Τετάρτη 19 Ιουνίου 2013

Ο Χριστιανισμός είναι θεραπευτική επιστήμη

Ο Χριστιανισμός είναι θεραπευτική επιστήμη
Μέρος 3ο: Τι είναι η θεραπεία
Η θεραπεία του ανθρώπου είναι στην πραγματικότητα η κάθαρση του νου, της καρδιάς, του κατ’ εικόνα, η επαναφορά του νου στο αρχέγονο και πρωτόκτιστο κάλλος και κάτι περισσότερο, η κοινωνία του με τον Θεό. Όταν γίνεται ναός του Παναγίου Πνεύματος, τότε λέμε ότι επετεύχθη η θεραπεία. Οι θεραπευμένοι είναι οι άγιοι του Θεού. Το κείμενο έχει ληφθεί  από το βιβλίο "Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία" του Σεβ. Ι. Βλάχου. Κεφάλαιο Α' σελ 21-39

Τι είναι η θεραπεία

Αφού μιλήσαμε για το ότι ο Χριστιανισμός και η θεολογία είναι κυρίως και προ παντός θεραπευτική επιστήμη πρέπει τώρα να διαγράψουμε εν ολίγοις το τι είναι η θεραπεία. Από τι μας θεραπεύει η ορθοδοξία με την θεολογία της και την λατρεία της. Αυτό είναι απαραίτητο να διευκρινισθή στα επόμενα.
Θεραπείας της ψυχής σημαίνει πρωτίστως θεραπεία και ελευθέρωση του νοός. Η φύση του ανθρώπου «νενόσηκεν» με την πτώση του από τον Θεό. Αυτή η νόσος είναι κυρίως αιχμαλωσία και πτώση του νοός. Το προπατορικό αμάρτημα είναι η απομάκρυνση του ανθρώπου από τον Θεό, η απώλεια της θείας Χάριτος, με συνέπεια την σκότωση, την ζόφωση και τον θάνατο του νοός. Ακριβέστερα μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι «η πτώση του ανθρώπου ή η κατάσταση της κληρονομηθείσης αμαρτίας είναι: α) η αποτυχία της νοεράς δυνάμεως να λειτουργή σωστά ή έστω να λειτουργή β) η σύγχυσή της με τις λειτουργίες του εγκεφάλου και του σώματος γενικότερα και γ) η κατά συνέπεια υποδούλωσή της στο άγχος και τις συνθήκες του περιβάλλοντος. Κάθε άνθρωπος αποκτά εμπειρία της πτώσεως της δικής του νοεράς δυνάμεως σε ποικίλους βαθμούς, καθώς εκτίθεται  σε περιβάλλοντα, όπου δεν λειτουργεί ή υπολειτουργεί η νοερά δύναμις... Αποτέλεσμα κακής λειτουργίας της νοεράς δυνάμεως είναι οι κακές σχέσεις ανθρώπου και Θεού και των ανθρώπων μεταξύ τους  και η χρησιμοποίηση τόσον του Θεού, όσον και του πεπτωκότος ανθρώπου προς κατοχύρωση της ατομικής ασφαλείας και ευτυχίας»[24].
Αυτή η απώλεια της Χάριτος του Θεού νέκρωσε τον νου του ανθρώπου, όλη η φύση αρρώστησε και μετέδωσε αυτήν την αρρώστεια και στους απογόνους. Έτσι στην ορθόδοξη διδασκαλία καταλαβαίνουμε την κληρονομία της αμαρτίας. Οι Πατέρες το χωρίο του Αποστόλου Παύλου «ώσπερ δια της παρακοής του ενός ανθρώπου αμαρτωλοί κατεστάθημεν οι πολλοί» (Ρωμ. ε’, 19) το ερμηνεύουν όχι νομικά, αλλά... ιατρικά. Δηλαδή αρρώστησε η ανθρώπινη φύση. Ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας ερμηνεύει: «Επειδή πέπτωκεν (ο Αδάμ) υφ’ αμαρτίαν και κατώλισθεν εις φθοράν, εντεύθεν εισέδραμον την της σαρκός φύσιν ηδοναί τε και ακαθαρσίαι, ανέφυ δε και ο εν τοις μέλεσιν ημών αγριαίνων νόμος. Νενόσηκεν ουν η φύσις την αμαρτίαν δια της παρακοής του ενός, τουτέστιν Αδάμ. Ούτως αμαρτωλοί κατεστάθησαν οι πολλοί, ουχ ως τω Αδάμ συμπαραβεβηκότες, ου γαρ ήσαν πώποτε, αλλ’ ως της εκείνου φύσεως όντες της υπό νόμον πεσούσης τον της αμαρτίας... ηρρώστησεν η ανθρωπίνη φύσις εν Αδάμ δια της παρακοής την φθοράν, εισέδυ δε ούτως αυτήν τα πάθη»[25]. Σε άλλο σημείο ο ίδιος άγιος Πατήρ χρησιμοποιεί την εικόνα της ρίζης. Ήλθε ο θάνατος σε όλο το ανθρώπινο γένος από τον Αδάμ «ώσπερ φυτού παθόντος βλάβος εις ρίζαν, πάσά πως ανάγκη τους εξ αυτού γεγονότας μαραίνεσθαι κλώνας»[26].
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς λέγει χαρακτηριστικά ότι «νους αποστάς του Θεού ή κτηνώδης γίνεται ή δαιμονιώδης και των όρων αποστατήσας της φύσεως επιθυμεί των αλλοτρίων...»[27].
Με την «τελετήν της θεογενεσίας», το άγιο Βάπτισμα, ο νους του ανθρώπου φωτίζεται, ελευθερώνεται από την δουλεία της αμαρτίας και του διαβόλου και ενώνεται με τον Θεό. Γι’ αυτό και το Βάπτισμα λέγεται φώτισμα. Αλλά έκτοτε, λόγω της αμαρτίας, συμβαίνει πάλι ο σκοτασμός και η νέκρωση του νοός. Στα πατερικά έργα φαίνεται καθαρά ότι κάθε αμαρτία και κάθε πάθος νεκρώνει τον νου του ανθρώπου.
Ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης γράφει ότι οι πονηροί δαίμονες επιδιώκουν και αγωνίζονται «σκοτούν το νοερόν ημών». Ιδιαιτέρως ο δαίμονας της πορνείας «τον ηγεμόνα νουν σκοτίσας» ωθεί τους ανθρώπους να κάνουν εκείνα που «οι εξεστηκότες μόνοι εργάζονται»[28].
Βέβαια σε άλλο κεφάλαιο θα τονισθή τι είναι ο νους του ανθρώπου. Αλλά εδώ επιμένουμε κυρίως στο θέμα του σκοτασμού. Ο άγιος Μάξιμος διδάσκει ότι «ώσπερ το σώμα έχει κόσμον τα πράγματα, ούτω και ο νους έχει κόσμον τα νοήματα». Και όπως το σώμα πορνεύει με το σώμα της γυναικός «ούτω και ο νους πορνεύει μετά του νοήματος της γυναικός, δια της φαντασίας του ιδίου σώματος»[29]. Αυτή είναι η ζόφωση και η πτώση του νοός.
Και σε άλλη συνάφεια ο ίδιος άγιος Πατήρ διδάσκει ότι, όπως το σώμα αμαρτάνει δια των πραγμάτων και προς παιδαγωγίαν έχει τις σωματικές αρετές, «ούτω και ο νους δια των εμπαθών νοημάτων αμαρτάνει και έχει ωσαύτως προς παιδαγωγίαν τας ψυχικάς αρετάς»[30]. Αυτή η αλήθεια φανερώνει ότι η πτώση του νοός δημιουργεί σύγχυση σε όλο τον πνευματικό οργανισμό, δημιουργεί το άγχος και την ταραχή, και γενικά κάνει τον άνθρωπο να βιώνη την πτώση σε όλη την τραγικότητά της. Έτσι πολλά προβλήματα που μας μαστίζουν προέρχονται από αυτήν την εσωτερικήν ασθένεια. Γι’ αυτό και οι ψυχοθεραπευτές δεν μπορούν να βοηθήσουν πολύ, αφού μόνον ο Χριστός είναι εκείνος που μπορεί να αναστήση τον νεκρωθέντα από τα πάθη νου.
Προσπαθώντας ακόμη ο άγιος Μάξιμος να καθορίση εναργέστερα τι είναι ακαθαρσία και επομένως πτώση του νου γράφει ότι την ακαθαρσία του νου δηλώνουν τέσσερα πράγματα. Πρώτον «το γνώσιν έχειν ψευδή», δεύτερον «το αγνοείν τι των καθόλου», τρίτον «το εμπαθείς έχειν λογισμούς» και τέταρτον «το συγκατατίθεσθαι τη αμαρτία»[31].
Απαιτείται λοιπόν η θεραπεία του νοός την οποία οι Πατέρες καλούν ζωοποίηση ή κάθαρση του νοός.
Περί της καθάρσεως του νοός και της καρδίας γίνεται πολύς λόγος στην διδασκαλία του Κυρίου και των αγίων Αποστόλων. Ο Κύριος, αναφερόμενος στους Φαρισαίους της εποχής του που επεμελούντο της εξωτερικής καθαρότητος και εγκατέλειπαν την εσωτερική καθαρότητα, λέγει: «Φαρισαίε τυφλέ, καθάρισον πρώτον το εντός του ποτηρίου και της παροψίδος, ίνα γένηται και το εκτός αυτών καθαρόν» (Ματθ. κγ’, 26). Ο Απόστολος Πέτρος στην αποστολική Σύνοδο στα Ιεροσόλυμα, αντιμετωπίζοντας το πρόβλημα των εξ εθνών Χριστιανών, αν έπρεπε προηγουμένως να περιτέμνωνται και να τηρούν τον νόμο της Παλαιάς Διαθήκης, είπε: «και ο καρδιογνώστης Θεός εμαρτύρησεν αυτοίς δους αυτοίς το Πνεύμα το Άγιον καθώς και ημίν, και ουδέν διέκρινε μεταξύ ημών τε και αυτών, τη πίστει καθαρίσας τας καρδίας αυτών» (Πράξ. ιε’, 8-9). Ο Απόστολος Παύλος στους Χριστιανούς της Κορίνθου συνιστά: «καθαρίσωμεν εαυτούς από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος, επιτελούντες αγιωσύνην εν φόβω Θεού» (Β’ Κορ. ζ’, 1). Το Αίμα του Χριστού «καθαριεί την συνείδησιν υμών από νεκρών έργων...» (Εβρ. θ’, 14). Επίσης ο ίδιος Απόστολος, γράφοντας στον μαθητή του Τιμόθεο, διαβεβαιώνει ότι έχουμε το μυστήριο της πίστεως «εν καθαρά συνειδήσει» (Α’ Τιμ. γ’, 9). Και ο Απόστολος Πέτρος γνωρίζει καλά ότι η αγάπη προς αλλήλους είναι καρπός της καθαρής καρδιάς, γι’ αυτό συνιστά: «εκ καθαράς καρδίας αλλήλους αγαπήσατε» (Α’ Πέτρ. α’, 22).
Επομένως είναι απαραίτητη η κάθαρση του νοός και της καρδίας. Γράφουμε νοός και καρδιάς, αν και γνωρίζουμε ότι αυτά τα δυο στην πατερική θεολογία συνδέονται. Αλλά περί αυτού θα επανέλθουμε σε άλλο κεφάλαιο.
Ο άγιος Μάξιμος χωρίζει τα στάδια της πνευματικής ζωής σε τρία. Είναι η πρακτική φιλοσοφία, η φυσική θεωρία και η μυστική θεολογία. Σύμφωνα με μελετητή του αγίου «η ασκητική του αγίου Μαξίμου, ήτοι η διδασκαλία περί προσωπικής προσοικειώσεως της  σωτηρίας, χωρίζεται σε τρία βασικά μέρη: Ι) Την «πρακτικήν φιλοσοφίαν» ή πράξιν ΙΙ) την «φυσικήν θεωρίαν» ή απλώς θεωρίαν και ΙΙΙ) την «μυστικήν θεολογίαν» ή απλώς θεολογίαν. Η πρώτη καθαίρει τον άνθρωπον εκ των παθών και κοσμεί αυτόν δια των αρετών, η Δευτέρα φωτίζει τον νουν αυτού δια της αληθούς γνώσεως, και η τρίτη στεφανοί τον άνθρωπον δια της υψίστης μυστικής εμπειρίας, την οποίαν ο άγιος Πατήρ ονομάζει «έκστασιν». Τα τρία αυτά μέρη αποτελούν βασικούς σταθμούς επί της οδού της προσωπικής σωτηρίας του ανθρώπου»[32].
Βέβαια πρέπει να σημειώσουμε ότι πολλοί Πατέρες διακρίνουν την πνευματική ζωή στα τρία αυτά στάδια που είναι η μεν πρακτική φιλοσοφία η κάθαρση της καρδιάς, η δε φυσική θεωρία ο φωτισμός του νου και η μυστική θεολογία η κοινωνία με τον Θεό δια της θεωρίας.
Σύμφωνα με άλλη διαίρεση που παρουσιάζεται στα πατερικά έργα, η πνευματική ζωή χωρίζεται στην πράξη και την θεωρία. Δεν πρόκειται για άλλη διαίρεση σαφώς αντίθετη από την προηγούμενη, αλλά για το ίδιο πράγμα. Γιατί η πράξη είναι η κάθαρση και η θεωρία είναι ο φωτισμός του νου και η κοινωνία με τον Θεό. Η πράξη πάντως προηγείται της θεωρίας (θέας) του Θεού. «Πράξις γαρ, θεωρίας πρόξενος»[33]. Αναλυτικότερα, πράξη είναι νηστεία του σώματος και αγρυπνία, του στόματος «ψαλμωδία και προσευχή και σιωπή λόγου τιμιωτέρα, και χειρών πράξις, το υπ’ εκείνων αγογγύστως γινόμενον»[34]. Και «θεωρία εστίν η θεωρία η πνευματική του νοός, το εκπλήττεσθαι, και κατανοείν εν πάσιν οις εγένοντο, και γενήσονται θεωρία εστίν η όρασις του νοός...»[35].
Βέβαια, κατά την διδασκαλία του αγίου Μαξίμου, δεν είναι ανεξάρτητη η θεωρία από την πράξη. «Ουκ εστιν ούτε πράξις ασφαλής θεωρίας εκτός, ούτε θεωρία αληθής πράξεως άνευ. Χρη γαρ και πράξιν ελλόγιμον είναι και θεωρίαν έμπρακτον...». Μάλιστα ο άγιος υπογραμμίζει ότι «επί μεν τω λογιωτέρων, η θεωρία προηγείται της πράξεως, επί δε των αγροικοτέρων της θεωρίας η πράξις». Αλλά και στις δυο περιπτώσεις το τέλος είναι χρηστό, καταλήγουν στο ίδιο αποτέλεσμα που είναι η κάθαρση και η σωτηρία του ανθρώπου[36].
Όταν βέβαια λέμε κάθαρση της ψυχής εννοούμε κυρίως απαλλαγή από τα πάθη[37]και, για να εκφρασθούμε καλύτερα, εννοούμε την μεταμόρφωση των παθών. Πέρα από αυτό, κάθαρση είναι και η «εννοειδής συνέλιξις» του ανθρωπίνου είναι που καταλήγει στην έλλαμψη του νου. Είναι λοιπόν όχι μόνον αρνητική, αλλά και θετική. Χαρακτηριστικό γνώρισμα της καθαρής ψυχής είναι «λόγος άφθονος, ζήλος δε άκακος, έρως δε άπαυστος του Κυρίου της δόξης»[38]. Διαφορετικά αν ο λόγος μας έχη φθόνο, ο ζήλος μας κακία και ο έρως προς τον Θεό δεν είναι άπαυστος, σημαίνει πως η καρδιά δεν έχει ακόμη καθαρθή.
Ο νους είναι το κατ’ εικόνα. Αυτό το κατ’ εικόνα το μολύναμε με την αμαρτία και πρέπει τώρα να καθαρισθή. Γι’ αυτό συνιστά ο αββάς Δωρόθεος: «Ποιήσωμεν καθαράν την εικόνα ημών, καθώς και ελάβομεν αυτήν...»[39]. Απαιτείται μόχθος και αφόρητος πικρία έως ότου καθαρίσωμεν τον «φιλομάκελλον ημών κύνα νουν και φιλόβρωμον, φιλεπίσκοπόν τινα, και φίλαγνον»[40]. Αν ο άνθρωπος αγωνίζεται εναντίον της κατ’ ενέργειαν αμαρτίας και πολεμά προς τους εμπαθείς λογισμούς, τότε ταπεινώνεται., συντρίβεται, αγωνίζεται «και δια της θλίψεως των αγώνων κατά μικρόν καθαίρεται και επανέρχεται εις το κατά φύσιν»[41].
Αλλά παρά την προσπάθεια του ανθρώπου, αν δεν κατέλθη το Πανάγιο Πνεύμα δεν μπορεί να καθαρισθή και να ζωοποιηθή ο νεκρός νους, γιατί «νουν καθαρίσαι μόνου του αγίου «Πνεύματος εστιν»[42].
Πάντως όταν με την συνέργεια της θείας Χάριτος και της ανθρωπίνης θελήσεως καθαρισθή ο νους, τότε ελλάμπτεται, αφού «ου κάθαρσις εκεί έλλαμψις»[43]. Και μετά την κάθαρση, όταν ο άνθρωπος φυλάττη τον νου του για να μη  μολυνθή από την αμαρτία, τότε ο νους είναι φωτίζων και φωτιζόμενος, γι’ αυτό και η φυλακή του νου μπορεί να ονομασθή «φωτοτόκος και αστραπητόκος και φωτοβόλος και πυρφόρος»[44].
Συνοπτικά μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι η θεραπεία του ανθρώπου είναι στην πραγματικότητα η κάθαρση του νου, της καρδιάς, του κατ’ εικόνα, η επαναφορά του νου στο αρχέγονο και πρωτόκτιστο κάλλος και κάτι περισσότερο, η κοινωνία του με τον Θεό. Όταν γίνεται ναός του Παναγίου Πνεύματος, τότε λέμε ότι επετεύχθη η θεραπεία. Οι θεραπευμένοι είναι οι άγιοι του Θεού.


 
[24] Ιω. Ρωμανίδου: Ιησούς Χριστός η ζωή του κόσμου, πολυγραφημένη ομιλία. Μετάφρ. Μοναχού Μαξίμου Λαυριώτου, σελ. 23
[25] P G 74,  788-789, βλ. Ιω. Ρωμανίδου: Το προπατορικόν αμάρτημα, εκδ. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη 1970, σελ. 154
[26]  P G 74,  785, βλ. Ρωμανίδου ενθ. ανωτ. σελ. 148, σημ. Ι
[27] άγ. Γρηγορίου Παλαμά, Ομιλίαι Οικονόμου, σελ. 114-115
[28] Ιω. Σιναΐτου, Κλίμαξ, εκδ. Παπαδημητρίου, Λόγος ΙΕ’, οη’, σελ. 96
[29] Φιλοκαλία Β’, σελ. 34, νγ’
[30] ένθ. ανωτ. Β’, σελ. 22, ξδ’
[31] ένθ. ανωτ. Β’, σελ. 32, λδ’
[32] Ιερομ. Αρτεμίου Ραντοσάβλιεβιτς, Το μυστήριον της σωτηρίας κατά τον άγ. Μάξιμον τον ομολογητήν, Αθήνα 1975, σελ. 122
[33] αγ. Γρηγορίου του Θεολόγου, P G 36, στ. 412
[34] Ηλία Πρεσβυτέρου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 289, δ’
[35] αγ. Ισαάκ του Σύρου: Τα ευρεθέντα ασκητικά, εκδ. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1977, σελ. 384
[36] P G 90, στ. 1433-1437
[37] οσ. Θαλασσίου, Φιλοκαλία Β’, σελ. 215, οη’
[38] άγ. Διαδόχου Φωτικής: Τα εκατόν γνωστικά κεφάλαια, μον. Θεοκλήτου Δονυσιάτου, Θεσσαλονίκη 1977, κεφ. ιθ’, σελ. 55
[39] Αββά Δωροθέου ομιλίαι, εκδ. Γρηγορίου Παλαμά, Φιλοκ. 12, σελ. 582
[40] Ιω. Σιναΐτου, Κλίμαξ, εκδ. Παπαδημητρίου, Λόγος Α’, ιζ’, σελ. 16
[41] Αββά Δωροθέου ομιλίαι, ένθ. ανωτ. σελ. 528
[42] άγ. Διαδόχου Φωτικής, ένθ. ανωτ. κεφ. κη’, σελ. 73
[43] αγ. Γρηγορίου Θεολόγου, βλ. Νικοδήμου αγιορείτου, Εορτοδρόμιον, σελ. 131
[44] Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Προς Θεόδουλον, Φιλοκαλία Α’, σελ. 168, ροα’

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου