί που βασιλεύει η υλοφροσύνη, το γήινο και σαρκικό φρόνημα, το όλως αντίθετο προς το θέλημα του παναγίου Τριαδικού Θεού. «Εκ της γης» από όπου είναι «η γένεσις» όλων των ανθρώπων. Διότι είναι και αυτός άνθρωπος «κατ’ενέργειαν του Σατανά» (Β΄ Θεσ. β΄ 3, 9) [Αρ.]. Η σοφία του θα είναι γήινη, η φιλοσοφία του υλιστική, το ήθος του ήθος άθεου, η προπαγάνδα του αντιχριστιανική, η συμπεριφορά του συμπεριφορά αγύρτου και απατεώνος. Είναι δηλαδή άριστο όργανο του Αντιχρίστου.

Ενώ ήταν «θηρίον», ονομαζόμενο έτσι «διά το άγριον, θηρευτικόν, ορμητικόν τε και σπαρακτικόν αυτού» [Άνθιμος], είχε δύο ουσιώδη γνωρίσματα: «Είχε κέρατα δύο όμοια αρνίω», αλλά «ελάλει ως δράκων», η φωνή και η γλώσσα του ήταν φωνή και γλώσσα δράκοντος, θηρίου κακεντρεχούς και αιμοβόρου! Η εμφάνισή του ήταν ό,τι άκακο και αθώο υπάρχει, ενώ η λαλιά του ήταν γεμάτη μίσος και πονηρία. Είχε δύο κέρατα «ουκ αρνίου, αλλ’όμοια αρνίω». Υπό το αρνίον αυτό «δεν νοείται το εν κεφ. ε΄ θείον Αρνίον, το παριστάνον τον Χριστόν, αλλά το άκακον ζώον» [ΠΙΜ].

Το δεύτερο θηρίο «ελάλει ως δράκων». Δεν είναι δηλαδή ο δράκων, ο ίδιος ο σατανάς, αλλά εξουσιάζεται από αυτόν, «διάδοχος γίνεται της εξουσίας του διαβόλου» [Αρ.] Ο άγιος Ειρηναίος, επίσκοπος Λυώνος, ονομάζει το θηρίο αυτό, «υπασπιστήν» του Αντιχρίστου. [8]

[8]. ΕΙΡΗΝΑΙΟΥ, επισκόπου Λουγδούνου και μάρτυρος, Έλεγχος και ανατροπή της Ψευδωνύμου γνώσεως [ή Κατά αιρέσεων], Βιβλ.V κεφ. 28 PG 7, 1199D: «Περί του υπασπιστού, ον και ψευδοπροφήτην καλεί. Ελάλει, φησίν, ως δράκων». Τούτω δε έλεγεν εξουσίαν δεδόσθαι σημείων και τεράτων, ίνα ποιή έμπροσθεν του Αντιχρίστου, προοδοποιών αυτώ την της απωλείας οδόν».

Όσοι υποστηρίζουν ότι το δικέρατο αυτό θηρίο είναι ο Πάπας παρατηρούν ότι τα δύο κέρατα συμβολίζουν την πολιτική και τη θρησκευτική [εκκλησιαστική] εξουσία του Πάπα. Ωστόσο η διδασκαλία του είναι ψευδής και αιρετική και τα κατά καιρούς διατάγματά του τον αποδεικνύουν «θηρίον» και όχι «Αρνίον» [Η]. Πολύ ορθά ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης ονομάζει τον Πάπα Ρώμης «Δίκερων Γίγαντα», ο οποίος «κοντά όπου είναι εσωτερικός και κατά πνεύμα Αρχιερεύς, θέλει να είναι εξωτερικός, και κατά σώμα βασιλεύς. Να ευλογή και να θανατοί, να κρατή την πνευματικήν βακτηρίαν και μάχαιραν την φονεύτριαν. Μίξις άμικτος, και τέρας αλλόκοτον». [9]

[9]. ΑΓΑΠΙΟΥ Ιερομονάχου και ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ Μοναχού [Αγιορείτου], Πηδάλιον της νοητής νηός της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής των Ορθοδόξων Εκκλησίας, εκδ. «Αστήρ», Αθήναι 1970, σελ. 109.

Τα δύο θηρία του κεφαλαίου αυτού είναι ο Αντίχριστος και ο Ψευδοπροφήτης.

Έργο του δεύτερου θηρίου είναι να κάνει το θέλημα του πρώτου θηρίου, δηλαδή του Αντιχρίστου [στίχ.12]. Ο σατανάς δίνει δύναμη στον Αντίχριστο και ο Αντίχριστος δίνει εξουσία για κακοποιό δράση στο δεύτερο θηρίο, τον ψευδοπροφήτη ή τον υπασπιστή του, όπως τον αποκάλεσε ο άγιος Ειρηναίος. Υπενθυμίζουμε ότι η εξουσία του σατανά βρίσκεται κάτω από τον έλεγχο και την παρακολούθηση του Τρισαγίου Θεού. Ο σατανάς ενεργεί κατά παραχώρηση Θεού. Όλα θα τα κάνει «διά γοητείας ο του αποστάτου ψευδοχρίστου πρόδρομος, προς απάτην ανθρώπων» με σκοπό να νομισθεί θεός ο Αντίχριστος. Με τις γοητείες, τα εντυπωσιακά σημεία και τέρατα λαμβάνει «αναμφισβήτητον την δόξαν κατά μίμησιν του Βαπτιστού» Ιωάννου, ο οποίος με τη διδασκαλία του έπειθε τους ανθρώπους να ακολουθήσουν τον Σωτήρα Χριστό. Διότι το ψέμα μιμείται την αλήθεια με σκοπό την απάτη των ανθρώπων [Ανδρ. Κ.]

Η φράση «ενώπιον αυτού» εννοεί την υποτέλεια και απόλυτη υπακοή του δεύτερου θηρίου στο πρώτο και την προστασία που δέχεται από το πρώτο, θυμίζει όμως και ανάλογες εκφράσεις και εικόνες από τη ζωή των προφητών της Π. Διαθήκης. Θυμίζει π.χ τον πυρφόρο προφήτη Ηλία, ο οποίος είπε στο βασιλιά Αχαάβ- «Ζη Κύριος ο Θεός των δυνάμεων, ο Θεός Ισραήλ, ω παρέστην ενώπιον αυτού», τον Οποίον υπηρετώ και μαζί με τον Οποίον είναι σε συνεχή επικοινωνία [Γ΄ Βασ. ιζ΄ [17] 1, ιη΄[18] 15]. Όπως οι άγιοι Προφήτες ήταν θεοκίνητοι διάκονοι του λόγου, και απευθύνονταν στο λαό υπηρετούντες τη σωτήρια βουλή του Θεού, έτσι και ο ψευδοπροφήτης είναι σατανοκίνητος υπηρετώντας πιστά τα καταχθόνια, ψυχόλεθρα και εγκληματικά σχέδια του παγκάκου διαβόλου.

Ο ψευδοπροφήτης κάνει θαύματα αγυρτικά και, εκτός των άλλων, κατεβάζει φωτιά από τον ουρανό μπροστά στα μάτια των κατάπληκτων ανθρώπων (στίχ.13). Προσπαθεί δηλαδή να μιμηθεί και στο σημείο αυτό τον προφήτη Ηλία (βλ. Γ΄ Βασ. ιη΄[18] 24, Δ΄Βασ. α΄ 10) και τους δύο μάρτυρες του Θεού (βλ. Αποκ. ια΄[11] 5, πρβλ. και Λουκ. θ΄ 54). Ενώ όμως οι Προφήτες θαυματουργούσαν με τη βοήθεια του Θεού, ο ψευδοπροφήτης θαυματουργεί «κατ’ενέργειαν του διαβόλου» [Αρ.]. Άλλωστε το ίδιο συνέβη και στην περίπτωση του Ιώβ, όταν κατέβηκε φωτιά «εκ του ουρανού και κατέκαυσε τα πρόβατα και τους ποιμένας κατέφαγεν» [Ιώβ α΄ 16]. Αυτό έγινε «κατά θείαν συγχώρησιν και σατανικήν ενέργειαν» [Ανδρ. Κ.]. Ο ψευδοπροφήτης κάνει τις αγυρτείες του «ενώπιον των ανθρώπων» κλέβοντας τρόπον τινά «τους οφθαλμούς των ορώντων» [Αρ.], αποπροσανατολίζοντάς τους και προσπαθώντας να τους πείσει να θεωρήσουν «τον Αντίχριστον Χριστόν». [Αρ.].

Όλα αυτά υπενθυμίζουν τους λόγους του Κυρίου «εγερθήσονται ψευδόχριστοι και ψευδοπροφήται και δώσουσι σημεία μεγάλα και τέρατα, ώστε πλανήσαι, ει δυνατόν,και τους εκλεκτούς» (Ματθ. κδ΄ [24] 24, πρβλ. και Β΄ Θεσ. β΄3-9).

Τέτοια ψευτοθαύματα και εντυπωσιακές αγυρτείες εργάζονταν και στις ημέρες του ευαγγελιστού Ιωάννου – οι ειδωλολάτρες ιερείς στα Ασκληπιεία, ο Απολλώνιος ο Τυανεύς, ο Σίμων ο Μάγος– αλλά και στους μετέπειτα χρόνους μέχρι των ημερών μας πολυποίκιλοι μάγοι και γενικώς τα όργανα του διαβόλου. Σκοπός δε όλων αυτών είναι ο εντυπωσιασμός και η δημιουργία οπαδών. Ο Κύριος και οι Μαθητές Του, θαυματουργώντας, απέβλεπαν μόνο στην ψυχική ωφέλεια των ανθρώπων και τη δόξα του ονόματος του Θεού. Ενώ ο Αντίχριστος προσπαθεί να αποκτήσει δόξα μεταξύ των ανθρώπων και να θεμελιώσει την τυραννική εξουσία του.

Στους στίχους 14-15 έχουμε προσπάθεια του ψευδοπροφήτη να αποπλανήσει τους κατοίκους της γης, δηλαδή αυτούς που έχουν φρόνημα «γήινον», αυτούς που η καρδιά τους είναι μόνιμα κολλημένη στη γη [Αρ., Ανδρ. Κ.]. Διότι αυτούς, των οποίων η καρδιά είναι προσκολλημένη στον ουρανό, των οποίων πατρίδα και πολιτεία και τα πολιτικά δικαιώματα είναι στους ουρανούς και με πολύ πόθο περιμένουν τον Σωτήρα μας, τον Κύριον Ιησού Χριστό (βλ. Φιλιπ. γ΄ 20), δεν τους «απατά η αίσθησις» [Ανδρ. Κ.]. Ο ψευδοπροφήτης ζητεί να θεοποιήσει το θηρίο, τον Αντίχριστο, καλώντας «τους κατοικούντας επί της γης» να κατασκευάσουν «εικόνα τω θηρίω». Εδώ έχουμε σαφή υπαινιγμό της Καισαρολατρίας, αλλά και μεταγενέστερων θεομάχων, όπως π.χ του Στάλιν στον 20ο αιώνα. Η θεοποίηση του Αντιχρίστου θα κορυφωθεί στους έσχατους καιρούς.

Αφού στήθηκε η εικόνα, το άγαλμα του θηρίου, επετράπη στον ψευδοπροφήτη να δώσει στο άγαλμα ζωή, «ίνα δήθεν λαλήση η εικών» [Αρ.]. Αυτό βέβαια έγινε με ενέργεια καθαρά διαβολική. Πρόκειται περί πλαστού θαύματος, «περί φενάκης (απάτης), ήτοι περί ανθρώπου κρυπτομένου εντός του αγάλματος και λαλούντος» [ΠΙΜ].

Γράφει ο άγιος Ανδρέας Καισαρείας: Ιστορείται ότι πολλές φορές μίλησαν οι δαίμονες διά μέσου αγαλμάτων και ξοάνων και δένδρων και νερών με ενέργειες του γνωστού στην αρχαιότητα μάγου Απολλωνίου του Τυανέως και άλλων. Νομίζω δε ότι μιλούσαν και διά μέσου νεκρών σωμάτων, όπως έδειξε στους Ρωμαίους και ο Σίμων ο Μάγος, που έκανε νεκρό να κινηθεί μπροστά στον απόστολο Πέτρο. Αν και ο Απόστολος ξεσκέπασε την πλάνη, δείχνοντας πώς ανασταίνονται πραγματικά οι νεκροί με αυτούς που ο ίδιος ανέστησε. Έτσι λοιπόν, σαν τον Σίμωνα, θα κάνει και ο υπασπιστής του Αντιχρίστου, παρουσιάζοντας το άγαλμά του ως ζωντανό. [Τα ίδια περίπου γράφει και ο Αρέθας]. Σημειώνουμε ότι το πλαστό αυτό θαύμα, η φαινομενική αυτή ζωοποίηση είναι γελοία απομίμηση της αληθινής ζωοποιήσεως των δύο προφητών, στους οποίους έδωσε ζωή και δύναμη ο μόνος αληθινός, ο ζων και παντοκράτωρ Θεός [βλέπε Αποκ. ια΄ [11] 7-11].

Όσοι δεν θα πείθονται να προσκυνήσουν την εικόνα του θηρίου, δηλαδή να θεοποιήσουν τον Αντίχριστο, θα δεχθούν πιέσεις και βία, και αν συνεχίσουν να αντιστέκονται θα θανατωθούν! Έτσι άλλοι μεν φιλόζωοι και αδιάφοροι θα υποκύπτουν, άλλοι δε, οι πιστοί Χριστιανοί, θα οδηγούνται σε μαρτυρικό θάνατο! Θα γίνεται όπως γινόταν στα χρόνια της Καισαρολατρίας ή και σ’ αυτόν τον 20ο αιώνα στις χώρες όπου είχε θεοποιηθεί ο Στάλιν. Αυτά υπενθυμίζουν τα όσα έγιναν κατά τη βασιλεία του Ναβουχοδονόσορος με τους τρεις ευσεβείς νέους Ανανία, Μισαήλ και Αζαρία [Σεδράχ, Μισάχ και Αβδεναγώ], τους οποίους ο βασιλιάς της Βαβυλώνος έριξε στην κάμινο του πυρός την καιομένη, επειδή αρνήθηκαν να προσκυνήσουν την εικόνα του [βλ. Δαν. γ΄].

Μετά την άμεση απειλή και την απάτη με το ψευτοθαύμα ο ψευδοπροφήτης χρησιμοποιεί ως μέσο καταναγκασμού των ανθρώπων να προσκυνήσουν τον Αντίχριστο, τον οικονομικό αποκλεισμό. Προς το σκοπό αυτό υποχρεώνει όλους μικρούς, μεγάλους, πλούσιους, φτωχούς, ελεύθερους, δούλους να δεχθούν «χάραγμα», σφραγίδα στο δεξί τους χέρι ή στα μέτωπά τους. Θα ενεργήσει δε έτσι, ασφαλώς με νόμο του κράτους, αφού θα έχει απόλυτη κοσμική εξουσία, ώστε να μην μπορεί κανείς να αγοράσει ή να πωλήσει, εκτός εκείνων που θα έχουν «το χάραγμα», τη σφραγίδα αυτή, η οποία είναι το όνομα του θηρίου ή «ο αριθμός του ονόματος αυτού» (στίχ. 16, 17), δηλαδή το άθροισμα της αριθμητικής αξίας του κάθε γράμματος του ονόματος του.

Όταν ο ευαγγελιστής Ιωάννης έγραφε την Αποκάλυψη «το χάραγμα» ή το σημάδεμα ήταν σε ευρύτατη εφαρμογή. Σημάδευαν με το χάραγμα ή τη σφραγίδα, που την απέθεταν με καμένο σίδερο, με πυρακτωμένο όργανο, στο χέρι ή στο μέτωπο, δούλους, δραπέτες, Ρωμαίους στρατιώτες με το σήμα της μονάδας τους.

Στην προκειμένη περίπτωση το χάραγμα θα είναι «η εγχάραξις του ολεθρίου ονόματος» [Ανδρ.Κ., Αρ.], «του ονόματος του αποστάτου και πλάνου» [Ανδρ. Κ.]. Θα βάλει τη σφραγίδα στο δεξί τους χέρι, για να τους εμποδίζει από του να πράττουν και καλά και αγαθά έργα [Ανδρ.Κ.]. Θα τη βάζει και στα μέτωπά τους, για να φέρει σ’αυτούς που απατά το σκοτείνιασμα όχι μόνο στα μάτια, αλλά και στο νου, στο λογικό και έτσι να τους διδάξει να κινούνται και να ενεργούν με θάρρος μέσα στο σκοτάδι της αμαρτίας, τη θολούρα και την πλάνη. Έτσι δεν θα ζουν πια μέσα στην ευσέβεια, δε θα πορεύονται με σεμνότητα, κοσμιότητα και σωφροσύνη και επομένως θα παύσουν να είναι υιοί φωτός και ημέρας [Αρ., Ανδρ. Κ.].

Όμως όσοι έχουν τα πρόσωπά τους σφραγισμένα με το «θείον φως» δεν θα δεχθούν το χάραγμα [Ανδρ.Κ.,Αρ.]. Συνεπώς αυτοί θα στερηθούν τα αναγκαία για την συντήρησή τους, οπότε σ’αυτούς «βίαιος επαχθή θάνατος» [Ανδρ. Κ.]. Ο ψευδοπροφήτης θα σφραγίζει με το χάραγμα «επί το μέτωπον, ίνα πάντες ώσιν εστεφανωμένοι πύρινον και ου ζωής αλλά θανάτου στέφανον μεθ’εαυτών περιφέροντες», ώστε με τον τρόπο αυτό να κουβαλούνε πάνω τους στεφάνι πύρινον, στεφάνι θανάτου, γράφει ο άγιος μάρτυρας Ιππόλυτος (β΄ αι. αρχές γ΄αι.). Αναφέρει δε και το παράδειγμα του ειδωλολάτρη βασιλιά της Συρίας Αντιόχου Δ΄ του Επιφανούς (επιγόνου του Μ.Αλεξάνδρου), ο οποίος διέταξε τους Ιουδαίους να στήσουν μπροστά στις πόρτες των σπιτιών τους βωμούς και να θυσιάζουν όλοι στους βωμούς αυτούς, στεφανωμένοι δε με κισσούς να κάνουν πομπές στο θεό Διόνυσο. Όσους όμως δεν υποτάσσονταν τους δίκαζαν και τους σκότωναν βασανίζοντάς τους. [10].

[10]. ΙΠΠΟΛΥΤΟΥ, Απόδειξις περί Χριστού και περί Αντιχρίστου, XLIX BEΠΕΣ 6, 214 [15-23].

Παρόμοια θα συμβαίνουν και στις μέρες του Αντιχρίστου. Γράφει πάλι ο άγιος μάρτυρας Ιππόλυτος: Τότε θα είναι θλίψη μεγάλη, τέτοια που δεν έχει γίνει από την αρχή του κόσμου ως τώρα (βλ. Ματθ. κδ΄ [24] 21) και θα αποστέλλονται σε κάθε πόλη και σε κάθε χώρα, για να φονεύσουν τους πιστούς. Και οι μεν Ιουδαίοι για την απώλεια αυτή των πιστών θα ευφραίνονται και οι ειδωλολάτρες θα επιχαίρουν και στο διωγμό αυτό θα βοηθούν οι άπιστοι. Οι δε Χριστιανοί θα πορεύονται από τη δύση στην ανατολή και άλλοι θα διώκονται από την ανατολή στο νότο, άλλοι δε θα κρύβονται στα όρη και στα σπήλαια. Το «βδέλυγμα», το μισητό και βέβηλο σίχαμα, θα τους πολεμεί παντού «και διά θαλάσσης και διά ξηράς», θα τους φονεύει δε σύμφωνα με το διάταγμα και θα τους καταθλίβει με κάθε τρόπο. Επίσης οι Χριστιανοί δεν θα μπορούν μήτε να πωλήσουν κάτι από τα δικά τους μήτε να αγοράσουν από τους ξένους, εκτός κι αν έχουν χαραγμένο το όνομα του θηρίου στο χέρι ή στο μέτωπο. Διότι τότε οι πιστοί θα εκδιωχθούν από κάθε τόπο και θα απομακρυνθούν συρόμενοι έξω από τα σπίτια τους και θα διωχθούν από τις πόλεις και θα διασυρθούν δημόσια και θα τιμωρηθούν με κάθε είδους τιμωρία και θα διωχθούν και θα εξορισθούν από τον κόσμο. [11].

[11]. ΙΠΠΟΛΥΤΟΥ, Εις τον Δανιήλ, Λόγ. Δ΄ Περί οράσεως του προφήτου Δανιήλ, L, ΒΕΠΕΣ 6, 105 [ 24-39]

Σήμερα δεν είναι λίγοι εκείνοι, οι οποίοι επισημαίνουν όχι ανεπιτυχώς και όχι χωρίς βάση, ότι υπάρχουν και στις μέρες μας άνθρωποι που δέχονται με τη θέλησή τους αντίχριστα χαράγματα από προδρόμους του Αντιχρίστου, όπως ο μασονισμός, ο οικουμενισμός και παρόμοιοι διεθνείς οργανισμοί, προκειμένου να μην εξοντωθούν, όπως λέγουν, κοινωνικά ή να μην απομονωθούν και αποκλεισθούν, και χάσουν ευκαιρίες προβολής ή επιβολής. Όπως υπάρχουν και εκείνοι που αντιστέκονται και δεν δέχονται τέτοια χαράγματα. Άλλωστε ο Αντίχριστος δεν έχει ακόμη κάνει ολοφάνερη την παρουσία του.

Σημειώνουμε επίσης και τούτο: Σήμερα είναι έντονες οι διαμαρτυρίες για τις σχεδιαζόμενες ηλεκτρονικές κάρτες με τον δυσώνυμο αριθμό 666, που θα διευκολύνουν, όπως υποστηρίζουν οι εισηγητές τους, τις οικονομικές συναλλαγές. Αυτός όμως ο ισχυρισμός παραπέμπει άμεσα στο λόγο της Αποκαλύψεως «ίνα μη τις δύνηται αγοράσαι ή πωλήσαι» παρά μόνον εκείνος που έχει τη σφραγίδα του θηρίου και το χάραγμά του [στίχ. 17]. Είναι επομένως δικαιολογημένοι οι φόβοι, οι αντιδράσεις και οι διαμαρτυρίες, διότι γίνεται σκόπιμα ευρύτατη, και προκλητική θα έλεγε κανείς, χρήση του 666, ενώ δεν είναι απαραίτητη η χρήση του συγκεκριμένου αριθμού. Από όλη αυτή τη δραστήρια και άνωθεν επιβαλλόμενη νομικώς κίνηση φαίνεται ότι «το μυστήριο ήδη ενεργείται της ανομίας» [Β΄ Θεσ. β΄ 7]. Τώρα είναι σε ενέργεια η δύναμη του κακού και της ανομίας, που σε μεγάλο βαθμό παραμένει κρυμμένη και δεν φανερώθηκε ακόμη ολόκληρο. «Τώρα ενεργεί όσο ποτέ άλλοτε [και] προετοιμάζει την υποδοχή του Αντιχρίστου. Εξοικειώνει την παγκόσμια κοινή γνώμη με το βδελυρό αριθμό σύμβολό του, ώστε όταν έλθη η ώρα να αποτυπωθεί το σύμβολο αυτό [εμφανώς ή αφανώς, κρυπτογραφημένο ή όχι] πάνω σε ανθρώπινα σώματα, οι αντιστάσεις να έχουν αμβλυνθή και εξουδετερωθή!...» [12].

[12]. Βλ. ΙΕΡΟΝ ΚΕΛΛΙΟΝ αγίου ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΜΠΟΥΡΑΖΕΡΗ. Η ευθύνη της επιλογής μας, Αγ. Όρος, εκδ. «Ενωμένη Ρωμηοσύνη», Θεσσαλονίκη 2010, σελ. 165.

Για το «χάραγμα» υπάρχει και η άποψη ότι αυτό δε θα είναι μάλλον κάποιο εξωτερικό (υλικό) χάραγμα. Κατά την άποψη αυτή οι λέξεις «μέτωπο και χέρι» είναι συμβολικές. Το μέτωπο, λέγουν, συμβολίζει τον νου και άρα το «χάραγμα» θα έχει ως αποτέλεσμα τη διαστροφή, τη νόθευση ή την άρνηση της ορθής πίστεως. Και το χέρι συμβολίζει τις πράξεις και άρα το χάραγμα θα έχει ως αποτελέσματα την τέλεση αμαρτωλών πράξεων. Οι υποστηρικτές της απόψεως αυτής φέρουν ως ενίσχυση της θέσεως τους τα χωρία του Δευτερονομίου κεφ. ια΄ [11] 18, και κεφ. 18 [13] 1-6.

Ωστόσο η ερμηνεία των χωρίων αυτών δεν φαίνεται να ευνοεί την άποψή τους.

Το θεόπνευστο βιβλίο της Αποκαλύψεως μας λέγει ότι το «χάραγμα», η σφραγίδα αυτή, είναι «το όνομα του θηρίου ή ο αριθμός του ονόματος αυτού». Στην προκειμένη περίπτωση ο αριθμός του θηρίου, που είναι αριθμός ονόματος ανθρώπου, δηλαδή αριθμός που βγαίνει από το άθροισμα της αριθμητικής αξίας ενός εκάστου γράμματος του ονόματος είναι χξς΄, δηλαδή 666. Και προσθέτει: Εδώ είναι η θεία σοφία η κρυμμένη από τους μακράν του Θεού ανθρώπους. Όποιος έχει νου φωτισμένο ας αριθμήσει τους αριθμούς, που σημαίνει κάθε γράμμα του ονόματος του Αντιχρίστου, και ας αθροίσει τον αριθμό του θηρίου [στίχ. 17-18].

Οι αρχαίοι Έλληνες έγραφαν τους αριθμούς με αραβικά ψηφία. Για την αρίθμηση δεν έγραφαν 1,2,3 κ.λ.π. αλλά χρησιμοποιούσαν τα γράμματα του αλφαβήτου με ένα τόνο επάνω δεξιά. Έτσι, αντί 1 έγραφαν α΄, αντί 3 γ΄, αντί 11 ια΄, αντί 12 ιβ΄, αντί 100 ρ΄, αντί 800 ω΄. Όταν ο τόνος έμπαινε κάτω αριστερά από το γράμμα σήμαινε χιλιάδα. Έτσι ,α = 1000, ,β = 2000 κ.λ.π. Όπως και στο ελληνικό αλφάβητο έτσι και στο εβραϊκό το κάθε γράμμα, εκτός από την άμεσα γραμματική σημασία, είχε και την αντίστοιχη αριθμητική του αξία. Η αριθμητική αξία π.χ του ονόματος Πέτρος μπορούσε να διατυπωθεί ως 755 διότι π΄ =80, ε΄=5, τ΄=300, ρ΄=100, ο΄=70, ς΄ =200, σύνολο 755. Του ονόματος Ελένη μπορούσε να διατυπωθεί αριθμητικά ως 98, διότι ε΄=5, λ΄=30, ε΄=5, ν΄=50, η΄=8, σύνολο 98.

Αλλά είναι εμφανές ότι μόνο ο αριθμός δεν μπορεί να φανερώσει το όνομα, διότι είναι δυνατόν το σύνολο των γραμμάτων και άλλου ή άλλων ονομάτων να είχε τον ίδιο αριθμό. Χρειαζόμαστε επομένως και άλλο στοιχείο, για να αποκρυπτογραφήσουμε το όνομα του θηρίου. Αλλ’ ο ευαγγελιστής Ιωάννης δεν μας δίνει κανένα άλλο στοιχείο εκτός από τον αριθμό. Έτσι η έννοια του αριθμού του θηρίου παραμένει για τον αναγνώστη μυστηριώδης και απόκρυφη και απαιτεί, όπως γράφει ο άγιος απόστολος Ιωάννης, «σοφίαν» και «νουν» για την κατανόηση του μυστηρίου που κρύβει το χξς΄.

Απαιτεί «σοφίαν» όχι κοσμική, ανθρώπινη, αλλά θεία. Απαιτεί «νουν», «νουν Χριστού» [Α΄ Κορ. β΄ 16 ], δηλαδή χάρισμα θείο, πνευματικό, με το οποίο και μόνο θα μπορέσει να γνωρίσει κανείς το όνομα του θηρίου. Για τη σοφία αυτή κάνει λόγο στην Επιστολή του ο αδελφόθεος Ιάκωβος [Ιακ. α΄ 5-6 και γ΄ 15] και ο απόστολος Παύλος την πρώτη προς Κορινθίους Επιστολή του [Α΄ Κορ. β΄ 6-14]. Στα μεγάλα και καίρια ζητήματα της ζωής μας και του αιωνίου μέλλοντός μας έχουμε ανάγκη της θεοειδούς μορφώσεως και της θείας σοφίας.

Στην ερώτηση γιατί η Αποκάλυψις δε αναφέρει καθαρά το όνομα του Αντιχρίστου, η απάντηση είναι ότι «ίσως διά το μη λυσιτελείν τους ακούοντας την εκείνων γνώσιν» [Άνθιμος]. Ίσως διότι δεν ωφελεί η γνώση του όσους την πληροφορούνται. Ή ίσως σιωπά για λόγους συνέσεως, ώστε να μην ξεσηκώσει την οργή των Ρωμαίων διωκτών κατά των Χριστιανών. Κατά τον Αρέθα Καισαρείας, δεν το αναφέρει σαφώς, διότι δεν είναι καν «άξιον της εν βιβλίω γραφής». Το βδελυρό όνομα του Αντίχριστου δεν είναι καν άξιο να γράφεται μέσα στην Αγία Γραφή. Αν έπρεπε να γίνει γνωστό τέτοιο όνομα, παρατηρούν οι Ανδρέας και Αρέθας, ο ευαγγελιστής Ιωάννης που έβλεπε τα οράματα, θα το απεκάλυπτε. Αλλά δεν ευδόκησε «η θεία Χάρις εν θείω βίβλω το του λυμεώνος ταγήναι όνομα», να καταγραφεί σε θείο βιβλίο το όνομα του φθορέως και αφανιστού.

Παρόλα αυτά η ανθρώπινη περιέργεια δεν αναχαιτίστηκε. Έγιναν και γίνονται πολλές προσπάθειες για να εντοπιστεί το διαβόητο όνομα του Αντιχρίστου. Κανένα κείμενο της Αγίας Γραφής δεν προκάλεσε τόσο πολύ την περιέργεια και τη σκέψη των ανθρώπων, όσο ο αριθμός χξς΄. Και τούτο, διότι ο αριθμός αυτός δεν είναι απλός και συνηθισμένος αριθμός στη σειρά των αριθμών, αλλά εκφράζει ή κρύβει κάποιο νόημα, που όχι απλώς μας ενδιαφέρει, αλλά έχει σοβαρότατες συνέπειες στην παρούσα και στη μέλλουσα ζωή μας. Ο αριθμός 666 μόνος του είναι ουδέτερος, λέγει και ό,τι ένας άλλος οποιοσδήποτε αριθμός, π.χ. 555, 482, 338 κ.ά. στη σελίδα ενός βιβλίου ή ως αύξων αριθμός μιας παρτίδας ενός εμπορεύματος ή ενός αυτοκινήτου…όταν όμως αυτός είναι το ψευδώνυμο και το σύμβολο του Αντιχρίστου, τότε μας ενδιαφέρει άμεσα, και μάλιστα όχι μόνο μια ομάδα ανθρώπων, αλλά όλη την ανθρωπότητα. Γι’ αυτό και η αγωνία όλων να μάθουν τι ακριβώς σημαίνει.

Ας δούμε με κάθε συντομία τι απέδωσαν και σε ποιες ερμηνείες κατέληξαν οι μέχρι σήμερα προσπάθειες.

1. Το χξς΄ [ 666] έχει ως ακραία γράμματα το Χ και το ς που είναι σύντμηση του ονόματος Χριστός. Μεταξύ των δύο αυτών γραμμάτων παρεμβάλλεται το γράμμα ξ, ένα γράμμα με μορφή οφιοειδή. Έτσι στο όνομα Χριστός έχουμε κρυμμένο τον όφι, το φίδι. Ώστε, είπαν, στο όνομα Χριστός είναι καμουφλαρισμένος ο «όφις ο αρχαίος», ο Αντίχριστος! Εξωτερικά παρουσιάζεται ως Χριστός, στο βάθος όμως είναι Αντίχριστος! Η ερμηνεία αυτή είναι έξυπνη. Ωστόσο δεν μας λέγει ποιο είναι το όνομα του Αντιχρίστου.

Ο Παν.Ν. Τρεμπέλας παρατηρεί – «αξιόλογος η εκδοχή» κατά την οποία ο αριθμός αυτός, «γραφόμενος εν τω βατικανώ κώδικι διά των τριών μεγάλων γραμμάτων ΧΞS΄ υπενθυμίζει το αρχικόν και τα τελευταία γράμματα της λέξεως Χριστός διαχωριζόμενα, παραποιούμενα, και ούτως ειπείν διαλυόμενα διά της παρεμβολής του οφιοειδούς γράμματος Ξ», το οποίον υπενθυμίζει «τους συγχρόνους τότε Γνωστικούς οφίτας», οι οποίοι λάτρευαν τον όφι.

2. Ορισμένοι φρονούν ότι ο Ιωάννης, ο αρχηγός της θεολογίας, με τον αριθμό 666 παρουσίασε τον άνθρωπο-θηρίο, που πίσω του κρύβεται ο διάβολος, ως τον κατεξοχήν ανάξιο και τιποτένιο άνθρωπο. Το 666 είναι τριπλή επανάληψη του 6. Ο αριθμός αυτός αναφέρεται στον άνθρωπο, που δημιουργήθηκε την έκτη ημέρα ακόμα και στα ανθρώπινα. Επειδή δε το 7 όπως ήδη γράψαμε, είναι το σύμβολο της πληρότητος, το 6 είναι το σύμβολο της ατέλειας, της ελλείψεως. Το 7 αναφέρεται συνήθως στο Θεό, ο Οποίος αφού δημιούργησε τον κόσμο σε έξι μέρες, την έβδομη ημέρα «κατέπαυσεν από πάντων των έργων αυτού, ων ήρξατο ποιήσαι» και μάλιστα «ηυλόγησε την ημέραν την εβδόμην και ηγίασεν αυτήν» [Γεν. β΄ 3]. Έστι η έβδομη μέρα, και κατά συνέπεια ο αριθμός 7 είναι σύμβολο τελειότητος και αναφέρεται σε κάτι το ιερό και το άγιο. Επομένως το θηρίο – άνθρωπος και πίσω του ο σατανάς που καταβάλλει εναγώνιες προσπάθειες επαναλαμβάνοντας το 6 δύο ή τρεις φορές, κάνοντάς το 66 ή 666, είναι ουσιαστικά ο άνθρωπος τρεις φορές τίποτε! Αλλά και τέσσερις ή πέντε ή έξι ή επτά φορές επαναλαμβάνοντας το 6, κάνοντάς το δηλαδή 6.666 ή 66.666 ή 6.666.666 ή πολλαπλασιάζοντάς το επ’ άπειρον και πάλι θεοί δεν πρόκειται να γίνουν ποτέ οι άνθρωποι! Ωστόσο και η ερμηνεία αυτή είναι μεν ευφυής, δεν μας βοηθεί όμως στην αποκρυπτογράφηση του ονόματος του Αντιχρίστου.

3. Για το 666 και τον υπονοούμενο άνθρωπο, άξιες προσοχής ερμηνείες εκ μέρους εκείνων που εφαρμόζουν το ελληνικό αλφάβητο είναι το όνομα Ευάνθας, ή Τειτάν (με αυτό εννοούν τον Απόλλωνα) ή Λατείνος [13]. Το Λατείνος [και όχι Λατίνος] διότι λ = 30, α = 1, τ = 300, ε = 5, ι = 10, ν = 50, ο = 70, σ΄ =200, Σύνολο 666. Για την ερμηνεία αυτή ο Ιππόλυτος ακολουθεί το διδάσκαλό του άγιο Ειρηναίο, επίσκοπο Λυώνος. Το «Λατείνος» θεωρείται συμβολικό όνομα του Αντιχρίστου, της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Δεν έχουμε βέβαια όνομα συγκεκριμένου ανθρώπου, μόνο σύμβολο και τύπο του Αντιχρίστου και ειδικότερα της Χριστιανομάχου Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, που είχε κηρύξει σφοδρούς διωγμούς κατά των Χριστιανών και είχε θεοποιήσει τον αυτοκράτορα – το θηρίο.

Δεν είναι δε λίγοι εκείνοι που προσθέτουν στην ερμηνεία αυτή ότι ο «Λατείνος» με το νεότερο πρόσωπο του Παπισμού διώκει τους Ορθοδόξους, οι οποίοι μένουν αμετακίνητοι στην «άπαξ παραδοθείσαν [Ορθόδοξη] πίστιν» [Ιούδα 3], στα δόγματα της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, των αγίων επτά Οικουμενικών Συνόδων και τη διδασκαλία των Πατέρων.

[13]. ΙΠΠΟΛΥΤΟΥ, Απόδειξις περί Χριστού και περί Αντιχρίστου, κεφ. 1 ΒΕΠΕΣ 6, 214 [35] – 215 [3]. ΕΙΡΗΝΑΙΟΥ, Έλεγχος και Ανατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως [ ή Κατά αιρέσεων], βιβλ. V, κεφ. 30, 1 PG 7, 1203 – 1205.

Όσοι εφαρμόζουν το εβραϊκό αλφάβητο, και αυτοί είναι οι περισσότεροι, χρησιμοποιώντας τα εβραϊκά σύμφωνα της λέξεως Nero Caesar, με την αντίστοιχη παραδοσιακή αρίθμηση, μετρούν N = 50, R = 200, W = 6, N = 50, Q = 100, S = 60, R = 200, Σύνολο 666 [WGH κα ΠΙΜ].

Όσοι πάλι εφαρμόζουν το λατινικό αλφάβητο θεωρούν ότι το 666 αποδίδει το όνομα «Διοκλητιανός» ή «Τίτος» [ΠΙΜ]. Κατ’ άλλους, οι οποίοι δέχονται τη λανθασμένη γραφή 616 [αντί 666], που υπάρχει σε χειρόγραφα των χρόνων του Ειρηναίου [14], και η οποία γραφή «φαίνεται ως προϊόν μάλλον ερμηνευτικής αμηχανίας και αποδίδει το όνομα Γάιος Καίσαρ», θεωρείται ότι υπό το όνομα αυτό νοείται ο αυτοκράτωρ Καλιγούλας [ΠΙΜ].

[14]. Βλ. ΕΙΡΗΝΑΙΟΥ, ο. π., PG 7, 1203 – 1205

4. Ο Ιππόλυτος, επίσκοπος Ρώμης, γράφει – «Η μιαρή σφραγίδα του Αντιχρίστου στο μέτωπο και στο δεξί χέρι των ανθρώπων θα είναι το 666. Δεν γνωρίζω «ακριβώς» τη σημασία του, αφού πολλά ονόματα μπορούν να βρεθούν πίσω από τον αριθμό αυτό, «αλλά λέγομεν ίσως γράφειν την αυτήν σφραγίδα ΑΡΝΟΥΜΕ»» (με Ε και όχι ΑΙ, διότι δεν ετηρείτο πάντοτε η γραμματική ορθογραφία στον αριθμητικό υπολογισμό των λέξεων). Κατά συνέπεια Α = 1, Ρ = 100, Ν = 50, Ο = 70, Υ = 400, Μ = 40, Ε = 5, Σύνολο 666. «Λέγομεν ίσως», δηλαδή «το υποθέτουμε αυτό», συνεχίζει, «επειδή και προηγουμένως (στους διωγμούς) «ο αντίδικος εχθρός, διά των υπηρετών αυτού, ήγουν των ειδωλολατρών» απηύθυνε στους Χριστιανούς μάρτυρες την προτροπή, «άρνησαι τον θεόν σου τον εσταυρωμένον». Τέτοιο πράγμα θα είναι και η σφραγίδα του μισόκαλου. Θα σημαίνει «ΑΡΝΟΥΜΑΙ τον ποιητήν ουρανού τε και γης, αρνούμαι το βάπτισμα, αρνούμαι την λατρείαν μου» και γίνομαι οπαδός σου «και σε πιστεύω»» [15].

[15]. ΙΠΠΟΛΥΤΟΥ, Λόγ. Περί της συντελείας του κόσμου και περί του Αντιχρίστου και εις την Β΄ Παρουσίαν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, κεφ. XXVIII και XXIX ΒΕΠΕΣ 6, 287 [ 18-27].

5. Μεταγενέστεροι εκκλησιαστικοί συγγραφείς απέδωσαν τον αριθμό 666 στις φράσεις «ΟΔΗΓΟΣ ΚΑΚΟΣ», «ΠΑΛΑΙ ΒΑΣΚΑΝΟΣ», «ΑΜΝΟΣ ΑΔΙΚΟΣ» κ,α. και στο λατινικό όνομα ΒΕΝΕΔΙΚΤΟΣ [benedictus]. Το ΒΕΝΕΔΙΚΤΟΣ, του οποίου τα γράμματα δίνουν τον αριθμό 666, σημαίνει «ευλογημένος». Συνεπώς, παρατηρούν, ο Αντίχριστος ενώ είναι καταραμένος, θα παρουσιαστεί ως ευλογημένος, μιμούμενος τον Χριστό, με σκοπό να εξαπατήσει τους Χριστιανούς.

Εξαφορμής της ανωτέρω ερμηνείας του «Βενεδίκτου» και διότι ο ευαγγελιστής Ιωάννης αναφέρεται σε πρόσωπο των εσχάτων χρόνων κατεξοχήν εχθρικό προς την Εκκλησία του Χριστού, υπέδειξαν ως Αντίχριστο τον πάπα Βενέδικτο Η΄ (1012 – 1024). Ο πάπας αυτός ήταν ο πρώτος που επανέφερε τη δεινή αίρεση του Filioque, δηλαδή την αιρετική προσθήκη «και εκ του Υιού», στο Σύμβολο της Πίστεως, την οποία προσθήκη είχε αποδοκιμάσει ο Λέων Γ΄ [ + 816]. Ο Βενέδικτος Η΄ όχι μόνο επανέφερε την αιρετική αυτή προσθήκη, αλλά και την υποστήριξε επίσημα με όλη τη δύναμη του και την επέβαλε.

Ο Λούθηρος και άλλοι Προτεστάντες υποστήριξαν σταθερά ότι ο Αντίχριστος είναι ο Πάπας, αποδίδοντας το όνομα του Αντιχρίστου με το όνομα «Παπίσκος» (παρόλο ότι τα γράμματα της λέξεως αυτής δίνουν άθροισμα 661). Και τούτο, διότι έκριναν ότι το 666 «εκφράζει τον αριθμό των πλανών και των αιρέσεων που περιέχονται στον παπισμό ή κατ’άλλους, τον αριθμό των ετών από την άνοδο μέχρι την πτώση του» [Η].

Από το άλλο μέρος οι Παπικοί, ανταποδίδοντας τα ίσα στους Προτεστάντες… απέδειξαν ως Αντίχριστο τον Λούθηρο ή τον John Knox, αρχηγό των Σκώτων πρεσβυτεριανών.

6. Τον περασμένο αιώνα [20ο], κατά τον οποίο παρουσιάστηκαν πολλά θηρία – Αντίχριστοι (Χίτλερ, Στάλιν και συνεργάτες τους) έκανε εντύπωση η ταύτιση του Χίτλερ με τον Αντίχριστο. Έτσι, ο Dr. Kepler, βάσει της λατινικής γραφής του ονόματος HITLER και υπολογίζοντας το Α ως 100, το Β ως 101, το C ως 102, το D ως 103, το Ε ως 104, το F ως 105 κ.ο.κ. ταύτισε το 666 με τον HITLER [H = 107, I = 108, T= 119, L =111, E = 104, R = 117, Σύνολο 666] [WGH]. Η ερμηνεία αυτή είχε εντυπωσιάσει τότε, δεδομένης της αντιχριστιανικής μανίας του ναζισμού.

7. Τέλος αναφέρουμε ότι στην προσπάθεια ανευρέσεως του Αντιχρίστου, η προσοχή κάποιων επικεντρώθηκε και στα πρόσωπα του Μωάμεθ, του Μ. Ναπολέοντος, του Κάιζερ Γουλιέλμου Β΄ και του Λένιν. Ο άγιος Νεόφυτος ο Έγκλειστος έγραψε ότι το θηρίο που έβγαινε από τη γη είναι ο Μωάμεθ, «ο των διαβόλου και του αντιχρίστου απόστολος και προφήτης, ο διδάξας τους υιούς Άγαρ όσα μισεί ο Θεός και φιλεί (αγαπά) ο Σατανάς».

Από τα ανωτέρω γίνεται αντιληπτό ότι όλες αυτές οι προσπάθειες και αρκετές άλλες για την εύρεση του ονόματος του Αντιχρίστου υπήρξαν ουσιαστικά μάταιες. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο προφήτης Ιωάννης παίζει ή αερολογεί, όπως θέλουν να κάποιοι ορθολογιστές, αλλά έχει στο νου του «ωρισμένον πρόσωπον, του οποίου την απομάντευσιν θεωρεί ως δυνατήν εις τους πιστούς, τουλάχιστον τους πνευματοφόρους εξ αυτών» [ΠΙΜ].

Επομένως οι Χριστιανοί δεν πρέπει να επηρεαζόμαστε και να παρασυρόμαστε από τα κατά καιρούς γραφόμενα γύρω από το όνομα του Αντιχρίστου. Έστω και αν αυτοί που τα γράφουν ή τα διακηρύσσουν είναι δήθεν μεγάλα ονόματα, σοφοί κατά κόσμο… ο ευαγγελιστής Ιωάννης για τις περιπτώσεις αυτές μας συμβουλεύει – μη δίνετε εμπιστοσύνη στον καθένα που σας λέγει ότι εμπνέεται από το Πνεύμα του Θεού και ότι έχει πνευματικό χάρισμα. Αλλά να εξετάζετε και να διακρίνετε τους ανθρώπους που παρουσιάζονται ότι εμπνέονται από το Πνεύμα, αν πράγματι αυτοί προέρχονται από το Θεό. Διότι πολλοί ψευδοπροφήτες βγήκαν στον κόσμο [βλ. Α΄ Ιω. δ΄ 1].

Εφόσον η αρχαιότατη Εκκλησία από την οποία δεν έλειπαν ούτε οι Προφήτες ούτε άλλοι Χριστιανοί με πλούσια πνευματικά χαρίσματα δεν μας διασώζει κάποια ακριβή παράδοση περί του προσώπου του Αντιχρίστου, τουλάχιστον ο Ειρηναίος που είχε ασχοληθεί με το ζήτημα τούτο [16], «νομίζομεν ότι το εν λόγω πρόσωπον θα είναι ο «Αντίχριστος» (Β΄ Ιω. 7), «ο άνθρωπος της ανομίας» [Β΄ Θεσ . β΄ 3], «ο άνομος» [Β΄Θεσ. β΄8], η ανεύρεσις του οποίου, επί τη βάσει του παρόντος ελληνικού αριθμού [666], επαφίεται εις τους πιστούς της εποχής», κατά την οποία «μέλλει ούτος να εμφανισθή προσωπικώς» [ΠΙΜ].

[16]. Βλ. ΕΙΡΗΝΑΙΟΥ, Έλεγχος και Ανατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως [ ή Κατά αιρέσεων], κεφ. XXIX, PG 7, 1202C – Όλη η εικόνα του Ναβουχοδονόσορος «προτύπωσις ην της του αντιχρίστου παρουσίας».

Γι’αυτό ο άγιος Ειρηναίος μας συμβουλεύει: Είναι «ασφαλέστερον και ακινδυνότερον» να περιμένουμε «την έκβασιν της προφητείας» από του να στοχαζόμαστε κάνοντας υποθέσεις και να προμαντεύουμε σχετικά με το όνομα, τυχόντα ονόματα. Εμείς λοιπόν, συνεχίζει, δεν ριψοκινδυνεύουμε για το όνομα του Αντιχρίστου αποφαινόμενοι με βεβαιότητα. Διότι, αν έπρεπε στον τωρινό καιρό να κηρυχθεί φανερά το όνομα του, θα ανακοινωνόταν από εκείνον που είδε και τα οράματα της Αποκαλύψεως. Διότι την Αποκάλυψη δεν την είδε «προ πολλού χρόνου, αλλά σχεδόν επί της ημετέρας γενεάς» προς το τέλος της βασιλείας του Δομετιανού [17]. Άλλωστε ο ίδιος εκκλησιαστικός Πατέρας γράφει: Κάθε προφητεία πριν από την έκβαση της είναι αίνιγμα και προκαλεί αντιλογία μεταξύ των ανθρώπων. Όταν όμως έρθει ο καιρός και πραγματοποιηθεί αυτό που έχει προφητευθεί, τότε θα δοθεί η ακριβέστατη εξήγησή της [18]. Οι γνώμες του αγίου Ειρηναίου έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα. Διότι αυτός εγνώρισε ως νέος τον γέροντα επίσκοπο Πολύκαρπο Σμύρνης, ο οποίος είχε γνωρίσει προσωπικά τον ευαγγελιστή Ιωάννη, συγγραφέα της Αποκαλύψεως.

[17]. ΕΙΡΗΝΑΙΟΥ, ο.π., PG 7, 1205 BC – 1207 AB.

[18]. ΕΙΡΗΝΑΙΟΥ, ο.π., PG 7, 1052C- 1053A.

Ο άγιος Ανδρέας Καισαρείας γράφει: Την μεν ακριβή έννοια του αθροίσματος που συνιστά τον αριθμό [666] «και τα λοιπά περί αυτού γεγραμμένα» θα τα αποκαλύψει ο χρόνος και η πείρα σ’ αυτούς που θα είναι άγρυπνοι, προσεκτικοί. Διότι, αν έπρεπε, όπως λένε κάποιοι διδάσκαλοι της Εκκλησίας, να γίνει φανερό καθαρά το όνομα αυτό [του Αντιχρίστου], θα το φανέρωνε αυτός που το είδε. Όμως η θεία χάρις δεν θέλησε να καταχωρηθεί το όνομα του φθορέα και αφανιστή (δηλαδή του Αντιχρίστου) στην Αγία Γραφή. Μπορεί κανείς, έτσι για λόγους ασκήσεως, να βρει, όπως λένε ο μακάριος Ιππόλυτος και άλλοι, ονόματα που περιέχουν «τον αριθμό τούτον». Ονόματα «προσηγορικά και κύρια».

Τέλος, ο ιερομάρτυς Ιππόλυτος (β΄ αι.) διδάσκει: «Αυτά που έχουν σχέση με τον Αντίχριστο τα μεταδίδουμε με φόβο Θεού παρακινούμενοι από την «υπερβάλλουσαν (του) Χριστού αγάπην». Διότι αν οι προγενέστεροι μας μακάριοι άνδρες που αξιώθηκαν προφητικού χαρίσματος και εγνώρισαν αυτά δεν θέλησαν να κηρύξουν ανοιχτά για να μην προξενήσουν ταραχή στις ψυχές των ανθρώπων αλλά τα διηγήθηκαν «μυστικώς διά παραβολών και αινιγμάτων», λέγοντες «ώδε ο νους ο έχων σοφίαν», πόσο μάλλον εμείς θα κινδυνεύσουμε αν τολμήσουμε να φανερώσουμε πλήρως, όσα εκείνοι είπαν με τρόπο απόκρυφο;». Και λίγο παρακάτω προσθέτει: για το όνομα του θηρίου δεν μπορούμε εμείς να μιλήσουμε με ακρίβεια, όσο το κατενόησε και διδάχτηκε γι’ αυτό ο μακάριος Ιωάννης, παρά μόνο να το υποθέσουμε. Όταν θα εμφανιστεί ο καιρός θα δείξει «το ζητούμενον» [ 19].

[ 19]. ΙΠΠΟΛΥΤΟΥ, Περί Χριστού και περί του Αντιχρίστου, XXIX και XLIX ΒΕΠΕΣ 6, 206 [ 23-29] και 214 [ 34-35].

Είναι άξια και η παρατήρηση που λέγει ότι στα κεφάλαια της Αποκαλύψεως 12 και 13 έχουμε «σατανική τριάδα» κατ’ απομίμηση της Αγίας Τριάδος. Έχουμε α] τον δράκοντα-διάβολο, β] το θηρίο–Αντίχριστο , που ανεβαίνει από τη θάλασσα και γ] το θηρίο–ψευδοπροφήτη, «υπασπιστή» του Αντιχρίστου, που ανεβαίνει από τη γη!

Σήμερα ορισμένοι θεωρούν ή βλέπουν στην εισαγωγή του 666 στη ζωή μας με διάφορες μορφές και υπό διάφορα προσχήματα, ΕΚΑΜ, ΑΜΚΑ, πιστωτικές κάρτες κ.α΄. Ενώ παράλληλα παρατηρείται μία σύγχυση, αδιαφορία, χαύνωση, έλλειψη πνευματικότητος και ένας αόρατος φόβος. Για όλα αυτά αναφερθήκαμε ήδη πιο πάνω. Όμως είναι πολύ καλύτερα να ζητούμε σοφία και σύνεση από τον Τριαδικό Θεό και «νουν Χριστού» [Α΄ Κορ. β΄16], ώστε να αναστρεφόμαστε και να συμπεριφερόμαστε στην κάθε περίπτωση έτσι, ώστε να δοξάζεται ο Θεός. Παράλληλα να μελετούμε την Αγία Γραφή, να ζούμε εν προσευχή και να συμμετέχουμε συνειδητά και τακτικά στα Ιερά Μυστήρια της Εκκλησίας μας, στηρίζοντας τους αδελφούς μας και παρηγορώντας τους με το λόγο και το χριστιανικό παράδειγμα μας [πρβλ. Λουκ. κβ΄ [22]32]. Διότι δεν μπορούμε να ζούμε με χλιαρότητα, πολύ περισσότερο μέσα στην αμαρτία, ακολουθώντας το δρόμο του σατανά, τον οποίο αποκηρύξαμε και απαρνηθήκαμε επίσημα κατά την ώρα του αγίου Βαπτίσματος μας. Ας μη λησμονούμε δε ότι δεν υπάρχει καμία συμφωνία μεταξύ του Χριστού και του σατανά [βλ. Β΄Κορ. στ΄ 14-18]. Οι δε τυχόν ωφέλειες από την εκούσια αποδοχή του χαράγματος – οικονομικές, θέσεις, αξιώματα κ.τ.ο΄ - θα αποβούν προς αιώνια ζημία της ψυχής μας διότι θα προκαλέσουν τη δίκαιη οργή του Τρισαγίου Θεού [ βλ. Αποκ. ιστ΄ [16] 2].

Οι Χριστιανοί έχοντας απόλυτη βεβαιότητα ότι η δική μας πατρίδα και πολιτεία και τα δικά μας πολιτικά δικαιώματα είναι στους ουρανούς από τους οποίους με πολύ πόθο περιμένουμε και τον Σωτήρα μας, τον Κύριο Ιησού Χριστό [Φιλιπ. γ΄ 20], και ακόμη ότι, εάν ο Θεός είναι μαζί μας, κανείς δεν μπορεί να είναι εναντίον μας, ας πορευόμαστε με ελπίδα, ειρήνη και χαρά εν Χριστώ. Ο ερμηνευτής των άνω μυστηρίων του Θεού, μας έχει βεβαιώσει: Αυτή είναι η νίκη, που νίκησε οριστικά τον κόσμο, η πίστη μας (Α΄ Ιω. ε΄ 4), η οποία είναι φως που διαλύει την πλάνη, η οποία υπάρχει στον κόσμο. Και ταυτόχρονα δύναμη νέας πνευματικής και αγίας ζωής αντίθετης προς την φαυλότητα του κόσμου που καλλιεργεί ο Αντίχριστος και τα όργανά του. 


(Πηγή: Η Αποκάλυψις του Ιωάννου, Νικολάου Βασιλειάδη, εκδόσεις «ο Σωτήρ» σελ. 420-437, οι υπογραμμίσεις δικές μας)
Συντομογραφίες
Ανδρ.Κ = Ανδρέου Καισαρείας,Ερμηνεία εις την Αποκάλυψιν
Άνθιμος = Ανθίμου Πατριάρχου Ιεροσολύμων,Ερμηνεία εις την Ιεράν Αποκάλυψιν
Αρ. = Αρέθα Καισαρείας, Εις την Ιωάννου… Αποκάλυψιν
ΓΒΜ = Γεωργίου Β. Μαυρομάτη,Η Αποκάλυψη του Ιωάννου
ΕΒ = Ιερομ. Ευσεβίου Βίττη, Ομιλίες στην Αποκάλυψη
Η = Matthew Henry’ s Commentary on the whole Bible
ΙΓ = Αρχιμ. Ιηήλ Γιαννακοπούλου,Ερμηνεία της Αποκαλύψεως
Οικ. = Οικουμενίου Ερμηνεία της Αποκαλύψεως
ΠΙΜ = Παναγι. Ι. Μπρατσιώτου, Η Αποκάλυψις του Ιωάννου
WGH = William G. Heidt,The book of the Apocalypse